Γέροντας Σίμων Ἀρβανίτης

2015-11-01 20:08


     Ὁ Γέροντας Σίμων Ἀρβανίτης καταγόταν ἀπό τήν Τριάδα Εὔβοιας ἀπό ὅπου ὁ πατέρας τοῦ Ἀθανάσιος Ἀρβανίτης μετακινήθηκε καί ἐγκαταστάθηκε στό χωριό Κουκουβάουνες Ἀττικῆς, τήν σημερινή Μεταμόρφωση καί παντρεύτηκε τήν μητέρα τοῦ Κυριακή. Ἀπέκτησαν τέσσερα ἀγόρια, τόν Ἰωάννη, τόν Παναγιώτη -τόν ἀργότερα Γέροντα Σίμωνα- τόν Δημήτριο καί τόν Κωνσταντῖνο.

     Ὁ Παναγιώτης γεννήθηκε ἀνήμερα τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 1901 καί μεγαλώνοντας βοηθοῦσε τόν πατέρα τοῦ κάνοντας διάφορες δουλειές. Ὅταν ἔγινε δεκατριῶν ἐτῶν ἦταν πλανόδιος μανάβης σηκώνοντας τσουβάλια 80-85 κιλῶν ἀδιαμαρτύρητα. Κατά καιρούς ἐργαζόταν σέ περιβόλια, ἀμπέλια καί κτήματα δουλεύοντας σκληρά χωρίς νά δυσκολεύεται καθόλου, καθώς ἡ μυική τοῦ δύναμη ἦταν πολύ μεγάλη. Ὁ ἴδιος ἔλεγε ὅτι τό τσαπί τό ἔπαιζε στό χέρι ὅπως μία κοπελίτσα τό τοπάκι της. Μόλις σταματοῦσε νά ξεκουραστεῖ ἄνοιγε «τό βιβλίο τοῦ Χριστοῦ», ὅπως ἔλεγε τό Εὐαγγέλιο, καί μελετοῦσε. Ἡ ἀγάπη του γιά τόν Θεό ἦταν φωλιασμένη στήν καρδιά του ἀπό πολύ μικρός.

     Ὁ ἀδερφός τοῦ διηγεῖται ὅτι τόν Παναγιώτη τόν ἔχαναν τό Σάββατο ἀπό τό σπίτι. Μόλις τελείωνε τήν δουλειά ἔφευγε καί πήγαινε στά ἐξωκκλήσια, ὅπου προσευχόταν καί μελετοῦσε. Γύριζε στό σπίτι τήν Κυριακή τό βράδυ, ὅποτε καί ἔτρωγε. Ἔμενε ὅλο τό εἰκοσιτετράωρο νηστικός. Ὅταν δέν πήγαινε σέ ἐξωκκλήσι ξυπνοῦσε ὅλη τήν οἰκογένεια μέ τήν πρώτη καμπάνα γιά τόν ἐκκλησιασμό. Φοβέριζε μάλιστα ὅτι, ὅποιον δέν ξυπνοῦσε ἀμέσως, θά τόν κατάβρεχε μέ μία κανάτα ποῦ εἶχε δίπλα του γεμάτη μέ νερό.

Μοναχική κλήση

     Ὁ Παναγιώτης ἐπισκέφθηκε πολλές φορές τό Ἅγιον Ὅρος. Μία ἀπό αὐτές, στά Καυσοκαλύβια, συνάντησε τόν μητροπολίτη Νεκτάριο Κεφαλά, τόν μετέπειτα ἅγιο Νεκτάριο, καί ὅταν πῆγε νά πάρει τήν εὐχή τοῦ ὁ ἅγιος τόν κράτησε ἀπό τό χέρι καί τοῦ εἶπε ὅτι θά γίνει πνευματικός καί θά σώσει πολλές ψυχές.

