Ἱανουάριος - Φεβρουάριος 2013, Ἔτος 3ο, Φύλλο 12ο.

2014-07-30 09:09

«Φῶς Χριστοῦ»

ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ

Ι . Ν. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΝΙΤΣΗΣ,

Τ.Κ. 30002, ΒΟΝΙΤΣΑ

Ἱανουάριος - Φεβρουάριος 2013, Ἔτος 3ο, Φύλλο 12ο.

  • Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

     Ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι κορυφαία ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο καί τό ἐπιστέγασμα τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ θείου σχεδίου γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς στάθηκαν μέ δέος μπροστά στό ἀπερινόητο αὐτό μυστήριο καί μέ γνώμονα τίς ἅγιες Γραφές συνέλαβαν ὕψιστες ἀλήθειες καί καί διατύπωσαν ὑψηλή θεολογία.

     Σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξε ἀπαραίτητη. Ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου θά ἦταν ἀδύνατη δί' ἄλλου τρόπου, διότι ὁλόκληρη ἡ δημιουργία, ζῶσα καί μή ζῶσα, ἦταν ὑποκείμενη στήν πτώση. Οἱ δύο μεγάλες μοιραῖες πτώσεις, ἡ πρώτη τῶν ἄυλων νοερῶν δυνάμεων καί ἡ δεύτερη τῶν ἀνθρώπων, ἔφεραν ὄχι ἁπλά ἀναστάτωση στήν κτίση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἰσήγαγαν σέ αὐτή τό κακό, ὡς μόνιμη κατάσταση, ὡς ὀντολογική ἀντίθεση στό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ ἀπόλυτα ἀγαθοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ἐξαιτίας τῆς πτώσεως «ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὔχ ἐκοῦσα, ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, ἐπ' ἐλπίδι ὅτι καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Οἴδαμεν γάρ ὅτι πάσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν»  (Ρώμ.8:20-22). Αὐτό σημαίνει πώς ὅλα τά ὄντα ἀπό τούς ἄυλους ἀγγέλους ὡς τούς ἀνθρώπους καί τήν ὑλική κτίση ἦταν ὑποκείμενα στήν φθορά τῆς πτώσεως καί ἄρα χρειάζονταν σωτηρία καί λύτρωση. «Πάντες ἥμαρτον καί ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρώμ.5:1). Κατά συνέπεια κανένα κτιστό ὄν δέν θά μποροῦσε νά πάρει τή θέση τοῦ λυτρωτῆ. Αὐτός θά ἔπρεπε νά προέρχεται ἔξω ἀπό τήν δημιουργία, ἀδιάφθορος καί ἀπόλυτα ἀμέτοχός του κακοῦ. Ἄρα μόνο θεῖο πρόσωπο θά μποροῦσε νά καταστεῖ λυτρωτής τοῦ κόσμου.

     Ἡ θεία βουλή ἀποφάσισε νά καταστεῖ λυτρωτής ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γι' αὐτό ἀμέσως μετά τήν πτώση ἄρχισε νά ὑλοποιεῖται τό θεῖο σχέδιο τῆς σωτηρίας. Αὐτό προέβλεπε νά ὑπάρξει μία μακραίωνη προετοιμασία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἄρχισε νά διαμορφώνει ἱστορικές συνθῆκες κατάλληλες ὥστε νά ὁδηγήσουν τήν ἀνθρωπότητα στό γεγονός τῆς ἐν Χριστῷ ἀποκαταστάσεως καί σωτηρίας. Δόθηκε ὁ Νόμος στούς Ἰσραηλίτες ὡς παιδαγωγός εἰς Χριστόν (Γάλ.3:2), στάλθηκαν προφῆτες νά διαμηνύσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ (Ρώμ.1:2), ἀναδείχθηκαν σπουδαῖες προσωπικότητες (φιλόσοφοι, ἄρχοντες, νομοθέτες, κοινωνικοί ἀναμορφωτές, συγγραφεῖς, ποιητές, κλπ), οἱ ὁποῖοι προήγαγαν τό ἀνθρώπινο πνεῦμα, ἐπεσήμαναν τήν κακοδαιμονία τοῦ κόσμου καί ἔσπειραν τόν σπόρο τῆς ἀνάγκης γιά τήν λύτρωσή του ἀπό αὐτήν τήν κατάσταση. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου διαμορφώθηκε μέσα στίς διάφορες παραδόσεις τῶν λαῶν μία μυστηριώδης καί ἰσχυρή τάση ἀναμονῆς μελλοντικοῦ λυτρωτῆ, ἡ ὁποία μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου ὁλοένα καί μεγάλωνε, ὥστε στούς ἄμεσους προχριστιανικούς χρόνους νά ἔχουμε πιά παγκόσμια ἐναγώνια προσμονή.

     Ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, «ἑξαπέστειλεν ὁ Θεός τόν υἱόν αὐτοῦ γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπό νόμου, ἴνα τούς ὑπό νόμον ἐξαγοράσει, ἴνα τήν υἱοθεσίαν ἀπολαύωμεν» (Γάλ.4:4). Ὁ αἰώνιος καί ὁ ἄπειρος Θεός συγκαταβαίνει καί γίνεται ἄνθρωπος τέλειος, «γενόμενος ἐκ σπέρματος Δαυίδ κατά σάρκα» (Ρώμ.1:3), χωρίς νά ἀφήσει τήν θεότητά του. «Νέον ἐξ Ἀδάμ παιδίον φυράματος ἐτέχθη Υἱός καί πιστοῖς δέδοται» (3ο τρόπ. στ΄ὠδῆς κανόνα τῶν Χριστουγέννων). Στό θεανδρικό θεανθρώπινο πρόσωπό Του συναντήθηκε καί ἑνώθηκε ἡ θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Τά πρίν διεστῶτα, ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας, τώρα πιά ἑνώθηκαν μέ ὀργανική καί αἰώνια ἕνωση (Ἔφ.2:14). Ἀλλά γιά νά γίνει ἡ ἕνωση αὐτή προηγουμένως καθαρίστηκε, λυτρώθηκε καί ἁγιάστηκε ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀπό τόν Ἐνανθρωπήσαντα Λόγο,  διότι δέν ἦταν δυνατόν νά γίνει φύση τοῦ Θεανθρώπου ἡ πτωτική ἀνθρώπινη φύση. Ἔτσι ταυτόχρονα μέ τήν θεία Ἐνανθρώπηση πραγματοποιήθηκε καί ἡ λύτρωση τῆς πεπτωκυίας φύσεώς μας στό θεναδρικό πρόσωπο τοῦ Λυτρωτῆ.

Ἀπό τό «Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΛΟΓΟΥ» τοῦ κ. Λ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ .

  • Ἡ ἑορτή τῶν Θεοφανείων καί τό μήνυμά της

     Οἱ χριστιανικές γιορτές πού γιορτάζουμε αὐτές τίς ἡμέρες εἶναι γεγονότα πού ξεπερνοῦν τίς στενές χωροχρονικές συναρτήσεις καί ἀποσκοποῦν νά ἐντάξουν τόν ἄνθρωπο στό μεγάλο μυστήριο τῆς σωτηρίας. Εἶναι τομές μέσα στόν ἱστορικό χρόνο, πού τόν ἀγκαλιάζουν καί τόν κάνουν αἰωνιότητα. Εἶναι μεγάλα ὁρόσημα, μέ μοναδική λυτρωτική σημασία γιά τόν πιστό. Ἔτσι ὁ χρόνος γιά τόν ἄνθρωπο ποῦ συμμετέχει στό γιορταστικό κύκλο τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι μία μονότονη ροή ὡρῶν, ἡμερονυκτίων, ἑβδομάδων, μηνῶν καί ἐτῶν, ἀλλά ἐνταγμένος στή λυτρωτική διάσταση αὐτῶν τῶν ἥμερών του μεταφέρει τό μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεως, τήν ὁποία καμία ἄλλη ἐνδοκοσμική δύναμη δέν μπορεῖ νά προσφέρει.

