Θεοφάνεια

2015-11-18 18:12

τοῦ Ἰωάννου Μ. Φουντούλη

     Τήν 6η  Ἰανουαρίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν μεγάλη δεσποτική ἑορτή τῶν «Θεοφανείων» ἤ «Ἐπιφανείων» ἤ «τά ἅγια Φῶτα». Τά προεόρτιά της ἀρχίζουν τήν ἑπομένη τῆς πρωτοχρονιᾶς, τήν 2α  Ἰανουαρίου. Μέσα στήν προπαρασκευαστική αὐτή περίοδο εὑρίσκεται καί ἡ «Κυριακή πρό τῶν φώτων». Καί αὐτή ἐντάσσεται μέσα στήν προεόρτιο λειτουργική ἑτοιμασία. Στά ἀναγνώσματα τῆς θείας λειτουργίας τῆς Κυριακῆς αὐτῆς ἀκοῦμε τήν «Ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» ἀπό τόν πρόλογο τοῦ Κατά Μάρκον Εὐαγγελίου, πού ἀφηγεῖται τήν ἐμφάνιση τοῦ Προδρόμου στήν ἔρημό του Ἰορδάνη, τό κήρυγμά του καί τήν προφητεία τοῦ περί τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἐβάπτισεν «ἐν ὕδατι», ὁ «ἰσχυρότερός» του ὅμως, πού ἔρχεται «ὀπίσω» του, θά βαπτίσει τόν λαό «ἐν Πνεύματι ἁγίω» (Μάρκ. 1, 1-8).

     Στήν τετραήμερο προεόρτιο περίοδο, ἀπό τῆς 2ας μέχρι τῆς 5ης Ἰανουαρίου στοιβάζονται οἱ κανόνες, τά τριώδια καί τά ἄλλα προεόρτια ἱερά ἄσματα. Ἔχομε καί ἐδῶ τήν «Μεγάλη Ἑβδομάδα» τῶν Φώτων, ὅπως τήν εἴδαμε καί στά Χριστούγεννα, μέ τήν διαφορά ὅτι ὁ χρόνος τῆς προπαρασκευῆς ἐδῶ εἶναι μικρότερος, λόγω τῆς παρατάσεως τῶν μεθεόρτων τῶν Χριστουγέννων μέχρι τῆς 31ης Δεκεμβρίου καί τῆς ἑορτῆς τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ τῆς 1ης Ἰανουαρίου. Καί πάλι ἡ ἐπίδραση τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος εἶναι ἔκδηλη, λόγω ἀκριβῶς τῆς προσπάθειας παραλληλισμοῦ τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων πρός τό Πάσχα. Καί πάλι ἡ προπαρασκευή κορυφώνεται τήν παραμονή μέ τήν λαμπρά ἀκολουθία τῶν μεγάλων ὡρῶν καί τοῦ μεγάλου ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς.

     Τά μεθέορτα ἐξάλλου παρατείνονται ἐπί ὀκτώ ἡμέρες μετά τήν ἑορτή, μέ τρεῖς ἡμέρες ἰδιαιτέρως ἑξαιρούμενες, τήν ἑπομένη τῶν Θεοφανείων μέ τήν ἑορτή τῆς Συνάξεως τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Χριστοῦ, 7η Ἰανουαρίου, τήν «Κυριακή μετά τά Φῶτα», καί τήν τελευταία ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, τήν ἀπόδοση τῆς 14ης  Ἰανουαρίου, κατά τήν ὁποία ψάλλεται καί πάλι ὁλόκληρη ἡ ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς.

