Τὸ διὰ κολλύβων θαῦμα τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος

2016-03-14 16:39

     Κατὰ τὸ Ἃ' Σάββατο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει ἕνα γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα γύρω στὰ μέσα τοῦ 4ου αἰῶνος, τὸν καιρὸ τῆς βασιλείας τοῦ Ἰουλιανοῦ, ἀνιψιοῦ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.

     Ὁ Ἰουλιανός, ὁ ἐπιλεγόμενος καὶ παραβάτης ἢ ἀποστάτης, ἂν καὶ ἦταν χειροθετημένος ἀναγνώστης, μόλις ἀνέβηκε στὸ θρόνο τῶν Ρωμαίων,  ἀρνήθηκε τὸ ἅγιο βάπτισμα. Ἄρχισε διωγμὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, κρυφὸ ἀλλὰ καὶ φανερὸ καὶ προσπάθησε νὰ ἐπαναφέρει σὲ ἰσχὺ τὴν εἰδωλολατρικὴ θρησκεία. Γνωρίζοντας ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἄρχιζαν τὴ νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, θέλησε νὰ τοὺς μολύνει. Διέταξε λοιπόν, κρυφά, ὅλες οἱ τροφὲς στὴν ἀγορὰ νὰ ραντισθοῦν μὲ αἵματα εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν.

     Ὅμως μὲ Θεία ἐνέργεια, φάνηκε στὸν ὕπνο του τότε Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Εὐδόξιου, ὁ μάρτυρας Θεόδωρος καὶ φανέρωσε τὸ πράγμα. Παρήγγειλε νὰ ἐνημερωθοῦν ὅλοι οἱ χριστιανοί, νὰ μὴν ἀγοράσουν καθόλου τρόφιμα ἀπὸ τὴν ἀγορὰ καὶ γιὰ νὰ ἀναπληρώσουν τὴν τροφὴ νὰ βράσουν σιτάρι καὶ νὰ φᾶνε τὰ λεγόμενα κόλλυβα, ὅπως τὰ ἔλεγαν στὰ Εὐχάϊτα, τὴν πατρίδα τοῦ ἁγίου. Ἔτσι καὶ ἔγινε καὶ ματαιώθηκε ὁ σκοπὸς τοῦ εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα νὰ ἐμπαίξει τοὺς χριστιανοὺς καὶ τὶς λατρευτικές τους συνήθειες. Καὶ τὸ Σάββατο τότε, ὁ εὐσεβὴς λαὸς ποὺ διαφυλάχθηκε ἀμόλυντος στὴν καθαρὰ ἑβδομάδα, ἀπέδωσε εὐχαριστίες στὸν μάρτυρα. Ἀπὸ τότε, ἡ Ἐκκλησία τελεῖ κάθε ἔτος τὴν ἀνάμνηση αὐτοῦ του γεγονότος εἰς δόξαν Θεοῦ καὶ τιμὴ τοῦ μεγαλομάρτυρα ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος.

     Τὰ κόλλυβα λοιπὸν ἢ τὸ βρασμένο στάρι, σήμερα διακοσμημένο καὶ μὲ ἄλλα ὑλικά, ἀποδίδεται μὲν στὴν νουθεσία τοῦ ἁγίου Θεοδώρου καὶ γι' αὐτὸ τιμητικὰ προσφέρουμε κόλλυβα καὶ στὴν μνήμη τοῦ , ἀλλὰ καὶ στὴ μνήμη ἄλλων ἁγίων. Εἶναι κόλλυβα τιμῆς αὐτὰ καὶ διαφέρουν ἀπὸ τὰ κόλλυβα τὰ προσφερόμενα εἰς μνημόσυνο τῶν εὐσεβῶς κεκοιμημένων. Γιατί, ὄντως τὰ κόλλυβα καὶ τὸ σιτάρι συνδέονται μὲ τὴν κοίμηση τῶν χριστιανῶν καὶ τὴν πίστη στὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, τὴν ἴδια ἐκείνη πίστη ποὺ ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο λέγοντας: "προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν". Ὁ βρασμένος σίτος ποῦ εἶναι κατὰ κάποιον τρόπο "νεκρός" μας φέρνει στὸ νοῦ τὰ λόγια του Χριστοῦ πρὸ τῆς θυσίας καὶ τοῦ ζωοποιοῦ του θανάτου: "ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμιν ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσων εἰς τὴν γῆν ἀποθάνη αὐτὸς μόνος μένει ἐὰν δὲ ἀποθάνη πολὺν καρπὸν φέρει". Ἔτσι , λοιπὸν καὶ οἱ κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας "σπείρονται" στὴν γῆ ἐν φθορά, ἀλλὰ πρόκειται νὰ ἀναστηθοῦν ἐν δόξη καὶ ἀφθαρσία. Σύμβολο τῆς ἀνάστασης μᾶς εἶναι τὰ κόλλυβα, τῆς ἐσχατολογικῆς μας ἀφύπνισης ἀπὸ τὸν ὕπνο τοῦ θανάτου.

