Ἰούλιος - Αὔγουστος 2014, Ἔτος 4ο, Φύλλο 21ο.

2014-08-01 11:49

«Φῶς Χριστοῦ»

ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ

Ι . Ν. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΝΙΤΣΗΣ,

Τ.Κ. 30002, ΒΟΝΙΤΣΑ

Ἰούλιος - Αὔγουστος 2014, Ἔτος 4ο, Φύλλο 21ο.

·    Ἡ κοίμηση τῆς Θεοτόκου - Ἕνας θάνατος θρίαμβος

     Ἑορτή μεγάλη καί πανήγυρις  λαμπρά ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τή Θεοτόκου. Τή γιορτάζει μέ πολλή χαρά ὁ Ὀρθόδοξος κόσμος σ' ὅλη τήν οἰκουμένη. Τρέχουμε οἱ πιστοί στούς Ναούς μας, μάλιστα σ' αὐτούς πού εἶναι ἀφιερωμένη στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, τρέχουμε μέ ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη νά ψάλουμε τούς θαυμάσιους ὕμνους τῆς ἑορτῆς καί νά γιορτάσουμε μέ χαρά τή μεγαλύτερη θεομητορική ἑορτή τοῦ ἔτους, τό Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ.

     Χαρά, ἑορτή, πανηγύρι! Γιατί ὅμως; Γιατί ὅλη αὐτή ἡ λαμπρότητα καί ὁ ἐνθουσιασμός; Γιατί οἱ ὕμνοι καί οἱ εὐχές, ἡ τόση χαρά στά πρόσωπα καί στίς ψυχές;

     Θάνατο ἔχουμε, καί ὁ θάνατος πάντοτε ἦταν θλιβερό γεγονός. Ἀπό τότε ὅμως πού γεύθηκε τόν θάνατος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, κατήργησε τόν θάνατο γιά ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Ὅσοι πιστεύουν στόν σταυρωθέντα καί ἀναστάντα Κύριο δέν φοβοῦνται πλέον τόν θάνατο, διότι γνωρίζουν ὅτι αὐτός εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπό τά ἐπίγεια στά οὐράνια, ἀπό τά πρόσκαιρα στά αἰώνια, ἀπό τά λυπηρά στά εὐχάριστα, στά μακάρια καί δοξασμένα.

     Ὁ θάνατος τοῦ πιστοῦ δέν εἶναι μόνο γεγονός πού προκαλεῖ τόν πόνο καί τά δάκρυα. Εἶναι γεγονός πού προκαλεῖ πιό πολύ τή χαρά. Πολύ περισσότερο ὁ θάνατος τῶν ἁγίων εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς λυτρώσεώς τους ἀπό τά θλιβερά της ἐπιγείου ζωῆς καί τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τους στόν ἄφθαρτο καί πανένδοξο κόσμο τοῦ οὐρανοῦ, στά μακάρια ζωή τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτό τούς ἁγίους τους γιορτάζουμε στήν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς τους.

     Ἀλλ' ἄν αὐτά ἰσχύουν γιά κάθε πιστό καί πιό πολύ γιά τούς ἁγίους μας, τί πρέπει νά ἰσχύει γιά τήν «Κεχαριτωμένη», τή στολισμένη μέ ἐξαιρετικές χάριτες ἀπό τόν Θεό γυναίκα, ποῦ ἔφερε στόν κόσμο τόν νικητή τοῦ θανάτου, γιά ἐκείνη ποῦ ὁ οὐρανός τήν ἀναγνώρισε ὡς «εὐλογημένην ἐν γυναιξί», εὐλογημένη ἀπό τόν Θεό ὅσο καμιά ἄλλη γυναίκα, γι' αὐτήν ποῦ ἀξιώθηκε νά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ;

     Ὁ θάνατος τῆς ὑπερευλογημένης Μητέρας τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας θρίαμβος, ἡ κοίμησή της ἡ πιό μεγάλη γιορτή.

     «Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καί τῶν Χερουβίμ ἐνδοξοτέρα, καί πάσης κτίσεως τιμιωτέρα», αὐτή πού εἶναι πιό ψηλά ἀπό τούς οὐρανούς, καί ἔχει δόξα μεγαλύτερη ἀπό τή δόξα τῶν χερουβικῶν δυνάμεων, αὐτή πού εἶναι πιό τιμημένη ἀπ' ὅλη τή δημιουργία τοῦ Θεοῦ, πού λόγω τῆς ὑπερθαύμαστης καθαρότητάς της δέχθηκε μέσα τῆς τόν ἀΐδιο Θεό, «ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί σήμερον τήν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καί σύν
αὐτή πληροῦνται τά συμπνατα χαρᾶς», ψάλλει θριαμβευτικά ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Τήν παναγία, τήν πανάμωμη, τήν ἐλεύθερη ἀπό κάθε κηλίδα κακοῦ ψυχή τῆς τήν παραδίδει στά ἅγια καί ἄχραντα χέρια τοῦ Θεοῦ καί Θεοῦ της, χαίρει, χαίρει μεγάλη χαρά ἡ ἴδια πού βρίσκεται στούς κόσμους τοῦ οὐρανοῦ, δέχεται τά αἰώνια βραβεῖα τῆς ἀπαράμιλλης ἀρετῆς της καί τήν ἀμοιβή τῆς ταπεινῆς ὑπακοῆς της καί ἀπολαμβάνει καί ἀντανακλᾶ τήν ἀπερίγραπτη δόξα τοῦ Υἱοῦ της. Μαζί της γεμίζουν ἀπό ἀνεκλάλητη χαρά τά σύμπαντα, ὅλος ὁ κόσμος τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γής συμμετέχει στά χαρά της.

     Χαίρουν οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ καί δοξάζουν τήν Κοίμησή της «Ἐξουσίαι, Θρόνοι, Ἀρχαί, Κυριότητες, Δυνάμεις καί Χερουβίμ καί τά φρικτά Σεραφίμ». Ὁ Κύριός μας διαβεβαίωσε ὅτι μεγάλη χαρά ἔχουν οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ ὅταν ἕνας ἁμαρτωλός ἄνθρωπος μετανοεῖ καί ἐπίσης ὅτι ἄγγελοι συνοδεύουν αὐτούς πού πορεύονται πρός τή ζωή τῆς αἰωνιότητας. Πόση ἑπομένως χαρά ἔχουν, πῶς πανηγυρίζουν καί πῶς ὑποδέχονται στούς ὁλόφωτους κόσμους τοῦ οὐρανοῦ αὐτήν πού ἔγινε ἡ Μητέρα τοῦ Λυτρωτῆ ὅλου του κόσμου! Οἱ ἄγγελοι πού διακονοῦν πρόθυμα τή μεγάλη ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας καί χαίρονται πολύ γιά τή σωτηρία μας, πόσο περισσότερο χαίρουν καί τιμοῦν αὐτήν πού διακόνησε κατά μοναδικό τρόπο τή σωτηρία τοῦ κόσμου, πού ὑπῆρξε ἡ Μητέρα τοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου!

     Ἀγάλλονται ὅμως καί οἱ «γηγενεῖς», οἱ ἄνθρωποι, οἱ κάτοικοι τῆς γής χαιρόμαστε μαζί μέ τούς ἀγγέλους, καθώς μέ ἱερό δέος βλέπουμε σήμερα «ἐκ ζωῆς εἰς ζωήν μεθισταμένην τήν τεκοῦσαν τόν ἀρχηγόν τῆς ζωῆς», αὐτήν πού γέννησε τόν ἀρχηγό τῆς ζωῆς νά φεύγει ἀπό τήν πρόσκαιρη ζωή τῆς γής καί νά εἰσέρχεται στήν αἰώνια ζωή τῆς οὐρανίου Βασιλείας. Εἶναι δίκαιο καί πρέπον νά ἀπολαύσει τώρα τήν οὐράνια τιμή πού τῆς ἀξίζει, νά ἔχει τή μεγαλύτερη δόξα ἀπ' ὅλους τους ἀνθρώπους, νά εἶναι ἀνωτέρα ἀπ' ὅλους τους ἀγγέλους, βασίλισσα τῶν οὐρανῶν. Ὅλα αὐτά μας δίνουν χαρά, διότι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅ,τι εὐγενέστερο καί ἀνώτερο εἶχε νά προσφέρει ὁ κόσμος τῶν ἀνθρώπων στόν Θεό. Καί ὁ Θεός τώρα τήν τιμᾶ μέ ἀσύγκριτη οὐράνια δόξα· καί αὐτή ἡ δόξα ἀντανακλᾶ σ' ὅλους μας καί εἶναι αὐτό ἀφορμή χαρά γιά ὅλους μας. «Ἀγάλλονται γηγενεῖς ἐπί τή θεία σου δόξη κοσμούμενοι».