     Ὁ Παναγιώτης ἀποφάσισε μαζί μέ δύο καρδιακούς του φίλους νά φύγουν κρυφά ἀπό τίς οἰκογένειές τους καί νά ἀσκητέψουν. Ἔτσι τό 1925 ἔφυγαν γιά τήν Εὔβοια, ὅπου κλείστηκαν σέ μία σπηλιά χωρίς κανένα ἐφόδιο, ροῦχα ἤ τροφή. Οἱ φίλοι του δέν ἄντεξαν παρά δύο μέρες καί πῆραν τήν ἀπόφαση νά ἐπιστρέψουν στά σπίτια τους. Ὁ Παναγιώτης ὅμως ποῦ ἄκουσε τά σχέδιά τους ἔφυγε πρίν ξυπνήσουν ἐκεῖνοι καί πῆγε στήν Μονή Ἁγίου
Χαραλάμπους στήν Λεύκα Αὐλωναρίου. Ἀσκήτευε στήν σπηλιά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ὅπου πηγάζει ἁγίασμα καί προσευχόταν νύχτα-μέρα. Ὅταν ὁ μητροπολίτης πληροφορήθηκε γι' αὐτόν ἀπό ἀνθρώπους πού πήγαιναν στήν σπηλιά γιά ἁγίασμα καί ἔμαθε γιά τήν αὐστηρή του ἄσκηση, τόν ἀναζήτησε καί τόν ἔκανε ἀμέσως μοναχό στό μοναστήρι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους μέ τό ὄνομα Σίμων. Ὁ π. Σίμων ὅμως καί πάλι κλείστηκε σέ μία σπηλιά καί δέν ἔτρωγε τίποτα. Τόν εὕρισκαν πολλές φορές οἱ βοσκοί ἐξαντλημένο ἀπό τήν πείνα, πεσμένο στό ἔδαφος καί τόν πήγαιναν στό μοναστήρι, ἀλλά ἐκεῖνος πάλι ἔφευγε. Ὁ ἴδιος ἀργότερα ἔλεγε: «Στήν σπηλιά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ἔπινα ἕνα ποτήρι τοῦ κρασιοῦ ἁγίασμα μετά τήν δύση τοῦ ἡλίου ἐπί τριάντα μέρες. Εἶχε φύγει ὅλο τό σῶμα μου. Ζύγιζα γύρω στά τριάντα κιλά». Τελικά ἐπενέβη ὁ Μητροπολίτης ποῦ τόν ὑποχρέωσε νά μείνει στό μοναστήρι. Διακόνημά του ἦταν νά καλλιεργεῖ τούς κήπους καί μέ τήν μεγάλη του σωματική δύναμη ἐντυπωσίαζε τούς πάντες. Ὅταν ἐργαζόταν στούς κήπους εἶχε βοηθό τοῦ ἕνα παιδί, τό ὁποῖο ἀρρώστησε βαριά. Ὅταν τό εἶπαν στόν π. Σίμωνα παράτησε τό τσαπί καί ἔφυγε γιά νά προσευχηθεῖ στό βουνό. Δέν προχώρησε ὅμως πολύ καί οἱ πατέρες τοῦ φώναξαν νά γυρίσει πίσω, γιατί τό παιδί εἶχε γίνει καλά. Ἦταν ἕνα πρῶτο δεῖγμα τῆς ἀποτελεσματικότητας τῆς προσευχῆς τοῦ Γέροντα.

     Ὁ μητροπολίτης βλέποντας τίς ἀρετές τοῦ τόν χειροτόνησε ἱερέα παρά τίς ἀντιρρήσεις τοῦ τό 1936 καί τόν ἔστελνε σέ διάφορες ἐκκλησίες γιά τήν Θ. Λειτουργία. Ὁ κ. Δ. Κουλουρίδης διηγεῖται ὅτι στό χωριό τοῦ τό Κληματάρι Εὐβοίας ἔστελναν συχνά τόν π.Σίμωνα γιά τήν Θ. Λειτουργία. Τόν χειμώνα ὅμως, τό χιόνι ἦταν τόσο πυκνό ποῦ τόν ἀπέκλειε καταμεσίς τοῦ δρόμου. Ὅταν οἱ χωρικοί ἔβλεπαν ὅτι δέν ἔχει φτάσει ὁ ἱερέας, τόν ἀναζητοῦσαν καί τόν ἔβρισκαν κάτω ἀπό τό χιόνι, μέ τά χέρια ψηλά νά προσεύχεται. Ὅσο καί ἄν ξεπαγίαζε καί ἄν δυσκολευόταν νά συνέλθει ἀπό τό κρύο δέν ἄφηνε τά χωριά χωρίς Θ. Λειτουργία καί πήγαινε πάλι τήν ἄλλη Κυριακή παρά τούς πάγους καί τά χιόνια.

     Τό 1942 ἐστάλη στήν Μονή Μεταμορφώσεως ὡς πνευματικός. Ἐκεῖ κοντά βρίσκεται τό ἐκκλησάκι τῶν Ταξιαρχῶν. Τό 1943 συνέβη ἕνα συγκλονιστικό θαῦμα τήν παραμονή τῶν Ταξιαρχῶν. Εἶχε μαζευτεῖ πλῆθος κόσμου γιά τήν ἑορτή σέ μία ἐποχή ποῦ ὅλους τους θέριζε ἡ πείνα λόγω τῆς Κατοχῆς. Ὁ Γέροντας, ὅταν εἶδε τόσο κόσμο μαζεμένο γιά τήν ἀγρυπνία, εἶπε νά ἑτοιμάσουν φαγητό. Ὑπῆρχε μόνο ἕνα τσουβάλι κρεμύδια καί ἔδωσε ἐντολή νά τά καθαρίσουν ὅλα, ἐνῶ ἐκεῖνος ἄρχισε νά προσεύχεται. Ξαφνικά ἕνας μεγάλος λαγός σάν ἀρνί κατέβηκε ἀπό τό βουνό καί μπῆκε μέσα στό μαγειρεῖο μόνος του. Ἔτσι, θαυματουργικά ἐξασφαλίστηκε τροφή γιά ὅλο τόν κόσμο καί περίσσεψε καί γιά τό μοναστήρι.

     Τό 1946 ὁ Γέροντας ἀποφάσισε νά φύγει ἀπό τήν Κύμη γιά τήν Ἀθήνα λόγω μεγάλων προβλημάτων μέ τά μάτια του. Μόλις ἀνέλαβε καθήκοντα στήν ἐνορία τῆς ἁγίας Βαρβάρας, ἀποφάσισε νά χτίσει μεγαλύτερο ναό, γιατί ὁ παλιός δέν χωροῦσε ὅλο τόν κόσμο. Συνάντησε πολλές δυσκολίες καί μεγάλο πόλεμο λόγω τῆς ἔλλειψης χρημάτων καί συκοφάντησης τοῦ ἔργου. Ἡ ἴδια ἡ ἁγία παρουσιάστηκε στόν Γέροντα καί τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θά
τόν βοηθήσει. Πράγματι, ὅταν τά χρήματα τελείωναν βρίσκονταν ἐντελῶς ξαφνικά πρόσωπα ποῦ πρόσφεραν τό συγκεκριμένο ποσό ποῦ χρειαζόταν γιά τήν συνέχιση τῶν ἐργασιῶν. Ὅταν τελείωσε τό ἔργο ὑπέβελε τήν παραίτησή του ἀπό ἐφημέριος, γιατί τό πρόβλημα μέ τά μάτια τοῦ μεγάλωνε καί ἐπιθυμοῦσε νά ἱδρύσει δικό του μοναστήρι. Μέ μεγάλη θλίψη οἱ ἐνορίτες τοῦ τόν ἀποχαιρέτησαν, γιατί τόν εἶχαν ἀγαπήσει καί τούς εἶχε σταθεῖ σάν πατέρας ὅλα αὐτά τά χρόνια.

Κτίτορας τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Πεντέλης

     Ὕστερα ἀπό ἐπίμονη ἀναζήτηση χώρου γιά ἵδρυση μοναστηριοῦ ὁ Γέροντας κατέληξε στό ἐξωκκλήσι τοῦ ἁγίου Παντελεήμονα στήν Πεντέλη, ποῦ ἀνῆκε στήν Μονή Πετράκη. Ἀφοῦ ἐξασφάλισε τήν συγκατάθεση τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς Πετράκη Χαράλαμπου Βασιλόπουλου, ἄρχισε τό κτίσιμο ἑνός κελλιοῦ, ἑνός ἀχυρώνα καί ἑνός φούρνου δίπλα στό ὑπάρχον ἐκκλησάκι. Ὅμως ὁ διάβολος πολέμησε τήν ἴδυση τοῦ μοναστηριοῦ. Φανερώθηκε στόν Γέροντα καί τοῦ εἶπε ὅτι θά τόν πολεμήσει μέχρι τέλους καί δέν θά τόν ἀφήσει νά στεριώσει τό μοναστήρι. Πράγματι οἱ βοσκοί τῆς περιοχῆς ἀπείλησαν τόν Γέροντα μέ τίς γκλίτσες τούς λέγοντας ὅτι ὁ τόπος ἦταν δικός τους. Ἡ ὑπόθεση πῆγε στό δικαστήριο ὅπου ὁ Γέροντας δικαιώθηκε. Τά πνευματικά παιδιά τοῦ Γέροντα βοηθοῦσαν στό σκάψιμο κατά τήν θεμελίωση τῆς Μονῆς. Τά ὑλικά τά κουβαλοῦσαν μέ τό γαϊδουράκι ἀπό μακριά, ἀφοῦ δρόμος δέν ὑπῆρχε. Καί σάν νά μήν ἔφτανε αὐτό ὅταν ἔσκαβαν φυσοῦσε πάντα τόσο δυνατά ποῦ ἔφερνε τήν σκόνη στά μάτια τους. Παρά τίς ἀντιξοότητες τό κελλί , ὁ φοῦρνος καί ὁ ἀχυρώνας τελείωσαν καί κτίστηκαν καί κελλιά γιά τούς μοναχούς ποῦ θά ἔρθουν, ὅπως εἶπε ὁ Γέροντας, καθώς καί ξενώνας.

     Ὁ ἐργολάβος τῆς οἰκοδομικῆς δραστηριότητας καί συγγενής του Γέροντα, Γιῶργος Πανταζῆς, διηγεῖται: «Γιά νά κτίσουμε τό μοναστήρι εἴχαμε 50.000 δραχμές. Κάποια στιγμή ἤθελα νά ἀφήσω τήν ἐργολαβία, γιατί δέν ἔβρισκα ἐργάτες. Κανείς δέν ἐρχόταν νά δουλέψει τόσο μακριά. Εἶδα στόν ὕπνο μου ὅμως τήν ἁγία Βαρβάρα καί μοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θά μέ βοηθήσει ἐκείνη. Πράγματι τό ἄλλο πρωί μαζεύτηκαν δέκα ἐργάτες στό σπίτι μου γιά νά δουλέψουν στό μοναστήρι, γιατί εἶχε πέσει ἀνεργία στίς δουλειές τους». Συνεχίζει ὁ μαστρο-Γιῶργος: « Ὅταν ρίχναμε τήν πλάκα καί ἑτοιμάσαμε τό μισό ἀστάρωμα διαπιστώσαμε ὅτι τό νερό τελείωσε. Τό παίρναμε ἀπό τό πηγαδάκι, τό ὁποῖο ἄνοιξε ὁ Γέροντας σέ γούρνα ποῦ ἔβγαζε ἐλάχιστο νερό. Ἐκθέσαμε στόν π. Σίμωνα τό πρόβλημα καί αὐτός μας διαβεβαίωσε ὅτι ἀφοῦ φᾶμε τό φαγητό ποῦ εἶχε ἑτοιμαστεῖ θά ἔρθει νερό. Καί ἐνῶ ἦταν καλοκαιρία, ὅσο τρώγαμε ἐπίασε δυνατή βροχή καί χαλάζι καί γέμισε μέ νερό ἕνας λάκος δυόμισι μέτρα βάθος. Ὅταν ὁλοκληρώθηκε καί ὁ ξενώνας εἶδα πῶς ξόδεψα μόνο 49.500 δραχμές. Τά ὑλικά τά πλήρωνε ὁ π. Σίμων καί στοίχησαν καί αὐτά 49.500 δραχμές. Εἶναι θαῦμα πῶς τόσο μεγάλο ἔργο κόστισε τόσο λίγο».

     Ὅταν ἄρχισε νά πηγαίνει πολύς κόσμος ἄνοιξαν χωράφια γύρω ἀπό τό μοναστήρι καί καλλιεργοῦσαν διάφορα κηπουρικά γιά τήν ἀδελφότητα, ἀλλά καί τούς προσκυνητές. Ὁ Γέροντας ἦταν πολύ φιλόξενος καί ἐπέμενε νά παίρνουν ὅλοι κάτι γιά εὐλογία. Καί ἡ εὐλογία ποῦ εἶχε τό μοναστήρι ἦταν θαυμαστή. Τά τρόφιμα δέν ἔλλειψαν ποτέ. Ἡ μεγάλη διάθεση φιλοξενίας τοῦ Γέροντα ἔγινε αἰτία νά πλησιάσει πολύς κόσμος τό μοναστήρι καί νά σωθοῦν πολλές ψυχές. Ὁ Γέροντας ἤθελε νά τόν πλησιάζουν ὅλοι, νά βοηθάει ὅλους στίς δυσκολίες τους καί νά τούς ὁδηγεῖ στόν δρόμο τῆς σωτηρίας. Ὁ Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης ἀπό τήν Εὔβοια ἐκτιμοῦσε πολύ τόν π. Σίμωνα καί ἐπισκέφθηκε τό μοναστήρι νά πάρει τήν εὐχή του.

     Ὁ π. Ζωσιμᾶς, μαθητής τοῦ Γέροντα Σίμωνα, ἀναφέρει σέ ἕνα ἀπό τά βιβλία του ποῦ ἔχει γράψει γιά τόν Γέροντα:

     «Πολλές φορές ἐνῶ κοιμόμουν κοντά του γιά νά τόν προσέχω, ἐπειδή δέν ἔβλεπε πλέον, τόν ἄκουγα νά μιλάει. Ὅταν τόν ρωτοῦσα μέ ποιόν μιλοῦσε μου ἔλεγε:

     - Νομίζεις ὅτι κοιμᾶμαι; Πολύς κόσμος ἔρχεται ὅλη τήν νύχτα.

     Καί ἄλλη φορᾶ μία κυρία μου εἶπε ὅτι τό προηγούμενο βράδυ ἐπικαλέστηκε τόν Γέροντα γιά κάποιο πρόβλημά της καί ἐκεῖνος μπῆκε στό σπίτι της, τῆς ἔδωσε τήν λύση καί χάθηκε. Ἐγώ τῆς εἶπα ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά συνέβη αὐτό, γιατί κλειδώνω τό κελλί τό βράδυ καί κρατάω τό κλειδί ὥστε νά ἀναγκάζεται ὁ Γέροντας νά μέ ξυπνάει καί νά τόν συνοδεύω ἔξω γιά νά μήν χτυπήσει, ἀφοῦ δέν βλέπει. Τότε ὁ Γέροντας φωνάζει ἀπό τό κελλί του:

     - Ζωσιμά, ἐσύ πές ὅ,τι θέλεις. Ἐγώ τό βράδυ φεύγω ἀπ' ἐδῶ.

     Ἕνα βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, μοῦ φωνάζει νά τοῦ φέρω τό πετραχήλι. Τοῦ τό πῆγα, τό φόρεσε ὅπως ἦταν ξαπλωμένος καί ἄρχισε νά προσεύχεται πολλή ὥρα. Κατά τήν μία παρά τέταρτο ἔφτασε ἀγριεμένος κάποιος γνωστός μας ἀπό τήν Πεντέλη. Ἦταν κυριευμένος ἀπό θυμό καί φώναζε:

     - Θά σκοτώσω ἄνθρωπο ἀπόψε. Θά κάνω ἔγκλημα.

     Καί ὁ Γέροντας τόν ἔβαλε νά σκύψει κάτω ἀπό τό πετραχήλι γιά νά τοῦ διαβάσει τήν εὐχή. Μά ὁ ἄλλος διαμαρτυρόταν ὅτι ἤθελε νά ἐξομολογηθεῖ πρῶτα. Καί ὁ Γέροντας τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι δέν χρειαζόταν νά τοῦ πεῖ τίποτα, γιατί τά ἔβλεπε ὅλα ἀπό τήν ὥρα ποῦ ἄρχισε νά μαλώνει στό σπίτι του.

                                    - Πηγή: https://www.monastiriaka.gr/index.php?newsid=40609#sthash.xwirJWDJ.dpuf