     Σέ αὐτή τή λυτρωτική διάσταση μᾶς μεταφέρει καί ἡ γιορτή τῶν Θεοφανείων ἤ Ἐπιφανειῶν ἤ Ἁγίων Φώτων, ποῦ εἶναι ἡ ἀρχαιότερη μετά τό Πάσχα δεσποτική γιορτή.Τό θέμα τῆς εἶναι ἡ βάπτιση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν Πρόδρομο στόν Ἰορδάνη ποταμό καί ἡ Θεοφάνεια (φωνή τοῦ Πατέρα γιά τόν Υἱό, κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν εἴδει περιστερᾶς).

     Ἡ ἀρχή τῆς γιορτῆς εἶναι ἀνάλογη μέ τή γιορτή τῶν Χριστουγέννων. Τήν 6η Ἰανουαρίου οἱ Ἐθνικοί της Αἰγύπτου καί Ἀραβίας γιόρταζαν τό χειμερινό ἡλιοστάσιο, τό ὅποιο κατά τούς ἀρχαίους ὑπολογισμούς συνέπιπτε μέ τήν 6η Ἰανουαρίου καί τήν ἀρχόμενη μέ τήν αὔξηση τῆς ἡμέρας νίκη τοῦ φωτός κατά τοῦ σκότους. Στίς ἀρχές τοῦ γ' αἰώνα πρῶτοι οἱ αἱρετικοί ὀπαδοί τοῦ Βασιλείδου ἐπιχείρησαν τήν ἀντικατάσταση τῆς εἰδωλολατρικῆς αὐτῆς γιορτῆς μέ τή γιορτή τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ. Λίγο ἀργότερα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς καθόρισε τήν 6η Ἰανουαρίου ὡς ἥμερα γιορτῆς τῶν Ἐπιφανειῶν ἤ Θεοφανείων.

     Ἔτσι στήν ἐπιφάνεια τῶν ψευδῶν θεῶν καί αὐτοκρατόρων ἡ Χριστιανική  Ἐκκλησία ἀντέταξε τήν ἐπιφάνεια  τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί Βασιλέως Χριστοῦ, τά ἀληθινά Θεοφάνεια. Ἐπίσης στή λατρεία τοῦ ἡλίου, ποῦ νικάει κατά τό χειμερινό ἡλιοστάσιο τό σκοτάδι τῆς νύχτας, ἀντιπαρέθεσε τή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ ἡλίου, τοῦ Χριστοῦ, ποῦ κατά τόν Ἠσαΐα ἀνέτειλε στόν ἐν σκότει καί σκιά θανάτου καθήμενο κόσμο.

     Ἐπί πλέον ἡ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ καί τά Θεοφάνεια σημαίνουν τήν ἀνάδειξη τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο ὡς Μεσσία καί Λυτρωτή. Ἡ φωνή τοῦ Πατέρα ποῦ ἀκούγεται κατά τή βάπτιση τοῦ Χριστοῦ ὑποδηλώνει τήν ἐνθρόνισή Του ὡς τοῦ μόνου καί ἀληθινοῦ Βασιλέως καί Κυρίου τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ εἰσάγει στόν κόσμο ἕνα νέο εἶδος ἐξουσίας, τήν ἐξουσία καί δύναμη πού πηγάζουν ἀπό τήν ἀγάπη καί τά παθήματα χάρη τῶν ἄλλων.

     Ἡ γιορτή τῶν Θεοφανείων ἀποτελεῖ καί τήν ἀπαρχή τόν χριστιανικοῦ βαπτίσματος καί τόν ἁγιασμοῦ τοῦ κόσμου. Στόν Ἰορδάνη ὁ Χριστός ἁγίασε τά ὕδατα ὥστε νά γίνουν «ἁγιασμοῦ δῶρον, ἁμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων ἀλεξιτήριον, δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον». Στούς πρώτους μάλιστα χριστιανικούς αἰῶνες τήν ἥμερα τῶν Θεοφανείων γινόταν καί ὁ φωτισμός δήλ. τό βάπτισμα τῶν κατηχουμένων, ἀπό τό ὅποιο ἡ γιορτή τῶν Θεοφανείων ὀνομάσθηκε καί γιορτή τῶν Φώτων.

     Τό βαθύτερο νόημα τῆς γιορτῆς τῶν Θεοφανείων φανερώνεται σέ ἐκείνους, ποῦ θά λουσθοῦν στά νάματα τόν Ἰορδανοῦ καί θά καθαρίσουν μέ τόν ἁγιασμό τίς αἰσθήσεις τους ἀπό τό συσκοτισμό τῆς καθημερινότητας. Σέ ἐκείνους ποῦ θά προσεγγίσουν τό μεγάλο μυστήριο τῆς σωτηρίας ὄχι νοησιαρχικά, ἀλλά βιωματικά. Τότε θά δοῦν μέ ἔκπληξη καί δέος ὅτι τά γεγονότα αὐτῶν τῶν ἥμερων εἶναι τόσο κοντά μας καί ἔχουν νά μᾶς δώσουν ἕνα μήνυμα σύγχρονο καί ἐπίκαιρο. Ἕνα μήνυμα ἐλευθερωτικό καί σωστικό. Τό μήνυμα τοῦ σωσμένου, τοῦ ἀκέραιου καί αὐθεντικοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα μήνυμα ποῦ διαφυλάσσεται δύο χιλιάδες χρόνια τώρα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ποῦ εἶναι ὁ παρατεινόμενος στούς αἰῶνες Χριστός καί ἀποτελεῖ τό χῶρο τῆς λυτρώσεως καί καταφάσεως τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας. Μονάχα ἐκεῖ διασώζεται ἡ ἀρχέγονη κληρονομιά τοῦ ἄνθρωπου καί ὁρίζεται τό νόημα τόν ὑπάρχειν μέσα στόν κόσμο.

     Κάτω ἀπό αὐτές τίς προϋποθέσεις γίνεται ἀντιληπτό τό θεολογικό βάθος τῶν εὐχῶν τῆς γιορτῆς τῶν Θεοφανείων, ποῦ εἶναι γεμάτες ἐνεστωτικές σωτηριολογικές ἐκφράσεις καί ἀποτελοῦν ὕμνο τῆς ἀνακαινισμένης ἐν Χριστῷ κτίσεως:

     «Σήμερον τά τοῦ Ἰορδανοῦ νάματα, μεταποιεῖται τή τοῦ Κυρίου παρουσία. Σήμερον ρείθροις μυστικοῖς πάσα ἡ κτίσις ἀρδεύεται. Σήμερον τοῦ σκότους ἐλυτρώθημεν καί τῷ φωτί τῆς θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον ἡ ἀχλύς τοῦ κόσμου καθαίρεται τή ἐπιφάνεια τοῦ Θεοῦ ἠμῶν. Σήμερον τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει καί τά κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ. Σήμερον λαμπαδοφεγγεῖ πασά ἡ κτίσις ἄνωθεν. Σήμερον ἡ πλάνη κατήργηται καί ὁδόν ἠμίν σωτηρίας ἐργάζεται ἡ τοῦ Δεσπότου ἐπέλευσις...»

Τοῦ κ. Μιχαήλ Τρίτου, Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ

  • Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

     Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου δέν εἶναι κάποιο ἀφηρημένο θεωρητικό σχῆμα, οὔτε κάποια μυθοπλασία κάποιου εὐφάνταστου μυθογράφου, ἀλλά πραγματικό γεγονός, τό ὁποῖο ἔλαβε χώρα σέ συγκεκριμένο χῶρο καί χρόνο (Γάλ.4:4). Ἡ μεγάλη δεσποτική ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου μᾶς ὑπενθυμίζει αὐτή τήν μεγάλη ἀλήθεια καί τονίζει ἰδιαίτερα τήν πραγματική ἀνθρώπινη φύση, τήν ὁποία ἐκῶν ἐνδύθηκε, γιά χάρη τῆς δικῆς μας σωτηρίας.

     Ἡ καθιέρωση τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου ἀπό τήν Ἐκκλησία, συνέτεινε ἀναμφίβολα ἡ δράση κάποιων αἱρετικῶν κύκλων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνταν τήν πραγματική ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί δίδασκαν τήν μή πραγματική ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Τέτοιοι ὑπῆρξαν οἱ αἱρετικοί δοκῆτες, οἱ ὁποῖοι δίδασκαν τήν κακοδοξία ὅτι δῆθεν ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε φαινομενικά, «κατά δόκησιν», ὅπως τόνιζαν. Αὐτοί μαζί μέ τούς μαρκιωνίτες, τούς μανιχαίους καί ἄλλους αἱρετικούς, ὅλοι τους πρόδρομοι τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν τοῦ 5ου αἰώνα, ἐπιχείρησαν νά νοθεύσουν τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας.

     Ἡ Ἐκκλησία μᾶς μεταχειρίστηκε κάθε μέσον νά προασπίσει τήν ἅπαξ ἀποκαλυφθεῖσα καί παραδοθεῖσα ἀλήθεια. Ἀκόμα καί ἑορτές καθιέρωσε γιά νά περιχαρακώσει τίς ὕψιστες καί σωτήριες ἀλήθειές Της. Εἶναι ἱστορικά βεβαιωμένο πώς οἱ ἑορτές τῶν Χριστουγέννων, τῆς Περιτομῆς καί τῶν Θεοφανείων καθιερώθηκαν ἀπό τήν ἀνάγκη τοῦ ἀντιαιρετικοῦ ἀγώνα τῆς Ἐκκλησίας μας καί μετά ἔλαβαν ἑορταστικό χαρακτήρα, ὅπως τίς βιώνουμε σήμερα.

     Ἡ περιτομή ἦταν μία πρακτική συνηθισμένη σέ πολλούς λαούς τῆς ἀρχαιότητας. Ὁ Ἡρόδοτος ἀναφέρει πώς πρῶτοι πού ἔκαναν περιτομή στά ἄρρενα τέκνα τούς ἦταν οἱ Αἰθίοπες καί οἱ Αἰγύπτιοι, κυρίως γιά λόγους ὑγιεινῆς (Ἠροδ.Ἰστ.Β΄,104). Ἱστορικά ἴσως οἱ Ἑβραῖοι πῆραν τήν συνήθεια αὐτή ἀπό τούς Αἰγυπτίους. Σύμφωνα μέ τήν Παλαιά Διαθήκη ὅμως τήν περιτομή θέσπισε ὁ Ἴδιος ὁ Θεός κατά παραγγελία Του στόν πιστό Ἀβραάμ, ὡς μία πράξη διαφοροποιήσεως τῶν ἀπογόνων του ἀπό τούς ἄλλους λαούς, ὥστε μέσω αὐτῶν νά ὑλοποιηθεῖ τό σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. «Αὔτη ἡ διαθήκη, ἤν διατηρήσεις, ἀνά μέσον ἐμοῦ καί ὑμῶν καί ἀνά μέσον του σπέρματός σου μετά σέ εἰς τάς γενεᾶς αὐτῶν΄ περιτμηθήσεται ὑμῶν πᾶν ἀρσενικόν, καί περιτμηθήσεθε τήν σάρκαν τῆς ἀκροβυστίας ὑμῶν, καί ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνά μέσον ἐμοῦ καί ὑμῶν. Καί παιδίον ὀκτώ ἡμερῶν περιτμηθήσεται ὑμίν» (Γέν.17:12).

     Ἡ περιτομή ὅλων τῶν ἀρένων νηπίων γινόταν ἀπό τόν πατέρες τους ἤ ἀπό εἰδικούς στήν περιτομή πού ὀνομάζονταν mohel, τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τή γέννησή τους, ὅπως εἶχε διατάξει ὁ Θεός. Γινόταν στά σπίτια τῶν νηπίων ἤ στίς συναγωγές ἐνώπιον συγγενῶν καί φίλων. Ἡ τελετουργία τῆς περιτομῆς ἦταν γιά τούς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μεγάλης σπουδαιότητας γεγονός. Τό παιδί πού περιτέμνονταν θεωροῦνταν πιά μέλος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τηρητής τῆς διαθήκης, ἡ ὁποία συνήφθη μεταξύ του Θεοῦ καί τοῦ Ἀβραάμ (Γέν,17:12). Ὁ περιτμημένος ἦταν ὑποχρεωμένος νά τηρεῖ τίς διατάξεις τοῦ Νόμου καί εἶχε τό ἀποκλειστικό δικαίωμα νά ἑορτάζει τό Πάσχα, σέ ἀντίθεση μέ τούς ἀπερίτμητους, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν αὐτό τό δικαίωμα.

     Μαζί μέ τήν περιτομή γινόταν καί ἡ ὀνοματοδοσία. Ἡ τελετουργία τῆς περιτομῆς ἦταν κάτι σάν τό χριστιανικό βάπτισμα, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε τύπος. Ὅπως ὁ περιτμημένος γινόταν μέλος του λαοῦ τῆς Διαθήκης, ξεχωριστός ἀπό τούς μή περιτμημένους, ἔτσι καί ὁ βαπτισμένος ἀναγεννιέται καί γίνεται ἅγιος, ξεχωριστός, μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, προορισμένος νά κληρονομήσει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Ρώμ.6:4).

     Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ, τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τή γέννηση τοῦ Κυρίου, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία τήρησαν τή μωσαϊκή ἐντολή τῆς περιτομῆς. Μέ λακωνικό τρόπο ὁ ἱερός εὐαγγελιστής ἀναφέρει πώς «ὄτε ἐπλήσθησαν αἵ ἡμέραι τοῦ περιτεμεῖν τό παιδίον, καί ἐκλήθη τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τό κληθέν ὑπό τοῦ ἀγγέλου πρό τοῦ συλληφθῆναι αὐτόν ἐν τή κοιλία» (Λούκ.2:21). Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος ἀναφέρει τήν πληροφορία ὅτι τήν περιτομή τοῦ Κυρίου ἔκαμε ὁ μνήστωρ Ἰωσήφ. Ἐπίσης ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου ἀναφέρει πώς ἡ περιτομή ἔγινε στό Σπήλαιο τῆς Γεννήσεως. Βεβαίως ὁ ἱερός εὐαγγελιστής ἀποσιωπᾶ κάθε λεπτομέρεια ἀπό τήν τελετή αὐτή, διότι προφανῶς δέν ἔχουν νά μᾶς προσφέρει, κατά τούς Πατέρες, ὄφελος γιά τή σωτηρία μας.

     Τήν Ἐκκλησία μας δέν ἐνδιέφερε αὐτή καθ' ἐαυτή ἡ ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς νομικῆς διάταξης τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ἀπό τόν Κύριο. Τήν ἐνδιέφερε κυρίως νά τονισθεῖ, διά τῆς περιτομῆς Του, καί νά ἀποδειχθεῖ, ἡ πραγματική ἀνθρώπινη φύση Του, τήν ὁποία ἀρνοῦνταν οἱ αἱρετικοί. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς συμπεριέλαβε στό εὐαγγέλιό του καί τό γεγονός τῆς περιτομῆς γιά νά μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά ἀποκρούει κάθε δοκητική, μανιχαϊστική καί μονοφυσιτική κακοδοξία.

Ἀπό τό«ΜΟΡΦΗΝ ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΩΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΝ ΠΡΟΣΕΛΑΒΕΣ», τοῦ κ. ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ.  

·       ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

     «Ὅ Ἰωάννης βαπτίζει καί ἔρχεται ὅ Χριστός νά βαπτιστεῖ, γιά νά ἁγιάσει ἐνδεχομένως καί τόν βαπτιστή, καί ὅπως εἶναι ὁλοφάνερο γιά νά θάψει μέσα στό νερό ὅλον τόν παλαιό Ἀδάμ καί νά ἁγιάσει πρίν ἀπό αὐτούς καί γιά χάρη τούς τόν Ἰορδάνη».

·       ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ

     Ρωτήθηκε ὁ ἀββάς Μιῶς ἀπό ἕναν στρατιωτικό ἐάν ὁ Θεός δέχεται τόν μετανοημένο.

     Κι ἐκεῖνος ἀφοῦ τόν κατήχησε λέγοντάς του πολλά, τόν ρώτησε:

     "Πες μοῦ, ἀγαπητέ, ἐάν σχισθεῖ ἡ χλαίνη σου, τήν πετᾶς;"

     "Όχι, -εἶπε- τή ράβω πάλι καί τή χρησιμοποιώ".

     "Αν λοιπόν ἐσύ -τοῦ λέει ὁ Γέροντας- λυπᾶσαι τό ροῦχο σου, ὁ Θεός δέν θά λυπηθεῖ τό δικό του πλάσμα;".

  • ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

     «...ὁ λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἠμίν».

     Τό ὑπερφυές τοῦτο καί ὑπέρ λόγον ἱστορικό γεγονός ἑορτάζουσα ἡ Ἐκκλησία, διά ψαλμῶν καί ὕμνων μυσταγωγεῖ τούς πιστούς ὄχι μόνο εἰς  ἀνάμνησιν τῆς θείας γεννήσεως, ἀλλά καί εἰς ἀναπαράστασιν καί βίωσιν αὐτῆς ἐν ταῖς καρδίαις ἠμῶν. Ὅταν ψάλλωμεν «Ἡ Παρθένος σήμερον τόν Ὑπερούσιον τίκτει...», τοῦτο νοοῦμεν καί τοῦτο ἐκφράζομεν , ὅτι τό «σήμερον» δηλοί μυστικήν κατ' ἔτος γέννησιν τοῦ Σωτῆρος ἐντός μας καί ἄρα καί
ἠμῶν ἀναγέννησιν ἐν Χριστῷ.                      

     του Διονυσίου Λ. Ψαριανού (†) Μητροπολίτου Σερβιών και Κοζάνης.

·      ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΓΙΟΣ

σιος Βενδιμιανς 

     Ὁ Ὅσιος Βενδιμιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴ μεγάλη Μυσία καὶ ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Αὐξεντίου († 14 Φεβρουαρίου), ὁ ὁποῖος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β' τοῦ Μικροῦ (408 - 450 μ.Χ.). Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Αὐξεντίου, ὁ Βενδιμιανὸς πῆγε σὲ περιοχὴ τῆς δυτικῆς Μικρᾶς Ἀσίας, κάτω ἀπὸ μία βραχοσχισμή, ὅπου καὶ κατασκεύασε ἕνα πολὺ μικρὸ οἰκίσκο, στὸν ὁποῖο ἀσκήτευε. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, κατὰ θεία ὀπτασία, ἀνῆλθε στὸ ὄρος τοῦ Αὐξεντίου καὶ ἔζησε ὁσίως στὸ κελὶ τοῦ Ἁγίου Αὐξεντίου. Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ συμπλήρωσε σαράντα ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια ἀσκητικῆς ζωῆς, προαισθάνθηκε τὸ τέλος του. Ἔτσι, λοιπόν, ἔκλινε τὰ γόνατά του καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Ἐνταφιάσθηκε στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του.
     Ἡ Ἐκκλησία μᾶς τιμᾶ τή μνήμη τοῦ Ὁσίου τήν 1η  Φεβρουρίου.