Θεολογία τῶν εἰκόνων

2016-03-14 20:37

«Τὴν ἄχραντων εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν, ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἠμῶν, Χριστὲ ὃ Θεός...».

     ΥΠΗΡΞΑΝ, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν μέχρι συντέλειας τῶν αἰώνων ἐχθροί της Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐχθροί της πίστεως. Ὃ σατανᾶς θὰ πολεμεῖ πάντοτε τὸ Χριστό, καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ σατανᾶ θὰ πολεμοῦν πάντοτε τὰ παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ, τὰ παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ἂλλ' ἀπὸ τὸν σφοδρὸ αὐτὸν ἀγώνα τελικῶς θὰ ἐξέλθει νικήτρια ἢ ἀλήθεια, ἢ ἐσταυρωμένη Ἀλήθεια, ἢ Ὀρθοδοξία, ἢ ἁγία μας Ἐκκλησία. Αὐτὸ βεβαιώνει ὃ ἴδιος ὃ Κύριος, ποῦ εἶπε• «Ἐν τῷ κοσμῶ θλίψιν ἐξετε ἄλλα Θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἴωαν. 16,33)• καὶ σὲ ἄλλο μέρος εἶπε προφητικός, ὅτι θὰ βγοῦν ἀπὸ τὸν ἅδη σκοτεινὲς δυνάμεις ποῦ θὰ πολεμήσουν τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καμία δὲ' θὰ μπόρεση νὰ τὴν κλονίσει (βλ. Μάτθ. 16,18). Τὸ ἴδιο βεβαιώνει καὶ ἢ ἱστορία εἴκοσι αἰώνων ἢ Ἐκκλησία βγῆκε πάντα νικήτρια καὶ ἔστησε ἀθάνατα τρόπαια τοῦ πνεύματος.

     Μία ἀπὸ τὶς πολλὲς νίκες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἑορτάζουμε σήμερα. Εἶναι ἢ νίκη τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Θὰ προσπαθήσω νὰ μιλήσω ἅπλα, ὥστε νὰ μὲ καταλάβετε. Ἄλλα σήμερα, τέτοια ἁγία ἥμερα, ἂς θεολογήσουμε λίγο.

     Πᾶνε τώρα 1.200 χρόνια ἀπὸ τότε ποῦ παρουσιάστηκαν κάποιοι αἱρετικοὶ στὴν Κωσταντινούπολι μὲ τὸ συνθημα• Ἔξω ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες οἱ εἰκόνες! Βάρβαροι, βάναυσοι καὶ ἀνιστόρητοι, ἔμπαιναν στοὺς ναούς, γκρέμιζαν ἀπὸ τὰ τέμπλα τὶς Ἱερὲς εἰκόνες, τὶς πετοῦσαν χάμω, τὶς πατούσαν, τὶς ἔσχιζαν, τὶς ἔκαιγαν. Ἔκαναν ἔρευνα καὶ στὰ σπίτια, καὶ ἀλίμονο σ' ὅποιον εὕρισκαν εἰκόνες. Τὸν συνελάμβαναν, τὸν ὁδηγοῦσαν στὶς φυλακές, τὸν καταδίκαζαν, τοῦ ἔκοβαν τὴ μύτη, τὸν ἐξόριζαν στὰ ἄκρα τῆς αὐτοκρατορίας. 150 περίπου χρόνια κράτησε αὐτὸς ὃ διωγμός.

     Ἂν ρωτοῦσε κανεὶς τοὺς εἰκονομάχους, - Γιατί καταστρέφετε τὶς εἰκόνες; αὐτοὶ ἀπαντοῦσαν -Διότι ἢ προσκύνηση τοὺς Εἶναι εἰδωλολατρία• καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὸ Δεκάλογο «Οὐ ποιήσεις σεαυτω εἰδώλων...», «οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς» (Ἐξ. 20,4' Δεύτ. 5,8), ἐμεῖς εἴδωλα δὲν προσκυνοῦμε. Νόμιζαν, ὅτι οἱ εἰκόνες εἶναι εἴδωλα. Ἄλλα εἶναι εἴδωλο ἢ εἰκόνα;

     Ὄχι, δὲν εἶναι. Ἄλλο εἴδωλο, ἄλλο εἰκόνα. Τί εἶναι τὸ εἴδωλο; εἴδωλο εἶναι, νὰ πάρεις μάρμαρο ἢ ξύλο, νὰ τὸ πελέκησης, νὰ τοῦ δώσεις μία μορφὴ ζώου ἢ ἀνθρώπου, κ' ἔπειτα νὰ πέφτεις νὰ τὸ προσκυνᾶς μὲ τὴν πίστη ὅτι αὐτὸ εἶναι Θεός. Τέτοιο πράγμα ἐμεῖς δὲ' λέμε. Δὲ' λέμε ὅτι ἢ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὃ ἴδιος ὃ Χριστός, δὲ' λέμε ὅτι ἢ εἰκόνα τῆς Παναγίας εἶναι ἢ ἴδια ἢ Παναγία, δὲ' λέμε ὅτι ἢ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος εἶναι ὃ ἴδιος ὃ ἅγιος. Ἄλλα Τί λέμε; Ὅτι ἢ εἰκόνα παριστάνει τὸ προσωπο• ἢ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ παριστάνει τὸ Χριστό, ἢ εἰκόνα τῆς Παναγίας παριστάνει τὴν Παναγία, ἢ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος παριστάνει τὸν ἅγιο Παντελεήμονα. Κι ὅπως δὲν ὑπάρχει σπίτι καὶ πορτοφόλι χωρὶς φωτογραφίες τῶν προσφιλῶν προσώπων (τοῦ πατέρα, τοῦ συζύγου, τῶν παιδιῶν), ἔτσι καὶ στὴν ἐκκλησία ἔχουμε τὶς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων καὶ βλέποντας αὐτὲς ἐνθυμούμεθα τὰ Ἱερὰ πρόσωπα, καὶ τιμώντας αὐτὲς τιμοῦμε τὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα. «Ἢ τιμὴ τῆς εἰκόνος ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει», λένε ὀϊ πατέρες. Στὴν εἰκόνα ἀνήκει τιμητικὴ προσκύνησις, ὄχι λατρεία. Αὐτὰ διδάσκει ἢ Ἐκκλησία.

     Ὃ Θεός, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶναι ὕλη, εἶναι πνεῦμα. Ὡς αὐλὸς λοιπὸν καί. βασιλεὺς τῶν αὔλων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, εἶναι ἀόρατος• κανεὶς δὲν τὸν εἶδε. Γιὰ αὐτὸ μέσα στὴν ἐκκλησία δὲν ζωγραφίζουμε τὸ Θεό. Ὡς ἀόρατος ὅμως εἶναι καὶ ἀπερίγραπτος• κανένα χέρι ζωγράφου δὲν μπορεῖ νὰ τὸν περιγραφή, νὰ μᾶς δώσει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄλλα τὸ μέγα καὶ ἀνέκφραστο μυστήριο εἶναι, ὅτι ὃ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς ἔλαβε σάρκα ἀνθρώπινη, καὶ τότε ὃ ἀόρατος ἔγινε ὀρατός• ἐμφανίσθηκε ὡς ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς γής, ὡς Υἱὸς τῆς Παρθένου. Ἂφ' ὅτου λοιπὸν ὃ ἀόρατος Θεὸς ἔγινε ὁρατὸς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ περπάτησε ἀνάμεσά μας καὶ σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε, ἀπὸ τότε ἔγινε περιγραπτὸς καὶ μποροῦμε πλέον νὰ τὸν ζωγραφίζουμε.

     Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὃ Ἰωάννης ὃ Δαμασκηνός, στηρίζοντας τὸ δόγμα τῆς προσκυνήσεως τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἔλεγε• Σᾶς ἐρωτῶ, εἰκονομάχοι, ἦρθε ἢ δὲν ἦρθε ὃ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος στὴ γῆ; Ἐὰν δὲν ἦρθε, τότε ἔχετε δίκιο δὲν ἔχουμε τὸ δικαίωμα νὰ ζωγραφίζουμε τὸν ἀόρατο. Ἂλλ' ἐὰν ὃ Χριστὸς ἦρθε -καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι ἦρθε, καὶ ὡς βρέφος καὶ ὡς τέλειος ἄνδρας ἐμφανίσθηκε στὸν κόσμο-, τότε ἐλᾶτε ζωγράφοι, μπορεῖτε πλέον νὰ τὸν ζωγραφίζετε. Χίλια μάτια τὸν εἶδαν, χίλια αὐτιὰ τὸν ἄκουσαν, χίλια χέρια τὸν ἄγγιξαν. Συνεπῶς ὃ Χριστὸς ὡς Θεὸς εἶναι ἀπερίγραπτος, ὡς ἄνθρωπος ὅμως εἶναι ὁρατὸς καὶ περιγραπτός• εἰκονίζεται.

     Πρώτη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποιὰ εἶναι; Ἀμέτρητες εἰκόνες ὑπάρχουν σήμερα στὰ σπίτια τῶν ὀρθοδόξων. Ἢ πρώτη ὅμως εἰκόνα, ποῦ ζωγραφίζεται καὶ στὶς ἐκκλησίες μας, εἶναι τὸ ἅγιο Μανδήλιο. Λέει μία παράδοσης, ἢ ὁποία δὲν ὑπάρχει στὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ἕξης. Ὅταν ὃ Χριστὸς τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀνέβαινε στὸ Γολγοθὰ βαστάζοντας στὸν ὦμο τὸ σταυρό, Ἵδρωσε καὶ ὃ ἵδρωτας ἔτρεχε ἀπὸ τὸ πρόσωπό του. Μία εὐσεβὴς γυναίκα, ποῦ βρέθηκε κοντά, ἔβγαλε τὸ μαντήλι της, τὸ ἔδωσε στὸ Χριστό, ἐκεῖνος σκουπίστηκε, καὶ τῆς τὸ ἔδωσε πάλι. Τότε ἢ γυναίκα εἶδε, ὅτι πάνω στὸ μαντήλι εἶχε ἀποτυπωθεῖ ἢ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν ἢ πρώτη εἰκόνα τοῦ Κυρίου. καὶ ἢ παράδοσης αὐτὴ ἔχει σημασία δείχνει, ὅτι ὃ Χριστὸς μπορεῖ νὰ ζωγραφιστή. Ἔτσι τώρα ὑπάρχουν μυριάδες εἰκόνες.

     Σήμερα δυστυχῶς παρουσιάζεται πάλι ἢ αἵρεσις τῶν εἰκονομάχων. Ὑπάρχουν καὶ τώρα ἐχθροὶ τῶν εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τῶν ἁγίων. Ποιοὶ εἶναι; Δὲν εἶναι Ἕλληνες. Οἱ Ἕλληνες γνωρίζουν Τί ἀγῶνες ἔκαναν οἱ προγονοί τους στὸ Βυζάντιο ἐπὶ 150 χρόνια γιὰ νὰ κρατήσουν τὴν εἰκόνα. Οἱ πολέμιοι τῶν εἰκόνων εἶναι ξενοι• δὲν ρέει μέσα τοὺς αἷμα ἑλληνικό, αἷμα Ὀρθοδοξίας. Ἦρθαν ἀπὸ μακριά, ἀπὸ τὸ Μπρούκλιν τῆς Ἀμερικῆς, μὲ τὰ δολάρια τους, τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα, νὰ ἐξαγοράσουν συνειδήσεις. εἶναι οἱ χιλιαστὲς ἢ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ ἢ «ἰεχωβάδες». Αὐτοί, τὸ χέρι τοὺς κόβεις, σταυρὸ δὲν κάνουν, σταυρὸ δὲν προσκυνοῦν, εἰκόνες δὲν προσκυνοῦν.