     Μέσα στό ἐξαίρετο αὐτό λειτουργικό πλαίσιο διαλάμπει ἡ μεγάλη δεσποτική ἑορτή τῶν Θεοφανείων τῆς 6ης Ἰανουαρίου. Ἡ ἀρχή τῆς εἶναι ἀνάλογη πρός τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Τήν 6η Ἰανουαρίου ἑόρταζαν κατά τό παλαιό ἡμερολόγιο τό χειμερινό ἡλιοστάσιο οἱ ἐθνικοί της Αἰγύπτου καί τῆς Ἀραβίας. Κατά τίς ἀρχές τοῦ Γ' αἰῶνος πρῶτοι οἱ αἱρετικοί ὀπαδοί τοῦ Βασιλείδου ἐπεχείρησαν τήν ἀντικατάσταση τῆς εἰδωλολατρικῆς αὐτῆς ἑορτῆς μέ τήν ἑορτή τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ. Λίγο ἀργότερα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς καθόρισε τήν 6η Ἰανουαρίου ὡς ἡμέρα ἑορτῆς τῶν Ἐπιφανείων ἤ Θεοφανείων. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ γιά τήν «ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ» (Τίτ. 2, 13). Ἀλλοῦ τονίζει, ὅτι διά τοῦ Χριστοῦ «ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πασιν ἀνθρώποις» (Τίτ. 2, 11). Ὁ ἴδιος πάλι ὁμιλεῖ γιά τόν Θεό, πού «ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α' Τιμοθ. 3, 16). Κάτω ἀπό τίς ἐκφράσεις αὐτές τοῦ ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν ἀναγνωρίζει κανείς τούς τόσο γνωστούς στούς ἐθνικούς ὅρους «θεοφάνεια» καί «ἐπιφάνεια», πού σήμαιναν τήν μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ἐμφάνιση τῆς θεότητος ἤ τοῦ Θεοῦ-αὐτοκράτορος σέ κάποια πόλη. Στήν ἐπιφάνεια τῶν ψευδῶν θεῶν καί τῶν αὐτοκρατόρων ἡ χριστιανική Ἐκκλησία ἀντέταξε τήν ἐπιφάνεια τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί βασιλέως Χριστοῦ, τήν ἀληθινή Θεοφάνεια. Ἀκριβῶς δέ πάλι στήν λατρεία τοῦ ἡλίου, πού νικᾶ κατά τό χειμερινό ἡλιοστάσιο τό σκότος τῆς νύχτας, ἀντιπαράθεσε τήν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ ἡλίου, τοῦ Χριστοῦ, πού ἀνέτειλε, κατά τόν προφήτη Ἠσαΐα, στόν ἐν σκότει καί σκιά καθήμενο κόσμο· «Γῆ Ζαβουλῶν καί γῆ Νεφθαλείμ, ὁδόν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρα καί σκιά θανάτου, φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ἤσ. 8, 23. 9, 1). Αὐτήν ἐξάλλου τήν προφητεία ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἐφαρμόζει ἀκριβῶς στήν ἔναρξη τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐπιφανείας Τοῦ μεταξύ του λαοῦ Τοῦ (Μάτθ. 4, 12-17). Αὐτήν τήν περικοπή θά ἀκούσουμε νά διαβάζεται κατά τήν θεία λειτουργία τῶν Θεοφανείων.

     Ἡ ἔννοια ὅμως αὐτή τῆς θεοφανείας ἤ τῆς ἐπιφανείας τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν συνδεδεμένη πρός ἕνα μόνο ἱστορικό γεγονός τοῦ βίου Του. Εἴδαμε ὅτι ὁ Βασιλείδης καί οἱ ὀπαδοί τοῦ ἑόρταζαν τήν 6η Ἰανουαρίου τό ἐν Ἰορδάνη Βάπτισμα, κατά τό ὁποῖο, σύμφωνα πρός τήν αἱρετική τους διδασκαλία, ἡ θεότης σαρκώθηκε στό Χριστό. Ἀλλά καί κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία τό βάπτισμα εἶναι ἡ ἀπαρχή, ἡ πρώτη δημοσία ἐμφάνιση καί ἀνάδειξη τοῦ Ἰησοῦ ὡς Μεσσία καί Σωτήρα. Κατ' αὐτό ἀναγνωρίστηκε ἀπό τόν ἐκπρόσωπο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τόν προφήτη Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, πού εἶδε τό Πνεῦμα τό ἅγιον «καταβαῖνον καί μένον ἐπ' αὐτόν» (Ἰω. 1, 32-34) καί πού ἄκουσε τή φωνή τοῦ Πατρός «Οὗτος ἔστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὤ ηὐδόκησα» (Μάτθ. 3, 17. Μάρκ. 1, 11. Λούκ. 3, 22), τή βεβαίωση τῆς υἱότητος. Κατά τό βάπτισμα ἐφάνη ὁ Υἱός - Θεός, ἀλλά καί ἀποκαλύφθηκε ὁ Θεός - Τριάς, ὅπως χαρακτηριστικά ψάλλει καί ὁ ποιητής τοῦ ἀπολυτίκιου τῆς ἑορτῆς: «Ἐν Ἰορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις». Ὁ Υἱός ἐβαπτίζετο, τοῦ Πατρός ἡ φωνή ἠκούετο καί τό ἅγιον Πνεῦμα κατήρχετο ἐν εἴδει περιστερᾶς. «Τριάδος ἡ φανέρωσις ἐν Ἰορδάνη γέγονεν», ὅπως πάλι ὑμνωδεῖ ὁ ἱερός Κοσμᾶς στό τρίτο τροπάριο τῆς 8ης  ὠδῆς τοῦ πρώτου κανόνα τῆς ἑορτῆς.

