Γέροντας Ἀμβρόσιος τῆς Μονῆς Δαδίου

2015-11-01 15:09

Ὁ βίος του

            Ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος Λάζαρης, ὁ πνευματικός της ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας τῆς Γαυριώτισσας τοῦ Δαδίου, ἀποτελεῖ μία ἁγιασμένη ἱερατικὴ μορφή, ποὺ κράτησε ἀπὸ τὴ θέση τῆς διακονίας τοῦ ἀναμμένη τὴ δάδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ φώτισε τὰ πέρατα τοῦ κόσμου.

            Ὁ Ἱερομόναχος Ἀμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε στὶς 21 Δεκεμβρίου 1912 στὰ Λαζαράτα Λευκάδος καὶ ἀνῆκε σὲ πολύτεκνη οἰκογένεια πέντε τέκνων. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Σπυρίδων. Ὁ πατέρας τοῦ ὑπηρέτησε γιὰ χρόνια στοὺς Βαλκανικοὺς πολέμους μὲ ξεχωριστὸ θάρρος καὶ τόλμη. Ἀργότερα ὑπηρέτησε ὡς γραμματοδιδάσκαλος στὴ Λευκάδα καὶ μαρτυρίες ἀναφέρουν ὅτι ἦταν πολὺ αὐστηρὸς καὶ αὐταρχικός. Ἀντίθετα, σύμφωνα μὲ τὶς μαρτυρίες ἡ μητέρα τοῦ ἦταν πολὺ ἤπιος καὶ ἤρεμος ἄνθρωπος καὶ ὁ Γέροντας τῆς εἶχε ἀδυναμία. Ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος ἔκρυβε, ὄχι τυχαίως, μέσα στὸ γιγαντῶδες σῶμα τοῦ μία λεπτὴ παιδικὴ ψυχὴ φλεγόμενη ἀπὸ θεῖο ἔρωτα.

            Οἱ συνθῆκες διαβίωσης ἦταν δύσκολες στὸ χωριὸ καὶ ἡ πείνα θέριζε ὅλες τὶς οἰκογένειες, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Γέροντας στὴν παιδική του ἡλικία νὰ στερηθεῖ πολλά. Ἀναγκάστηκε πολὺ νωρὶς νὰ σταματήσει τὸ σχολεῖο, προκειμένου νὰ βοηθήσει τὴν οἰκογένεια, ἐργαζόμενος ὡς ἐργάτης σὲ κτήματα τῶν συγχωριανῶν του. Γράμματα δὲν ἔμαθε πολλά, ὅμως χάρη στὴ μητέρα τοῦ εἶχε καλὴ ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἐξέφραζε τὴν πίστη του στὸν πνευματικὸ κόσμο, ἐπισκεπτόμενος τοὺς ναοὺς καὶ ἀπομακρυσμένα ἐξωκκλήσια.

            Οἱ κουβέντες εὔστοχες καὶ συχνὰ αὐστηρὲς μὲ ὕφος ἔντονο ποὺ ὅμως ἔκρυβε τὶς μεγάλες εὐαισθησίες καὶ τὴν ἀσίγαστη λαχτάρα του νὰ μὴν χάσουν οἱ ἄνθρωποι τὴν ψυχή τους. Μὲ πηγαῖο χιοῦμορ καὶ βλέμμα ποὺ ἀκτινογραφοῦσε. Ἕνας χαρακτήρας τόσο ἰδιαίτερος, μὲ πίστη ἀκλόνητη καὶ ἀδιατάραχτη πρὸς τὸν Χριστό, τὴν Παναγία καὶ τὶς ἅγιες πνευματικὲς ὀντότητες. Μάλιστα, ἐπειδὴ εἶχε ὡραῖο παράστημα ἐπιλέχθηκε στοὺς εὐζώνους στὸ στρατό. Τὸ βλέμμα τοῦ ἦταν πάντα καθάριο καὶ ἁγνό. Τὴν ὀμορφιά του, τὴ δύναμη καὶ τὰ νιάτα τοῦ προσέφερε μὲ προθυμία στὸ Χριστό, καθὼς αὐτὸ ποὺ τὸν ἐνδιέφερε ἦταν ὁ πλοῦτος τῆς ψυχῆς καὶ τὶς πίστης στὸ Θεῖο Λόγο.

            Ἀμέσως μετὰ τὸ στρατὸ πῆγε στὸ Ἅγιο Ὅρος. Μὲ τὸ ποὺ ἔμεινε στὸ Μοναστήρι ἔπαψε νὰ ἔχει ἐπαφὲς μὲ τὴν οἰκογένειά του. Ἐκεῖνοι τὸν ἐπισκέπτονταν καὶ ἐκεῖνος τοὺς ἐξεδήλωνε τὴν ἀγάπη του, ὅπως γιὰ κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη καὶ τοὺς βοηθοῦσε μέσα ἀπὸ τὶς προσευχές του. Τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὸ παρελθὸν τοῦ τὸν ἄφηναν ἀδιάφορο. Γιὰ ἐκεῖνον ἀλλοῦ βρισκόταν ὁ πλοῦτος, ἡ κατοικία καὶ ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία.

            Βγῆκε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὅρος, μὲ προτροπὴ τοῦ ἀγαπημένου τοῦ φίλου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, πῆγε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τῆς Γαυριώτισσας στὸ Δαδί. Στὰ χρόνια της ἰταλογερμανικῆς Κατοχῆς, ἡγούμενος τῆς Μονῆς ἀπὸ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940 καὶ γιὰ 2,5 χρόνια ὑπῆρξε ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γερμανὸς Δημάκος (μὲ τὸ ψευδώνυμο Ἀνυπόμονος κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἀντίστασης), μετέπειτα ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος ἀπὸ τὸ 1950 καὶ μετά, μὲ μεγάλο πνευματικό, κοινωνικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἔργο. Ἡ ἡγουμένη τότε τῆς Μονῆς, Γερόντισσα Παρθενία, εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὸν Γέροντα Πορφύριο, ποὺ πολὺ ἐκτιμοῦσε, κάποιον καλὸ Πνευματικὸ καὶ ἐκεῖνος πρότεινε τὸν Γέροντα Ἀμβρόσιο.

             Ὁ τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Ἀμβρόσιος τὸν χειροτόνησε πρῶτα ἱεροδιάκονο μετονομάζοντας τὸν Σπυρίδωνα σὲ Ἀμβρόσιο καὶ λίγες ἡμέρες ἀργότερα ἐκάρη πρεσβύτερος μὲ τὸν τίτλο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου. Σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα τοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογία γιὰ «τὸ τῆς πνευματικῆς ἀξίας λειτούργημα» (τοῦ Πνευματικοῦ). Ὅμως, ἐπειδὴ ἡ Μονὴ Δαδίου ἦταν πολὺ φτωχὴ καὶ δύσκολα τὰ χρόνια πῆγε ὡς ἐφημέριος σὲ διάφορους ναούς, ἐνισχύοντας οἰκονομικὰ τὴ Μονή. Στὴν Ἱερὰ Μονὴ Δαδίου ὁ Γέροντας ἀπὸ τὸ 1954 ἦταν ὁ Πνευματικὸς καὶ ἐκεῖ ἔζησε, προσευχήθηκε, βοήθησε τὴν Γερόντισσα νὰ ἀνακατασκευάσει τὸ Μοναστήρι, στήριξε πλῆθος ἀνθρώπων στὶς ποικίλες δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπιζαν. Φανερώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν κόσμο κυρίως τὰ τελευταία εἴκοσι χρόνια της ζωῆς του.

            Ἡ περιφρόνηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, οἱ ἀγῶνες τοῦ κατὰ τῆς ψυχολέθρου ἁμαρτίας, ἡ ἀγάπη του γιὰ τοὺς πονεμένους ἀνθρώπους καὶ ἡ ἀφοσίωσή του στὰ Μοναχικὰ ἰδεώδη τὸν κατέστησαν ἔσοπτρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἀκτινοβόλους ἀστραπᾶς εἰσδεχόμενον».

            Στὸ πρόσωπό του συγκεντρώνονται πολλὰ χαρίσματα καὶ ἀρετές, ποὺ ὁδήγησαν πλῆθος ψυχῶν ἀπλανῶς πρὸς τὸν Κύριο. Ὁ χαρακτήρας τοῦ συνδύαζε τὴν ἀδιατάρακτη πίστη του πρὸς τὸν Χριστό, τὴν Παναγία Μητέρα του καὶ τὶς Ἅγιες πνευματικὲς Ὀντότητες, τὶς ὁποῖες ἔπλασε ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Διαρκῶς ἐφάρμοζε τὴ μετάνοια ὡς τὸν μόνο καὶ σίγουρο δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Παράδεισο καὶ ἀγαλλιάζει τὶς πονεμένες ψυχές.

            Ὁ Γέροντας εἶχε ἀποκτήσει τὸ χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησον μέ), ἡ ὁποία ἔβγαινε ἀπὸ μέσα τοῦ ἀβίαστα, καρδιακά. Ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ κάποτε ὅτι εἶχε ὠφεληθεῖ πολὺ ἀπὸ τὸν Γέροντα Ἰωσὴφ τὸν Ἡσυχαστή, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸν Σοφρώνιο τοῦ Ἔσσεξ.

            Εἶχε τὸ χάρισμα τῆς θεωρίας, τῆς ἀγάπης, τῆς σοφίας, τὸ προορατικὸ καὶ διορατικὸ χάρισμα, καθὼς καὶ τὸ χάρισμα νὰ μιλᾶς στὴν ψυχὴ τῶν ἀνθρώπων. Οἱ νουθεσίες του, οἱ ὁμιλίες τοῦ πάνω σὲ διάφορα θέματα ἦταν πάρα πολλές. Συχνὰ ἔλεγε: Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Σωτήρας μας, ὁ ὁποῖος ἦρθε στὴ Γῆ γιὰ νὰ πιάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ χέρια καὶ νὰ τὸν ἀνεβάσει στὸν οὐρανό. Κανένας ἄλλος τρόπος δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει ποὺ νὰ ἀπαλλάξει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ καὶ τὴν καταδίκη μετὰ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Κι ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοι αὐτῶν φέραμε τὰ ἰδιώματα τοῦ γήινου ἀνθρώπου, φέραμε τὶς ἀδυναμίες καὶ ὅλα τὰ παρεπόμενα ποὺ ἀκολουθοῦν τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο στὴν παροῦσα ζωή του».

            «Βλέπουμε πόσο ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα, γι' αὐτὸ καὶ μὲ τὴν ταπεινή μας ἀδυναμία νὰ λέμε πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα «Δέσποινα Παναγία μᾶς ἔλα καὶ σῶσε μας γιατί χανόμαστε. Ἔλα, Ἐσὺ εἶσαι ἡ δύναμη ἡ θεϊκὴ» καὶ βλέπουμε ὅτι ἡ Παναγία ὅταν μὲ τὴν καρδιά μας, μὲ τὴν ψυχή μας, μὲ εἰλικρίνεια στὴν καρδιὰ καὶ μὲ πίστη σταθερὴ ποῦμε καὶ ἐπικαλεστοῦμε τὸ ὄνομά Της τὸ Ἅγιο, τότε ἡ Παναγία μας δὲ θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, μέχρι τέλους θὰ βρίσκεται ἐδῶ μέσα, σ' αὐτὸν τὸν ταλαίπωρο κόσμο τῆς ἐποχῆς».

             Εἶναι κατάδηλο ὅτι ἦταν συνδεδεμένος μὲ τὸν Κύριό του σύμπαντος, ὁ Ὁποῖος τὸν χρησιμοποιοῦσε ὡς ἀγγελιαφόρο καὶ ὡς δίαυλο, προκειμένου νὰ μεταφέρει στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τὸ θέλημά Του, τὸ μήνυμά Του, τὸ σχέδιό Του. Ἑπομένως ὁ πιστός, ποὺ εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, μποροῦσε νὰ τὴν δέχεται μέσα ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἐπίγειο Ἄγγελό Του, ὅπως καὶ μέσα ἀπὸ ἄλλους «ἀσυρματιστὲς τοῦ Θεοῦ», ἤτοι τοὺς Γέροντες Παϊσιο, Πορφύριο, Ἰάκωβο Τσαλίκη. Ἀγαπημένος τοῦ φίλος ἦταν ὁ Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

              Ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς, τῆς μετανοίας. Γιὰ τὴν ἐξομολόγηση τόνιζε ὅτι εἶναι τὸ μυστήριο τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι πρέπει νὰ ἐξομολογούμαστε στὸν πνευματικὸ τὰ πάντα. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι ἡ ἐλευθερία ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν φανερώνουμε τοὺς λογισμούς μας, εἶναι τεράστια. Μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο εἶχε κοινὰ τὰ χαρίσματα τῆς ταπείνωσης, τῆς μετάνοιας καὶ τῆς ἀγάπης. Ἐξάλλου δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντος Πορφυρίου τὴν 2 Δεκεμβρίου 1991, ὁ Γέρων Ἀμβρόσιος κοιμήθηκε λίγα χρόνια ἀργότερα τὴν ἴδια ὅμως ἡμερομηνία, τὴν 2 Δεκεμβρίου 2006. Εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ Θεὸς οἰκονόμησε νὰ φύγουν τὴν ἴδια μέρα.

             Ὅμως καὶ μὲ τὴν Γερόντισσα Παρθενία παρουσίαζε κοινὰ χαρίσματα, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλα ἀπὸ τὸ γνήσιο Ὀρθόδοξο φρόνημα, τὴν καλοσύνη, τὴν εἰρήνη καὶ τὴν προσευχή.

               Ἡ ἐνοίκηση τοῦ Παναγίου Πνεύματος στὴν ὕπαρξή του τὸν κατέστησε ὀντότητα πολλῶν προσωπικῶν θαυμάτων καὶ δέκτη θείων φωτοφανειῶν. Αὐτὴ ἡ ἀκτινοβολία ποὺ ἐξέπεμπε εἵλκυσε ὡς μαγνήτης πολλοὺς ἀνθρώπους κοντά του. Ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες ἡ ἁγιασμένη Μάνδρα τῆς Παναγίας στὶς πλαγιὲς τοῦ Παρνασσοῦ εἶχε καταστεῖ ζωοδόχος πηγὴ γιὰ τοὺς «πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην».

            Ἦταν τόσο ἀγαπητὸς ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν καθημερινὰ πλήθη ἀνθρώπων, κοσμικῶν καὶ λαϊκῶν. Χαρακτηριστικὴ ἦταν ἡ ἀγάπη, ἡ τιμὴ καὶ ἡ εὐλάβεια ποὺ ἔδειχνε πρὸς τοὺς Ἁγίους. Γι' αὐτὸ καὶ ἐδέχθη πολλῶν Ἁγίων τὴν ἐπίσκεψη: οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος τῶν Μεδιολάνων, ὁ Ἅγιος Χαρίτων, ὁ Ὅσιος Λουκᾶς, ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ὁ Ἅγιος Τίτος, ὁ Ἅγιος Παντελεήμων, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, κ.α.

            Ὁλοκληρώνοντας τὴν πολὺ σύντομη ἀναφορά μας γιὰ τὸν θεοφώτιστο πνευματικὸ πατέρα, Γέροντα Ἀμβρόσιο, σκόπιμη κρίνεται ἡ παράθεση μίας νουθεσίας, ποὺ συμπυκνώνει στὸ περιεχόμενό της τὸ πηγαῖο πνευματικὸ φρόνημα τοῦ Γέροντος. «Πρέπει ν' ἀποφασίσουμε νὰ βάζουμε τὸ θέλημά μας στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι μεγάλη ὑπόθεση, γιατί τότε ἐλευθερώνεσαι. Ἂν βάλεις τὸ θέλημά σου στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ κόσμος νὰ χαλάσει θὰ εἶσαι εἰρηνικὸς καὶ ἀτάραχος. Γιατί καμιὰ δυσκολία, κανένα πρόβλημα ἢ καμιὰ εὐτυχία δὲν εἶναι δική μας. Τοῦ Θεοῦ εἶναι. Ὁ διαχειριστὴς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου εἶναι Ἄλλος, ὄχι ἐμεῖς. Καὶ ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος αὐτὸ μας δίδαξε μὲ τὴ ζωή του».

Πηγὴ Ὑλικοῦ: «Γέρων Ἀμβρόσιος Λάζαρης, Ὁ Πνευματικός της Μονῆς Δαδίου», Ἱερὰ Μητρόπολις Φθιώτιδος, Ἱερὰ Μονὴ Δαδίου «Παναγία ἡ Γαυριώτισσα», Ἐκδοτικὸς Ὀργανισμὸς Π. Κυριακίδη Α.Ε., 1η Ἔκδοση Νοέμβριος 2008 καὶ 2η Ἔκδοση βελτιωμένη καὶ ἐπηυξημένη, Φεβρουάριος 2009.