Δία τῶν ἐντολῶν βαστάζουμε καὶ ἐμεῖς τὴ Θεία Χάρι

2016-03-14 11:10

π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος

     Ἂς ποῦμε ὅτι εἴμαστε μία βραδιὰ στὶς κατακόμβες.

     Καὶ τότε οἱ χριστιανοὶ μετὰ φόβου καὶ λαχτάρας, εὐλαβείας καὶ τρόμου, ἄκουγαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Καὶ βγαίναν πιὸ δυνατοί, πιὸ ἐνισχυμένοι, πιὸ ἰσχυροί. Καὶ κρατώντας τὰ κεριὰ στὰ χέρια τους, ἔβγαιναν ἀπ' αὐτές, καὶ ὅσοι συλλαμβάνονταν ὁδηγοῦνταν στὰ ἀμφιθέατρα καὶ στὰ μαρτύρια.

     Ἀλλὰ βγαίνοντας ὅμως ἀπὸ τὶς κατακόμβες, εἶχαν μέσα στὴν καρδιά τους καὶ στὴν ἀγκαλιὰ τοὺς τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἁγίους καὶ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶχαν μαρτυρήσει πρὶν ἀπ' αὐτούς. Καὶ τὸ αἷμα ἐκεῖνο, γιὰ κείνους, ἦταν δυνατό, διότι κυκλοφοροῦσε καὶ στὸ δικό τους αἷμα.

     Ἔτσι λοιπόν, βαστάζοντας αὐτὸν ποὺ βαστάζει τὰ πάντα, διότι ἔτσι μᾶς εἶπε καὶ ὁ πρῶτος Χαιρετισμός, «Χαῖρε ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα», τὸν ἐβάσταζαν καὶ Αὐτόν, δηλαδὴ τὸν Χριστόν, καὶ μποροῦσαν νὰ μποῦν στὶς ἀρένες, καὶ νὰ τοὺς σκοτώσουν οἱ μονομάχοι ἢ νὰ τοὺς φάνε τὰ ἄγρια θηρία, ἢ νὰ ὑποστοῦν τὰ φρικτὰ μαρτύρια ἐκεῖνοι οἱ πραγματικοὶ λεβέντες, γιατί σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς τοὺς λεγομένους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, κάθε ἄλλο παρὰ ἔχομε πνευματικὴ μέσα μᾶς ἐσωτερικὴ λεβεντιά. Οἱ περισσότεροι εἴμαστε νερόβραστα κολοκύθια, καὶ τίποτα περισσότερο.

     Μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς βέβαια τιμοῦμε τὴν Παναγία μας, τὴν Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶναι τέλειος ἄνθρωπος καὶ συγχρόνως καὶ τέλειος Θεός, ἀδιαιρέτως, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως, ἑνωμένος στὸ ἕνα πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

     Ἡ Παναγία μᾶς ἔφερε στὴ γῆ τὸν Χριστόν, ὅταν Τὸν γέννησε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἐκεῖ στὴ Βηθλεέμ, ὅταν Τὸν θήλαζε ἀπὸ τοὺς παρθενικοὺς μαστούς της, ὅταν Τὸν ἀγκαλίαζε τρυφερά, καὶ τοῦ μάθαινε τὰ πρῶτα βηματάκια τῆς ζωῆς, ὅπως κάνει ἡ κάθε μία μητέρα. Τὸν ὑπηρέτησε πιστὰ ἐδῶ στὴ γῆ, γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Γιατί; Γιὰ νὰ δοῦμε κατὰ πρῶτον τὴν Παναγία μας νὰ βαστάζει τὸν βαστάζοντα τὰ πάντα.

     «Χαῖρε», λοιπόν, μᾶς λέγει αὐτὸς ὁ σημερινὸς Χαιρετισμός, σὺ Παναγία μου ποὺ βαστάζεις στὴν ἀγκαλιά σου, Αὐτὸν ποὺ βαστάζει, κρατεῖ, ὁλόκληρον τὸν κόσμον στὰ χέρια Του. Καὶ τὸν ὁρατόν, καὶ τὸν ἀόρατον. Καὶ τὸν ὑλικὸν καὶ τὸν πνευματικὸν κόσμον τῶν ἀγγέλων. Δία τῆς Παναγίας μητρός Του, μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος ὅλους μας, καὶ μᾶς καλεῖ παρ' ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς αἰσχρότητες καὶ τὶς ἀναξιότητές μας, μᾶς καλεῖ, ποῦ; Στὸ σπίτι Του, στὴν Κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, στὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ μυστήριά της, ἐκεῖ μας καλεῖ!

     Καὶ μέσα σ' αὐτὸ τὸ οὐράνιο παλάτι τοῦ Χριστοῦ, θὰ συναντήσουμε πρῶτα πρῶτα τους Ἀποστόλους καὶ μαθητᾶς Του, ποὺ δόξασαν τὸν Θεὸν ὡς Εὐαγγελισταὶ καὶ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου ἐν ὅλη τὴ Οἰκουμένη. Καὶ κήρυξαν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἠμῶν, τὸν παθόντα καὶ ταφέντα καὶ Ἀναστάντα τὴν τρίτη ἡμέρα.

     Κήρυξαν μετάνοια καὶ πίστη στὴ νέα θρησκεία τῆς Ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν! Αὐτὴ εἶναι ἡ θρησκεία μας, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστις μας, ἡ πίστις μας στὴν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ τῆς δικαίας Κρίσεως ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μηδενὸς ἑξαιρουμένου.

     Καὶ κεῖ θὰ ἀντικρύσουμε ὅλους τους προφήτας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καὶ ἐκεῖ θὰ τυφλωθοῦμε ἀπὸ τὴν θεϊκὴν λάμψη, ποὺ θὰ ἀκτινοβολεῖται ἀπὸ τοὺς χοροὺς τῶν ἑκατομμυρίων μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν ποὺ ὑπέστησαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, μὲ χιλιάδες χιλιάδες βασανιστήρια, ἐξορίες, διωγμούς, φυλακίσεις καὶ θάνατους πολλούς. Ἐκεῖ θὰ συναντήσουμε ὅλους τους ἀσκητᾶς καὶ τοὺς ἐρημίτες, ὅλους τους ὁσίους ποὺ διέλαμψαν μὲ τὰ σκληρὰ ἀσκητικὰ παλέσματά τους, μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ καὶ ἐγκράτεια, λαβόντες οὐράνια χαρίσματα.

     Τὸ ψάλλουμε καὶ στὸ ἀπολυτίκιο, «νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν», ψάλλομε αὐτὸ τὸ ἀπολυτίκιο γιὰ κάθε μεγάλο ὅσιό της Ἐκκλησίας μας.

     Ἐκεῖ θὰ δοῦμε καὶ τοὺς διὰ Χριστὸν σαλοὺς νὰ δοξάζονται, μὲ πολλὴ δόξα ἐπειδὴ νίκησαν κάθε ἀνθρώπινο πάθος καὶ κάθε ἀνθρώπινη ἀδυναμία, νικώντας ἀκόμα καὶ κατὰ κράτος καὶ αὐτὸν τὸν διάβολο καὶ τὶς μηχανές του.

     Θὰ συναντήσουμε καὶ ὅλους τους σεσωσμένους χριστιανούς, τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ καὶ τὸν ταπεινὸ κλῆρο.

     Θὰ συναντήσουμε ἀκόμα καὶ θὰ ἀγκαλιάσουμε θερμὰ καὶ ὅλους τους δικούς μας ποὺ ἤδη ἔχουν σωθεῖ, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμὴ τῆς ζωῆς τους, δηλαδὴ τοὺς γονεῖς μας, τὰ ἀδέλφια μας, τὰ παιδιά μας τυχόν, τοὺς συγγενεῖς μας, τοὺς φίλους, τοὺς γείτονας, τοὺς συναδέλφους καὶ ἄλλους πολλούς.

     Στὸ παλάτι τοῦ Θεοῦ χριστιανοί μου, στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, θὰ ἔχουμε πολλὲς πολλὲς ἐκπλήξεις. Ἐκεῖ βέβαια θὰ δοξάζονται πρῶτον, ὅλοι ὅσοι νίκησαν τὸν ἑαυτόν τους, καὶ μετέπλασαν τὰ πάθη τους σὲ ἀρετές.

     Δεύτερον. Ὅλοι ὅσοι προσεύχονταν συνεχῶς, μὲ νηστεῖες, ἀγρυπνίες, καὶ σωματικὲς κακοπάθειες γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, σηκώνοντας πάνω καὶ μέσα στὶς καρδιὲς τοὺς τὶς θλίψεις, τοὺς πόνους καὶ τὶς χαρὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γής.

     Τρίτον, ἐκεῖ δοξάζονται ὅλες οἱ τάξεις τῶν ἁγίων καὶ τῶν σεσωσμένων χριστιανῶν ποὺ ἀναφέραμε προηγουμένως.

     Τέταρτον οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, βεβαιώνει λέγοντας «μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστὶν ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Δηλαδὴ ὅσοι δὲν τήρησαν στὴν ζωὴ τοὺς τὴν ταπείνωση, καὶ τὸ ταπεινὸ φρόνημα ἐφ' ὄρου ζωῆς, ὡς ἔνδυμα ζωῆς, χωρὶς καμιὰ κατάκριση ἢ καὶ κρίση ἀκόμα.

     Θὰ συναντήσουμε καὶ ὅλες τὶς τάξεις τῶν ἁγίων καὶ σεσωσμένων, ποὺ ἔλαβαν τὴν Θεία Χάρη, εἴτε διὰ τῆς Θείας Κοινωνίας, εἴτε διὰ τοῦ Αἵματος τοῦ μαρτυρίου. Διότι γιὰ πολλοὺς καὶ πάρα πολλοὺς τὸ αἷμα ποὺ ἔχυσαν ἦταν ταυτόχρονα καὶ λουτρὸ βαπτίσματος. Ἄρα νοερὰ καὶ αἰσθητά, ἀγκαλίασαν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος τους πῆρε στὴν ἀγκαλιὰ τὴ δική Του, στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Βασιλείας Του.

     Καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, μετενόησαν τὴν τελευταία στιγμή, ἀλλὰ χωρὶς Θεία Κοινωνία, διότι οἱ συνθῆκες δὲν τὸ ἐπέτρεψαν, καὶ σ' αὐτοὺς ἦλθε ἡ νοερὰ γεῦσις τῆς Θείας Μεταλήψεως, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ κοινώνησαν ὡς βρέφη μετὰ τὸ Ἅγιον Βάπτισμά τους.

     Ἔτσι λοιπόν, βαστάξαμε καὶ μεῖς, καὶ βαστάζουμε τὸν Χριστὸν μέσα μας, κάθε φορᾶ ποὺ κοινωνοῦμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἡ σωστικὴ ὅμως Χάρις, ἔρχεται πρῶτα ἀπὸ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα, ἐφόσον βαπτιζόμεθα μωρά, ὕστερα ἀπὸ τὸ Χρίσμα, ἀκολουθεῖ ἡ πίστις καὶ ἡ μετάνοια καὶ σφραγίζεται μὲ τὴ Θεία Κοινωνία.

     Ἂν ὅμως βαπτιστοῦμε μεγάλοι, τότε προηγεῖται ἡ πίστις. Ἡ πίστις ἄλλωστε ἐξ ἀκοῆς, ἀποδέχεται κανεὶς πλήρως τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως, ἀποτάσσει τὸν Σατανᾶ, συντάσσεται μὲ τὸ στράτευμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ κατόπιν μπαίνει στὸ λουτρὸ τοῦ Βαπτίσματος. Γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὸ Χρίσμα καὶ εὐθὺς ἀμέσως ἡ Θεία Κοινωνία. Καὶ τότε γίνεται ὁ κάθε νεοβαπτισμένος, καὶ ἕνα μέλος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Σώματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ μεῖς, ἐμεῖς, γινόμεθα μέλη Του. Αὐτὸς μας ἔχει μέλη Του. Δικά Του μέλη. Γι' αὐτὸ ὅταν κοινωνοῦμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων παίρνουμε καὶ βάζουμε μέσα μας τὸ Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ μᾶς κάνει σύσσωμους μὲ Αὐτόν, καὶ συναιμους μὲ Αὐτόν.

     Δὲν μεταβάλλεται τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὰ συστατικὰ τὰ δικά μας, ποὺ τὸ παραλαμβάνουν δηλαδὴ ἐντερικὲς λάσπες, ὄχι, ἀλλὰ ἐμεῖς μεταβαλλόμεθα σὲ Αὐτὸ ποὺ παίρνουμε. Καὶ ἔτσι γινόμεθα Χριστοφόροι καὶ Θεοφόροι.

     Σκοπὸς εἶναι νὰ μεταμορφωθοῦμε. Ἐὰν μεταμορφωθοῦμε θὰ μπορέσουμε νὰ βαστάξουμε ἀκόμα καὶ μὲ τὴν προσευχή μας, καὶ μὲ τὸ κομποσχοινάκι μας, καὶ μὲ τὴ μελέτη τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ποὺ τὴν ξεχνᾶμε αὐτὴν τὴν μελέτη, τὴν ξεχνᾶμε. Ὁ λόγος καὶ τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ κρατᾶμε στὰ χέρια μας, εἶναι ὁ ζωντανὸς Θεός, εἶναι ἡ φωνὴ ποὺ ἀκουγόταν σὲ ὅλη τὴν Γαλιλαία καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία, καὶ σὲ ὅλη τὴν Σαμάρεια, καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ σὲ κάθε καρδιὰ ἀνθρώπου. Αὐτὸς ὁ λόγος βαστάζεται στὴν καρδιά μας, πραγματοποιεῖ τὸ θαῦμα, τὴ μεταμόρφωση καὶ τὴ σωτηρία.

     Ἑπομένως λοιπὸν ἡ προσευχή, ἡ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ἐκκλησιασμός, ἡ ἐξομολόγησις, ἡ μετάνοια καὶ ἡ συντριβή, τὰ δάκρυα γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἡ Θεία Κοινωνία, μαζὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν θείων ἀρετῶν, θὰ μᾶς δώσουν αὐτὴν τὴν αἴσθηση, τὴν πνευματική, καὶ μακάρι νὰ λειτουργοῦσαν οἱ πνευματικές μας αἰσθήσεις, μακάρι νὰ λειτουργοῦσαν πάντοτε, καὶ τότε θὰ καταλαβαίναμε, θὰ νοιώθαμε, θὰ ζούσαμε πῶς νὰ σᾶς τὸ πῶ, πὼς νοιώθετε τὸ ροῦχο ποὺ φορᾶτε πάνω σας, πὼς νοιώθουμε ὅτι μασᾶμε τὴν τροφὴ καὶ τὴν καταπίνουμε, πὼς νοιώθουμε τὸ νερό, ποὺ μᾶς ξεδιψάει ἀπὸ τὴ δίψα, κάτι παρόμοιο θὰ μποροῦσα νὰ πῶ, ἔχει μία αἴσθηση ἡ Θεία Χάρις μέσα στὴν ψυχή. Εἶναι ἡ πληροφορία τῆς μεταμορφώσεώς μας, μία πρόγευσις γιὰ τὴ σωτηρία μας. Μία πρόγευσις ὅτι βαστάζουμε μέσα μας καὶ μεῖς, ἂν ὄχι τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, βαστάζουμε ὅμως τὴν Χάρη Του, διότι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐντὸς ἠμῶν ἐστι.

     Εὔχομαι αὐτὴν τὴν στάση, αὐτὴν τὴν αἴσθηση, νὰ τὴν ἔχουμε καὶ μεῖς γιὰ πάντα σὲ ὅλη μας τὴ ζωή, ἰδιαιτέρως δέ, τὴν ὥρα ποὺ θὰ ξεψυχᾶμε νὰ ἔχουμε μέσα μας τὴν αἴσθηση ὅτι βαστάζουμε τὸν βαστάζοντα τὰ πάντα, Ἀμήν.