     Τὸ ὄφελος τῶν κολλύβων λοιπὸν εἶναι τὸ ἑξῆς: Τὰ μὲν προσφερόμενα εἰς τιμὴν καὶ μνήμην ἁγίων μας δίδονται γιὰ ἁγιασμὸ καὶ εὐλογία καὶ ἀνάμνηση ὅτι ἐκεῖνοι νίκησαν τὸν θάνατο τῆς ἁμαρτίας καὶ πρόκειται νὰ ἀναστηθοῦν καὶ νὰ σταθοῦν στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμέρα Κρίσεως. Τὰ κόλλυβα ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων ἔχουν διδακτικὸ σκοπὸ καὶ ὁμολογιακὸ ὕφος: πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε μὲ τὰ κόλλυβα τοῦ σίτου, τὴν τελικὴ ἀνάσταση τῶν κεκοιμημένων καὶ εὐχόμαστε νὰ ἀναστηθοῦν ἐν ἀφθαρσία.

     Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ, ὅτι τὸ λειτουργικὸ βιβλίο τῆς περιόδου αὐτῆς, τὸ γνωστὸ Τριώδιο, περιλαμβάνει μία ὡραία ἀκολουθία γιὰ τὴν εὐλογία τῶν κολλύβων πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου. Ἡ ἀντίληψη λοιπὸν ὅτι «τὸ Σάββατο τῶν Ἁγ. Θεοδώρων εἶναι τὸ τρίτο ψυχοσάββατο», ὅπως ἀδαῶς ἐπικρατεῖ στὶς μέρες μας, εἶναι ἐντελῶς ἀστήρικτη καὶ ἐσφαλμένη. Ἂς ἀναλογιστοῦμε ὅτι τὸ Σάββατο εἶναι ἡμέρα γιὰ τοὺς κεκοιμημένους καθ' ὅλο τὸν χρόνο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου, τὸ Μέγα Σάββατο, τὸ Σάββατο τῆς Διακαινησίμου (τοῦ Πάσχα), ἀλλὰ κι ὅταν συμπέσει Δεσποτική (του Χριστοῦ) ἢ Θεομητορική (της Παναγίας) ἑορτὴ τὸ Σάββατο. Μπορούμε, ἑπομένως, νὰ προσφέρουμε κόλλυβα γιὰ τοὺς κεκοιμημένους καθε Σάββατο, μὲ τὶς ἐξαιρέσεις ποὺ ἀναφέραμε, περα απὸ τὰ δύο ἐπίσημα Ψυχοσάββατα - τῆς Ἀπόκρεω καὶ τῆς Πεντηκοστῆς. Ἂς ἀφιερώσουμε αὐτὸ τὸ Σάββατο τῆς Α' ἑβδομάδος τῆς Τεσσαρακοστῆς, τιμώντας τὸν Ἅγιο Θεόδωρο - κι ὄχι τοὺς νεκρούς μας - γιὰ νὰ ἔχουμε τὶς πρεσβεῖες του στὸν Θεὸ καὶ νὰ στοιχιζόμαστε στὴν ἁγιοπαράδοτη εὐσέβεια τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ θέλει «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω».