Περί τῆς ὥρας τοῦ θανάτου

2015-12-05 14:37

Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας τοῦ Ἰατροῦ

     Πρίν γίνει ὁ προφήτης Δαβίδ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ ὑπηρετοῦσε τόν βασιλιά Σαούλ. Ὁ Σαούλ, ἐπειδή γνώριζε ὅτι ὁ Δαβίδ θά πάρει τό θρόνο, τόν καταδίωκε, προσπαθώντας νά τόν θανατώσει. Μία φορά ὅταν ἡ ζωή τοῦ κινδύνευε, ὁ προφήτης Δαβίδ εἶπε σ' αὐτούς πού ἦταν τότε μαζί του· «Ἕνα βῆμα μέ χωρίζει ἀπό τόν θάνατο» (Α' Βασ. 20, 3).

     Θυμήθηκα τώρα αὐτά τά λόγια γιατί πρίν μία ἑβδομάδα ἔπρεπε νά τά πῶ καί ἐγώ. Ἕνα μόνο βῆμα μέ χώριζε ἀπό τό θάνατο. Γιά ἕνα διάστημα ἤμουν σχεδόν πεθαμένος, σχεδόν καθόλου δέν εἶχα σφυγμό καί ἡ καρδιά μου παρά λίγο νά σταματήσει νά χτυπᾶ. Ἀλλά ὁ Κύριος μέ σπλαχνίστηκε. Καί τώρα ἀκόμα εἶμαι ἀδύναμος καί μόνο καθισμένος μπορῶ νά μιλάω μέ σας.

     Θέλω νά σᾶς πῶ κάτι πολύ σημαντικό, θέλω νά σᾶς πῶ γιά τήν μνήμη τοῦ θανάτου, διότι ὁ θάνατος βρίσκεται πολύ κοντά στόν καθένα μας, ὅπως ἦταν τόσο κοντά σέ μένα τό προηγούμενο Σάββατο. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς μπορεῖ νά πεθάνει ξαφνικά, τότε πού δέν περιμένει. Γνωρίζετε ὅτι ἡ ζωή πολλῶν ἀνθρώπων τελειώνει ξαφνικά καί ἀπρόοπτα.

     Νά θυμάστε πάντα, χαράξτε στήν καρδιά σᾶς τόν λόγο αὐτό τοῦ Χριστοῦ· «Ἔστωσαν ὑμῶν αἵ ὀσφύες περιζωσμέναι καί οἱ λύχνοι καιόμενοι» (Λκ. 12, 35). Νά θυμάστε πάντα τόν λόγο αὐτό καί ποτέ νά μήν τόν λησμονήσετε. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἑτοιμάζονται νά περπατήσουν ἕνα μακρύ δρόμο ἤ νά κάνουν μία δύσκολη ἐργασία δένουν στή μέση τους τό ζωνάρι. Καί ὅταν περπατᾶνε μέσα στό σκοτάδι τῆς νύχτας ἔχουν μαζί τους λυχνάρια καί εἶναι σημαντικό γι' αὐτούς τά λυχνάρια αὐτά νά εἶναι πάντα ἀναμμένα.

     Τό ἴδιο καί στήν πνευματική μας ζωή, ἡ μέση μας πρέπει νά εἶναι ζωσμένη καί τά λυχνάρια μᾶς ἀναμμένα. Πρέπει νά εἴμαστε ἀκούραστοι ἐργάτες τοῦ Θεοῦ καί νά ἀγωνιζόμαστε πάντα κατά τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος σέ κάθε μᾶς βῆμα προσπαθεῖ νά μᾶς ἀποτρέψει ἀπό τόν Χριστό καί νά μᾶς θανατώσει μέ τούς πειρασμούς. Γι' αὐτό ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μᾶς ἔδωσε αὐτή τήν ἐντολή· «Ἔστωσαν ὑμῶν αἵ ὀσφύες περιζωσμέναι καί οἱ λύχνοι καιόμενοι».

     Ποτέ νά μήν λησμονεῖτε ὅτι ἡ ἐπίγεια ζωή μᾶς δόθηκε γιά νά προετοιμαστοῦμε γιά τήν ζωή τήν αἰώνια καί ἡ τύχη μας στήν αἰώνια ζωή θά κριθεῖ ἀπ' αὐτό, πῶς ζήσαμε ἐδῶ.

     Νά εἶστε πιστοί στόν Χριστό, πιστοί μέ τόν τρόπο πού ὁ ἴδιος ἔδειξε στήν Ἀποκάλυψη τοῦ ἀποστόλου καί εὐαγγελιστού Ἰωάννου. Ἐκεῖ Αὐτός λέει· «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου, καί δώσω σοί τόν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀπ. 2, 10).

     Πρέπει νά εἴμαστε πιστοί στόν Θεό, πρέπει ἀκούραστα κάθε μέρα, κάθε ὥρα καί κάθε στιγμή νά ὑπηρετοῦμε τόν Θεό. Ἡ ζωή μᾶς εἶναι σύντομη, δέν μποροῦμε νά σπαταλᾶμε ἄσκοπα αὐτές τίς λίγες ὧρες καί ἡμέρες τῆς ζωῆς μας, πρέπει πάντα νά σκεφτόμαστε τήν ὥρα τοῦ θανάτου.

     Ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀσκητές εἶχαν πάντα στό νοῦ τούς τήν μνήμη τοῦ θανάτου. Μέσα στά κελλιά τούς εἶχαν κρανίο γιά νά τό βλέπουν καί νά θυμοῦνται τό θάνατο. Μέ δάκρυα τό κοιτοῦσαν, σκεφτόμενοι ὅτι καί αὐτοί θά ἀκολουθήσουν τόν ἴδιο δρόμο. Ὑπηρετοῦσαν ἀκούραστα τόν Θεό καί δούλευαν εἰς τόν Κύριον, ὅπως τό ἔκανε ὁ ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ. Ἐκεῖνοι, ὅπως καί ἐσεῖς, ἄκουγαν κάθε μέρα στόν ἑσπερινό τά λόγια του 33ου ψαλμοῦ· «Θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός» (Ψάλ. 33, 22). Ὅπως καί ἐσεῖς, ἄκουγαν καί αὐτοί· «Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὅσιων αὐτοῦ» (Ψάλ. 115, 6). Φοβερό θάνατο ἔχουν οἱ ἁμαρτωλοί. Καί ἔχω δεῖ πολλά παραδείγματα. Ὅμως ἕνα γεγονός πού ἔχω δεῖ πρίν 40 χρόνια τόσο βαθιά ἀποτυπώθηκε στή μνήμη μου πού δέν θά τό ξεχάσω ποτέ.

     Ἤμουν τότε ἐπαρχιακός γιατρός καί μέ κάλεσαν στό σπίτι ἑνός πολύ γνωστοῦ σ' ἐκείνη τήν περιοχή πλούσιου γαιοκτήμονα, πού ἦταν ἄνθρωπος πολύ κακός. Ὅταν μπῆκα μέσα στό σπίτι τού μου ἔκανε ἐντύπωση ἡ ἀκαταστασία πού ὑπῆρχε ἐκεῖ. Ἄνθρωποι ἔτρεχαν ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ. Πάνω στό κρεβάτι ἦταν ξαπλωμένος ἕνας γέρος μέ πρόσωπο κατακόκκινο πού μόλις μέ εἶδε ἄρχισε κυριολεκτικά νά οὐρλιάζει. Ἔλεγε· «Γιατρέ, παρακαλῶ, σῶσε μέ! Πεθαίνω καί μόνο μέ τή σκέψη, ὅτι μπορῶ νά πεθάνω».

     Ποῦ ἦταν πρίν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος, τί σκεφτόταν ὅταν ταλαιπωροῦσε τούς ἄλλους; Τί σκεφτόταν ὅταν τούς ἔπαιρνε ὅλα τους τά χρήματα; Τώρα ὁ θάνατος ἦλθε, εἶναι ἐδῶ καί εἶναι ἀργά πλέον νά λές· «Πεθαίνω καί μόνο μέ τή σκέψη, ὅτι μπορῶ νά πεθάνω». Θά ἔπρεπε ἡ ζωή σου νά ἦταν τέτοια ὥστε νά μήν φοβᾶσαι τόν θάνατο.

     Ποιός δέν φοβᾶται τόν θάνατο; Μόνο αὐτός πού ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, πού ὅλη τήν ζωή τοῦ κατευθύνει μέ σκοπό νά τελεῖ τίς ἐντολές του. Τέτοιοι ἄνθρωποι δέν φοβοῦνται τόν θάνατο. Γνωρίζουν τήν ὑπόσχεση πού ἔδωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στούς μακαρισμούς· «Χαίρετε καί ἀγαλλιάσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Μτ. 5, 12).

     Τελείως διαφορετικός ἦταν ὁ θάνατος τῶν ἁγίων. Ὁ ἅγιος Σεραφείμ πέθανε γονατισμένος μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, στήν ὁποία προσευχόταν πάντα. Ἔτσι στεκόμενος στά γόνατά του κοιμήθηκε καί ἦταν τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατός του.

     Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μᾶς λέει· «Περιπατεῖτε ἕως τό φῶς ἔχετε, ἴνα μή σκοτία ὑμᾶς καταλάβη» (Ἰω. 12, 35). Ἀκόμα ἔχετε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμα ἔχετε τήν δυνατότητα νά πηγαίνετε στό ναό, νά ἀκοῦτε τίς ἐντολές, νά ἀκοῦτε τό Εὐαγγέλιο. Νά περπατᾶτε μέσα σ' αὐτό τό φῶς. Γιατί, ὅταν ἔλθει ὁ θάνατος, τό φῶς αὐτό θά σβήσει γιά σᾶς.
     Πέραν τοῦ τάφου δέν ὑπάρχει μετάνοια καί θά πάρετε ἀνταπόδοση σύμφωνη μέ ὅσα ἔχετε κάνει στή ζωή σας.

     Περπατᾶτε λοιπόν στό φῶς ὅσο ἔχετε τό φῶς, γιά νά μήν σᾶς καταλάβει τό σκοτάδι, τό σκοτάδι τό αἰώνιο, τό σκοτάδι τοῦ θανάτου. Ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος λέει· «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β' Κόρ. 6, 2). Τώρα, ὅσο ζοῦμε, εἶναι γιά μᾶς καιρός εὐπρόσδεκτος, καιρός σωτηρίας. Τώρα πρέπει νά σκεφτόμαστε τήν σωτηρία μας καί νά προετοιμαζόμαστε γιά τήν αἰώνια ζωή. Αὐτό κάνουν ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅλοι ὅσοι ἀγαπᾶνε τόν Χριστό.

     Πρίν 70 χρόνια ζοῦσε στήν Ἁγία Πετρούπολη ἕνας γιατρός πού λεγόταν Γαάζ. Αὐτός ὑπηρετοῦσε στίς φυλακές καί εἶχε καρδιά ἀγαθή, καρδιά γεμάτη εὐσπλαχνία καί ἀγάπη γιά τούς ἀνθρώπους.
     Ἀπό τήν θέση του, τοῦ γιατροῦ τῶν φυλακῶν, προσπαθοῦσε ὅσο μποροῦσε νά βοηθήσει τούς δυστυχισμένους ἀνθρώπους πού κρατιοῦνταν ἐκεῖ. Ἔβλεπε πώς ἔστελναν στά κάτεργα ἁλυσοδέσμιους κατάδικους, γνώριζε ὅτι θά περπατήσουν μέ τά πόδια χιλιάδες βέρστια μέχρι νά φτάσουν στήν Σιβηρία καί ἡ καρδιά τοῦ ἕσφιγγε ἀπό τόν πόνο. Γιά νά αἰσθανθεῖ τόν πόνο τούς μία φορά φόρεσε στά πόδια τοῦ ἁλυσίδες καί περπατοῦσε μ' αὐτές ὧρες στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ του. Ὅταν βρισκόταν στήν κλίνη τοῦ θανάτου, ὁ ἅγιος αὐτός ἄνθρωπος καί γιατρός, εἶπε στούς συγκεντρωμένους γύρω του ἀνθρώπους τά ἑξῆς θαυμαστά λόγια, τά ὁποῖα πρέπει νά τά βάλουμε καλά στό νοῦ μας· «Νά βιάζεστε νά κάνετε καλό γιά τούς ἄλλους». Νά βιάζεστε γιατί ὁ θάνατος ὅλους μας περιμένει. Νά μήν εἶστε ἐπιπόλαιοι, νά εἶστε πιστοί μέχρι θανάτου καί θά σᾶς δώσει ὁ Θεός τό στέφανο τῆς ζωῆς.

     Ὁ προφήτης Ἠσαΐας εἶπε ἕνα λόγο, τόν ὁποῖο ἐπίσης πρέπει καλά νά θυμόμαστε καί πού πρέπει βαθιά νά ἀποτυπωθεῖ στήν καρδιά μας· «Ἔκστητε, λυπήθητε, αἵ πεποιθυΐαι, ἐκδύσασθε, γυμναί γένεσθε, περιζώσασθε σάκκους τάς ὀσφύας» (Ἠσ. 32, 11).

     Τρέμετε ἀνέγνοιαστες, νά ἔχετε τήν μνήμη τοῦ θανάτου, νά σκέφτεστε πάντα τήν ὥρα ὅταν θ' ἀφήσετε αὐτή τήν ζωή καί ποτέ νά μήν τό ξεχνᾶτε. Καί γιά νά μήν τό ξεχνᾶμε, γιά νά μπορέσουμε νά ἀκολουθήσουμε τήν ὁδό τοῦ Χριστοῦ καί νά μήν φοβόμαστε τόν θάνατο, χρειαζόμαστε βοήθεια ἀπό τόν Παντοδύναμο Θεό. Χωρίς αὐτή τήν βοήθεια δέν θά νικήσουμε τούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου, γι' αὐτό πρέπει νά ζητᾶμε νά μᾶς στείλει ὁ Θεός τήν χάρη του. Κύριε, ἐλέησέ μας τούς ἁμαρτωλούς, Κύριε, βοήθησέ μας!

     Πρέπει νά Τόν ἱκετεύουμε ἔτσι ὅπως Τόν ἱκέτευε ἡ γυναίκα ἡ εἰδωλολάτρισσα, γιά τήν ὁποία ἀκούσατε σήμερα στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Αὐτή ἦταν Χαναναία καί ὅταν εἶδε τόν Χριστό μέ τούς μαθητές τοῦ ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά καί νά Τόν ἱκετεύει· «Ἐλέησον μέ, Κύριε, υἱέ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται» (Μτ. 15, 22). Ἀλλά ὁ Κύριος δέν τῆς ἔδινε σημασία καί συνέχιζε σιωπηλά τό δρόμο του. Ἡ γυναίκα συνέχιζε νά Τόν ἱκετεύει, ὅμως
     Ἐκεῖνος δέν ἀπαντοῦσε. Στό τέλος οἱ μαθητές τοῦ Τοῦ εἶπαν· «Ἀπολυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἠμῶν»  (Μτ. 15, 23). Καί ὁ Κύριος ἀπάντησε· «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μή εἰς τά πρόβατα τά ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ» (Μτ. 15, 24). Ἡ γυναίκα ὅμως συνέχιζε νά Τόν ἱκετεύει. Τί τῆς εἶπε τότε ὁ Κύριος; «Οὐκ ἔστι καλόν λαβεῖν τόν ἄρτον τῶν τέκνων καί βαλεῖν τοῖς κυναρίοις» (Μτ. 15, 26). Καί ἄκουσε μία ἀπάντηση καταπληκτική γιά τήν ταπείνωση καί τήν πραότητα" «Ναί, Κύριε· καί γάρ τά κυνάρια ἐσθίει ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν» (Μτ. 15, 27), - δῶσε μου, Κύριε, ἕνα ψίχουλο ἀπό τό ἔλεός σου. Σταμάτησε ὁ Κύριος, ὅταν τό ἄκουσε, καί τῆς εἶπε· «Ὤ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοί ὡς θέλεις, καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης» (Μτ. 15, 28).

     Πολλοί ἀπό μᾶς ἔχουν ζωή πού δέν ἁρμόζει στούς χριστιανούς. Πολλοί εἶναι βεβαρημένοι μέ διάφορες ἁμαρτίες, πολλοί ἔχουν ξεχάσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ· «Τό κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία» (Α' Κόρ. 15, 56). Ὁ θάνατος πληγώνει αὐτόν πού εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Τότε, ἄν εἴμαστε τόσο ἀδύναμοι, ἄν τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μᾶς εἶναι ὅλο μαῦρο ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, δέν εἴμαστε καί ἐμεῖς σάν τά σκυλιά, δέν πρέπει καί ἐμεῖς νά κράζουμε πρός τόν Θεό, ὅπως ἔκραζε ἐκείνη ἡ Χαναναία γυναίκα; «Κύριε, εἶμαι σάν τό σκυλί, ἀλλά ἐλέησον μέ!»

     «Ἔστωσαν ὑμῶν αἵ ὀσφύες περιζωσμέναι καί οἱ λύχνοι καιόμενοι». Ἀμήν.
Πηγή: https://www.impantokratoros.gr