     Ἀλλά καί μέ τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἐπεφάνη ὁ Θεός στόν κόσμο. Καί αὐτή λοιπόν συνεορταζόταν  μέ τή βάπτιση κατά τήν ἑορτή τῆς 6ης Ἰανουαρίου. Καί πάλι νέοι ἀπολογισμοί ἦρθαν νά δικαιώσουν τήν κατά τήν 6η Ἰανουαρίου γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τόν συνεορτασμό τῆς τήν ἴδια ἡμέρα μέ τή βάπτιση. Ὁ Χριστός, τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, ἔπρεπε νά ἔχει τέλεια καί πλήρη ὅλα ὅσα ἀφοροῦσαν καί στόν ἐπί γής βίο Του. Τέλεια ἑπομένως ἔπρεπε νά εἶναι καί τά ἔτη τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του καί ὄχι ἐλλιπῆ. Ὑπολόγιζαν ὅτι ἀπέθανε ἐπί τοῦ σταυροῦ 6 Ἀπριλίου. Θά ἔπρεπε, κατά τούς ἀνωτέρω συλλογισμούς αὐτή νά ἦταν καί ἡ ἡμέρα τῆς συλλήψεώς Του ἀπό τήν Παρθένο Μαρία, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἑπομένως ἡ γέννησή Του μετά ἐννέα πλήρεις μῆνες θά ἔπρεπε νά συμπέσει μέ τήν 6η Ἰανουαρίου. Ἐβαπτίσθη «ἀρχόμενος ὡσεί ἐτῶν τριάκοντα» κατά τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ (Κέφ. 3, 23), δηλαδή πάλι κατά τήν 6η Ἰανουαρίου, ἐφ' ὅσον ἡ τελειότητα θά ἀπαιτοῦσε καί ἐδῶ πλήρη τόν ἀριθμό τῶν ἐτῶν ὀπό τῆς γεννήσεώς Του κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐνάρξεως τῆς δημοσίας Του δράσεως.

     Συναφῆ πρός τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ γεγονότα, μέ τά ὁποῖα ἐπεφάνη ἡ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἤσαν καί ἡ προσκύνηση τῶν ποιμένων καί ἡ δωροφορία τῶν μάγων. Οἱ πρῶτοι ἤσαν οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ καί οἱ δεύτεροι οἱ ἀπαρχές τῶν εἰδωλολατρῶν, πού ἀναγνώρισαν καί προσκύνησαν πρῶτοι τόν ἐπιφανέντα Υἱό τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ ἑορτασμός τῶν δύο αὐτῶν γεγονότων ἦλθε νά ἐμπλουτίσει τό θέμα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων. Τά ἑορταζόμενα γεγονότα ἔγιναν ἤδη τέσσερα.

     Ἀλλά καί πέμπτο γεγονός Θεοφανείας ἔχομε στήν ἀρχή τῆς δράσεως τοῦ Κυρίου. Τό πρῶτο Του θαῦμα στήν Κανά τῆς Γαλιλαίας, ὅπου κατά τόν γάμο μετέβαλε τό νερό σέ οἶνο. Καί σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, πού ἀφηγεῖται τό περιστατικό: «Ταύτην ἐποίησεν ἀρχήν τῶν σημείων ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανά τῆς Γαλιλαίας καί ἐφανέρωσε τήν δόξαν αὐτοῦ καί ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ». Ἡ φανέρωση λοιπόν τῆς θεϊκῆς δόξας τοῦ Χριστοῦ στούς μαθητές Του, ἡ ἀρχή τῶν σημείων Του, τό θαῦμα τοῦ γάμου τῆς Κανά, προστέθηκε στά ἄλλα τέσσαρα ἑορταστικά θέματα.

     Ἐπικρατέστερα ὅμως ἤσαν τά δύο πρῶτα ἑορταστικά θέματα, ἡ γέννηση καί ἡ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, πού ὁ συνεορτασμός τούς κατά τήν 6η Ἰανουαρίου διατηρήθηκε ἐπί μακρόν στήν Ἀνατολή καί μέχρι σήμερα ἐξακολουθεῖ νά διατηρεῖται στήν ἀρμενική Ἐκκλησία. Ὅταν κατά τόν Δ΄ αἰώνα εἰσήχθη ὀπό τήν Ρώμη καί στήν Ἀνατολή ἤ  ἑορτή τῶν Χριστουγέννων τῆς 25ης Δεκεμβρίου καί βαθμηδόν ἐπικράτησε καί σ' αὐτή, τό ἐορτολογικό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων διασπάσθηκε. Κατά τά Χριστούγεννα ἑορταζόταν ἡ γέννηση καί κατά τά Θεοφάνεια τό ἐν Ἰορδάνη Βάπτισμα. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι καί τό θέμα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων.