     Σ' ἕνα χωριὸ τῶν Γρεβενῶν συνέβη πρὸ ἐτῶν τὸ ἕξης. Μία φτωχιὰ νέα πῆρε ἕνα νέο ποῦ εἶχε ἔρθει ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ• ἦταν μετανάστης στὴν Ἀμερική. Ἀφοῦ στεφανώθηκαν στὴν ἐκκλησία, πῆγαν μετὰ στὸ σπίτι. Δὲν πρόλαβαν ὅμως νὰ ζήσουν ὡς ἀντρόγυνο. Τὴν πρώτη κιόλας ἥμερά του γάμου ὃ σύζυγος πῆρε ἀπὸ τὸ εἰκονοστάσι τὶς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας, τὶς ἔβαλε κάτω, τὶς πατοῦσε, καὶ ὕβριζε. Ἦταν χιλιοστῆς, καὶ μέχρι νὰ γίνη ὃ γάμος ἔκρυβε τὸ πιστεύω του. Ὅταν ἢ κοπέλα εἶδε αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ ἄκουσε ὅτι δὲν πιστεύει στὶς εἰκόνες, δὲν δίστασε νὰ διάλυση ἀμέσως τὸ γάμο της!

     Τέτοιοι εἶναι οἱ χιλιαστές. Κά! πολλὲς ἐπαρχίες τῆς πατρίδος μᾶς ἔχουν δυστυχῶς μολυνθεῖ ἀπὸ τὴν πλάνη τους. Ὑπάρχουν καὶ χωριὰ ἐξ ὁλοκλήρου χιλιαστικᾶ, ὅπου ἢ ἐκκλησία ἔπαυσε πλέον νὰ λειτουργεῖ, καὶ λειτουργεῖ ἑβραϊκὴ χάβρα. Διότι ἑβραϊκῆς προελεύσεως εἶναι ὃ χιλιασμός. Ἑβραῖος ὑπῆρξε ὃ ἱδρυτὴς τῆς αἱρέσεως αὐτῆς, ὃ Κάρολος Ρῶσσελ (1852-1916). εἶναι ἑβραϊκὸ κατασκεύασμα, φροῦτο καὶ χολέρα τοῦ διαβόλου. Οἱ ὀπαδοὶ τῆς πάνε ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, ἐκμεταλλευόμενοι τοὺς δημοκρατικοὺς θεσμοὺς τῆς πατρίδος μᾶς ἀσκοῦν προσηλυτισμό, καὶ ἐπιδιώκουν νὰ ξαπλώσουν τὸ μίασμά τους.

     Ἂλλ' ὄχι! Σᾶς καλῶ εἰς συναγερμὸ καὶ σᾶς παρακαλῶ ὅλους, ἄντρες - γυναῖκες - παιδιά, ὅπου παρουσιαστοῦν αὐτοὶ οἱ πράκτορες τοῦ Μπρούκλιν γιὰ νὰ μεταδώσουν τὴ χολέρα τους, ν' ἀντιδράσετε καλώντας εἰς βοήθειαν τοὺς εἰδικοὺς ἐπὶ τῶν αἱρέσεων. Ὃ τόπος μας νὰ μείνει καθαρὸς καὶ ἀμίαντος ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ χιλιασμοῦ. Νὰ συνέχιση νὰ λατρεύει Πατέρα Υἷον καὶ ἅγιον Πνεῦμα καὶ νὰ προσκυνεῖ τὶς ἅγιες εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ μας τῆς Παναγίας καὶ πάντων τῶν ἁγίων εἰς αἰώνας αἰώνων ἀμὴν
                                                                                                                               Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος.