Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ

2014-09-05 13:00

Τό χάλκινο φίδι

     Ἡ Κυριακή πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς προετοιμάζει πνευματικά γιά νά συναισθανθοῦμε τό μέγα μυστήριο τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας. Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μᾶς μεταφέρει σέ μία ἱερή συζήτηση μέσα στή νύχτα, ὅπου ὁ Κύριος ἀπεκάλυψε στόν κρυφό μαθητή τοῦ Νικόδημο τό μέγα μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους, εἶπε, δέν ἔχει ἀνεβεῖ στόν οὐρανό, παρά μόνο ἐγώ πού κατέβηκα ἀπό τόν οὐρανό καί ἔγινα ἄνθρωπος. Κι ἐνῶ τώρα εἶμαι στή γῆ, ἐξακολουθῶ νά εἶμαι καί στόν οὐρανό. Καί ὅπως κάποτε ὁ Μωυσῆς κρέμασε ψηλά τό χάλκινο φίδι γιά νά σώζονται μ' αὐτό οἱ Ἰσραηλίτες ἀπό τά θανατηφόρα δαγκώματα τῶν φιδιῶν τῆς ἐρήμου, ἔτσι σύμφωνα μέ τό μυστηριῶδες σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ὑψωθῶ ἐγώ ψηλά πάνω στό σταυρό.

     Ποιά ὅμως εἶναι ἡ βαθύτερη σχέση ἀνάμεσα στό γεγονός αὐτό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τή σταύρωση τοῦ Κυρίου μας; Ἐκεῖ στήν ἔρημο συνέβαινε κάτι τό συνταρακτικό. Εἶχαν παρουσιαστεῖ φίδια φαρμακερά καί τρύπωναν στίς σκηνές τῶν Ἰσραηλιτῶν. Φίδια ἀμέτρητα δάγκωναν ὅσους ἔβρισκαν μπροστά τους. Κι αὐτοί μέ πόνους δυνατούς καί κραυγές ἀπελπιστικές σέ λίγη ὥρα ἔπεφταν νεκροί! Οἱ Ἰσραηλίτες τρομοκρατημένοι ἄρχισαν νά καταλαβαίνουν ὅτι τιμωροῦνται γιά τίς πολλές τους ἁμαρτίες. Σκέφτηκαν ὅτι μόνον ὁ Θεός μποροῦσε νά τούς σώσει. Ἔτρεξαν λοιπόν στόν Μωυσῆ κι ἐκεῖνος μέ ὅλη του τήν ψυχή παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τούς σώσει. Καί ὁ Θεός, σάν ἀγαθός πατέρας, ἐπειδή εἶδε ὅτι μετανόησε ὁ λαός, ἄκουσε τήν προσευχή τοῦ Μωυσῆ καί τοῦ λέει:

     Φτιάξε ἕνα φίδι χάλκινο καί κρέμασε τό σέ ἕνα ξύλο. Καί πές στούς Ἰσραηλίτες: «Καθένας πού θά τόν δαγκώσει φίδι, νά κοιτάζει τό χάλκινο αὐτό φίδι καί θά σώζεται ἀπό τό θάνατο». Καί τό θανατικό σταμάτησε, οἱ Ἰσραηλίτες σώθηκαν.

     Γιατί ὅμως ὁ Κύριος συσχετίζει τό γεγονός αὐτό μέ τή δική του σταύρωση; Τό χάλκινο φίδι τό ὕψωσε ὁ Μωυσῆς καρφωμένο σέ ξύλο. Στό τίμιο ξύλο τοῦ σταυροῦ ὑψώθηκε κρεμασμένος κι ὁ Χριστός μας. Τά φαρμακερά φίδια σκορποῦσαν τό θάνατο. Ὁ σατανᾶς, ὁ ὄφις ὁ ἀρχαῖος, μέ τά φαρμακερά τσιμπήματά του νεκρώνει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Στήν ἔρημο ὁ Μωυσῆς κρέμασε πάνω στό ξύλο ἕνα χάλκινο φίδι, πού ἦταν τό ὁμοίωμα τῶν φαρμακερῶν φιδιῶν. Στό σταυρό κρεμάστηκε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος θεωρήθηκε τό ὁμοίωμα τῆς ἁμαρτίας, καθώς σήκωσε ἐπάνω του ὅλες τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Στήν ἔρημο οἱ Ἰουδαῖοι ἀτενίζοντας τό χάλκινο φίδι διέφυγαν τόν πρόσκαιρο θάνατο, ἐμεῖς οἱ πιστοί ἀτενίζοντας τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ λυτρωνόμαστε ἀπό τή σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο, μποροῦμε νά εἰσέλθουμε ὄχι στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀλλά στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Πόσο μᾶς ἀγάπησε!

     Ὁ Κύριος στή συνέχεια ἐξηγεῖ στόν Νικόδημο τό νόημα τῆς δικῆς του ὑψώσεως πάνω στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ: Ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου, λέει, θά ὑψωθεῖ πάνω στό Σταυρό, γιά νά μή χαθεῖ κανένας ἀπό ὅσους θά πιστεύουν σ' Αὐτόν στόν αἰώνιο θάνατο, ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια. Διότι τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε παρέδωσε σέ θάνατο τόν μονάκριβο Υἱό του, γιά νά μή χαθεῖ στόν αἰώνιο θάνατο κανένας πιστός, ἄλλα νά ἔχει ζωή αἰώνια. Διότι δέν ἀπέστειλε ὁ Θεός τόν Υἱό του στό ἁμαρτωλό γένος τῶν ἀνθρώπων γιά νά κατακρίνει καί νά καταδικάσει τό γένος αὐτό, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁλόκληρος ὁ κόσμος.

     Μέ τά ὑπέροχα αὐτά λόγια του ὁ Κύριος ἀπεκάλυψε στόν Νικόδημο τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Πόσο πολύ μας ἀγάπησε ὁ Θεός; Τό πόσο πολύ μας ἀγάπησε φαίνεται ὄχι μόνον ἀπό τό ὅτι ἤθελε νά μᾶς σώσει, ἀλλά καί ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μᾶς ἔσωσε καί ἀπό τή σωτηρία τήν ὁποία μᾶς χάρισε. Διότι δέν ἔστειλε κάποιον ἄνθρωπο ἤ ἄγγελο νά μᾶς σώσει, ἀλλά τόν μονογενῆ του Υἱό, τόν συνάναρχο καί σύνθρονο, τόν ἄπειρο καί πανυπερτέλειο Υἱό του. Κι Αὐτόν Τόν παρέδωσε σέ θάνατο.

     Καί γιά ποιούς Τόν παρέδωσε σέ θάνατο; Ποιούς ἀγάπησε; Μήπως πλάσματα πού Τόν λάτρευαν καί Τόν ἀγαποῦσαν; Ἐμᾶς τούς ἀποστάτες ἀνθρώπους, πού εἴχαμε γίνει ἐχθροί του καί καταντήσαμε «κτηνώδεις καί δαιμονιώδεις». Ὁ ἄπειρος Θεός ἀγάπησε ἕναν τέτοιον ἀνάξιο κόσμο. Ἀγάπησε τόν διεφθαρμένο ἄνθρωπο, ἐνῶ αὐτός δέν εἶχε νά παρουσιάσει τίποτε ἄξιό της ἀγάπης του. Καί ἔγινε ἄνθρωπος ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γιά νά μᾶς σώσει ἀπό τήν καταδυνάστευση τοῦ διαβόλου. Καί ὑψώθηκε ἐπάνω στό Σταυρό, γιά νά μή χαθοῦμε στό αἰώνιο σκοτάδι, ἀλλά νά ζοῦμε μαζί του αἰωνίωςτή δική του πανευτυχῆ ζωή. Καί μᾶς δέχθηκε ὡς παιδιά του, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας του, καί μᾶς τροφοδοτεῖ μέ τά ἅγια Μυστήρια, μᾶς προσφέρει ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἁγιασμό καί σωτηρία ψυχῆς.

     Ἐμεῖς κατανοοῦμε ἄραγε τό ὕψους αὐτό τῆς ἀγάπης του; Ἀντιλαμβανόμαστε τήν ἄπειρη αὐτή καί ὕψιστη εὐεργεσία του; Γι' αὐτό ἄς παρακαλοῦμε Αὐτόν πού τόσο πολύ μας ἀγάπησε, νά μᾶς φωτίζει νά κατανοοῦμε ὅσο μποροῦμε τό ὕψος τῆς ἀγάπης του. Καί νά ζοῦμε πλέον μόνο γιά τόν Θεό καί μέ τόν Θεό.
Ὁ Σωτήρ, 1984, Χριστιανική Φοιτητική Δράση