     Ἡ ἀποσυμφόρηση αὐτή δέν ἔβλαψε, ἀλλ' ἀντιθέτως ἦταν πρός ὄφελος τῆς μεγάλης ἑορτῆς. Ἡ μείωση τῆς ἐπιφανείας τῆς ἔδωσε τή δυνατότητα τῆς ἀναπτύξεώς της σέ βάθος. Τό βάπτισμα τοῦ Κυρίου, ἡ κατ' αὐτό Θεοφάνεια, οἱ προτυπώσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ ἐπέκτασή του καί οἱ συνέπειές του στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἔδωσαν θαυμάσια καί πλούσια θέματα στούς ποιητές τῶν εὐχῶν καί τῶν ὕμνων τῆς ἑορτῆς καί στούς ἱερούς ἐγκωμιαστές της. Ἰδιαίτερη λαμπρότητα τῆς δίδει ἡ ἀκολουθία τοῦ μεγάλου ἁγιασμοῦ, πού σήμερα γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν τελεῖται δύο φορές, τήν παραμονή καί μετά τήν λειτουργία τῆς ἑορτῆς. Εἶναι μία παραστατική ἐξεικόνιση τοῦ βαπτίσματος τοῦ Κυρίου. Πρῶτος, ἀπαρχή τοῦ νέου λαοῦ καί κεφαλή, βαπτίζεται ὁ Χριστός καί ἁγιάζει τήν κτίση τῶν ὑδάτων γιά νά δημιουργηθεῖ δί' αὐτῶν ὁ νέος κόσμος, ἡ καινή κτίση, οἱ νέοι ἄνθρωποι, οἱ Χριστοφόροι καί Θεοφόροι πιστοί. Κατά τήν παννυχίδα τῶν Θεοφανείων, μετά τόν ἁγιασμό τοῦ ὕδατος καί τήν μετάληψη καί τόν ραντισμό τῶν πιστῶν, βαπτίζονταν σ' αὐτό οἱ κατηχούμενοι. Ἦταν ἡ ἑορτή «τῶν Φώτων». Τοῦ «φωτισμοῦ», τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ καί τῶν χριστιανῶν.

     Ἡ ὑμνογραφία τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων εἶναι ἀπαράμιλλου κάλλους. Σ' αὐτήν περιλαμβάνονται ἔργα διασήμων ἀρχαίων ὑμνογράφων ἀπό τά λαμπρότερα τῆς ὑμνογραφίας τῆς Ἐκκλησίας μας.  Στήν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου τῆς ἡμέρας τῆς ἑορτῆς στούς εἱρμούς τοῦ πρώτου κανόνος, ποίημα τοῦ Κοσμᾶ ἐπισκόπου Μαϊουμᾶ, τοῦ β' ἤχου, πού ψάλλονται καί ὡς καταβασίες στό τέλος τῶν ὠδῶν, συνδυάζονται κατά ἕνα θαυμαστό τρόπο τά
θέματα τῆς κάθε μίας ὠδῆς πρός τό θέμα τῆς ἑορτῆς: Ἡ διάβαση τῆς Ἐρυθράς Θαλάσσης καί ἡ διά τοῦ ὕδατος σωτηρία τοῦ λαοῦ· ὁ ἀπό τόν παντοδύναμο Θεό στηριγμός τῆς ταπεινῆς Ἄννας καί ἡ συντριβή τοῦ δράκοντος στό ὕδωρ τοῦ βαπτίσματος· ἡ προφητική φωνή τοῦ Ἀβακούμ καί ἡ φωνή τοῦ βοῶντος ἐν τή ἐρήμω Βαπτιστοῦ· τό εἰρηνικό κήρυγμα τοῦ Ἠσαΐα καί τό σωτήριο γιά τόν Ἀδάμ ἔργο τοῦ εἰρηνοποιοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη· ὁ θρῆνος «ἐν θλίψει» τοῦ Ἰωνά καί τό κήρυγμα τῆς μετανοίας τοῦ Προδρόμου· ἡ δρόσος τῆς καμίνου τῆς Βαβυλῶνος τό ἄυλο πῦρ πού δέχθηκαν τά ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνη καί ἡ ὑμνολογία τῆς Μητέρας τοῦ βαπτισθέντος. Ὅλα αὐτά, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, τύπος καί ἀλήθεια, συμπλέκονται σέ μία ὑπερκόσμια συζυγία.

Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ «Λογική Λατρεία», ἔκδ. Πατερικό Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θέσ/νίκη 1971, σ. 354-361-

Πηγή: https://www.pemptousia.gr