     Χαιρόμαστε οἱ πιστοί, διότι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ εἶναι Μητέρα ὅλων μας καί γι' αὐτό μέ τήν Κοίμησή της δέν ἐγκαταλείπει τόν κόσμο, ἀλλά πολύ περισσότερο τώρα, μέ τήν παρρησία πού ἔχει, πρεσβεύει στόν Υἱό της γιά μας καί μέ τίς πρεσβεῖες τῆς σκεπάζει ὅλους τους πιστούς «λυτρουμένη ἐκ θανάτου τάς ψυχᾶς ἠμῶν».

Ἀπό τή Χριστιανική Φοιτητική Δράση 

·     Ἡ μεταμόρφωση - Γεύση πραγματική γιά τόν κάθε χριστιανό

     Ὁ Κύριος, ὅλο τό διάστημα πού ἦταν στή γῆ, δέν φανερώθηκε μεταμορφωμένος ἐνώπιον τῶν ὑπολοίπων μαθητῶν ἤ καί τοῦ λαοῦ. Φανερώθηκε μόνο στούς τρεῖς μαθητᾶς. Ὅμως μετά τήν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας, τώρα πού ὅλοι γίνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας μέ τό βάπτισμα καί τό μυστήριο τοῦ χρίσματος, καί ἔχουμε ὅλα τά μυστήρια μέσα στήν Ἐκκλησία, ἡ μεταμόρφωση δέν πρέπει νά εἶναι κάτι κρυφό, ἀλλά ζωή στόν κάθε χριστιανό, γεύση πραγματική.

     Καί νομίζω, ἄν ὄχι τίποτε ἄλλο ἀπόψε, αὐτό νά προσέξουμε καί νά ἀνησυχήσουμε μέ καλή ἀνησυχία: ὅτι ἐμεῖς ὡς χριστιανοί βαπτισμένοι, πού λάβαμε καί τό μυστήριο τοῦ χρίσματος, καί δί' αὐτοῦ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει συνεχῶς νά ἔχουμε μέσα μας τήν μεταμόρφωση, ἡ ὁποία διαχέεται καί στήν ὅλη ὕπαρξη τοῦ ἄνθρωπου. Ὅμως γιατί δέν εἶναι ἔτσι;

     Γι' αὐτό εἶπα νά ἀνησυχήσουμε. Ὅλα αὐτά πού κάνουμε -καί καλά κάνουμε βέβαια- πού τρέχουμε στήν ἐκκλησία, γίνεται ἡ ὅλη ἀκολουθία, ψάλλουμε τά τροπάρια, πού δέν εἶναι δύσκολο, ἄς ποῦμε, νά προσέλθει κανείς στό Ἅγιο Ποτήριο, νά κοινωνήσει τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, καλά εἶναι βέβαια, ἀλλά ὅλα αὐτά μπορεῖ νά μείνουν ἔτσι ἐξωτερικά, ἐάν βαθιά μέσα στήν καρδιά δέν αἰσθανθοῦμε, καί ὄχι ἁπλῶς ἀπόψε ἀλλά συνεχῶς, αὐτή τή γλυκύτητα, αὐτή τή γεύση, αὐτό πού ἔκανε τούς Ἀποστόλους νά τά χάσουν καί νά ξεχαστοῦν.

     Τά ξέχασαν ὅλα, καί τό μόνο πού ζητοῦσαν ἦταν νά μείνουν ἐκεῖ, νά μήν ἀπομακρυνθοῦν. Τόσο τούς συνεπῆρε αὐτή ἡ πραγματικότητα τῆς μεταμορφώσεως, πού δέν εἶναι θέαμα ἁπλῶς ἐξωτερικό· εἶναι θέαμα ἐσωτερικό, γλυκύτητα ἐσωτερική, γεύση φοβερή, θεία πείρα μέσα στήν καρδιά μας. Καί ἔτσι κάτι παθαίνει κανείς, μεθάει καί δέν ἀφήνει μέ τίποτε τόν Χριστό ἀλλά τρέχει πίσω ἀπό τόν Χριστό.

     Νά τό σκεφθοῦμε καλά, νά ἀνησυχήσουμε. Ἐπαναλαμβάνω, ὅλα αὐτά πρέπει νά συμβαίνουν σέ κάθε χριστιανό. Ἐάν δέν συμβαίνουν, κάτι κακό κάνουμε. Ὄχι κάναμε ἁπλῶς· κάνουμε. Τό βαθύτερο εἶναι ὅτι στήν πραγματικότητα δέν θέλει κανείς νά γλυκάνει ἡ ψυχή του ἀπό τήν παρουσία τοῦ Κυρίου, νά ἀφοσιωθεῖ στόν Κύριο καί νά τόν ἀκολουθεῖ.

     Σάν νά μήν τό θέλει κανείς. Τόσο ἄς ποῦμε εἴμαστε κοσμικοί, ἔχουμε γήινο φρόνημα, τόσο κι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, πού ὑποτίθεται πιστεύουμε στήν ἐπουράνιο βασιλεία, εἴμαστε προσκολλημένοι στά κοσμικά καί στά γήινα.

     Καί μήν πεῖ κάποιος "ἐγώ δέν εἶμαι". Ἀφοῦ δέν μᾶς ἐμπιστεύεται ὁ Κύριος αὐτή τήν Χάρη καί ὅλο αὐτό πού φανέρωσε στούς μαθητᾶς, καί ὄχι ὡς θέαμα ἁπλῶς -οἱ τρεῖς μαθηταί πού ἦταν ἐκεῖ κάτι ἔπαθαν- ἐφόσον αὐτό δέν εἶναι μία πραγματικότητα μέσα μας, σημαίνει, ὅσο κι ἄν ἐμεῖς ἔχουμε ἀντίθετη γνώμη, ὅτι εἴμαστε γήινοι, κοσμικοί, δέν μᾶς ἀρέσουν τά τοῦ Θεοῦ, δέν μᾶς ἀρέσουν τά οὐράνια, μᾶς ἀρέσουν τά ἄλλα.

     Ὁ Θεός νά μᾶς συγχωρήσει καί νά μᾶς ἀποδεχθεῖ καί νά θελήσει νά κάνει τρόπον τινά συγκατάβαση καινούρια καί νά μᾶς ἀξιώσει αὐτῆς τῆς δωρεᾶς, πού τήν ἔχουμε μέσα μᾶς ἀνενέργητη, δέν τήν αἰσθανόμαστε. Νά μᾶς ἀξιώσει καί νά θεώμεθα, νά βλέπουμε, ἀλλά καί νά γευόμαστε καί νά αἰσθανόμαστε ὅλα αὐτά τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

π. Συμεών Κραγιόπουλος, Συνάξεις Δεκαπενταύγουστου Γ΄, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, σέλ. 44,46. 

·    Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ὁ Μεγαλομάρτυρας καὶ Ἰαματικός

     Τὸν καιρὸ ποὺ τὰ μαῦρα σύννεφα τῆς εἰδωλολατρείας σκέπαζαν ἀπειλητικὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη, στὰ τέλη δηλαδὴ τοῦ τρίτου αἰώνα μετὰ Χριστόν, γεννήθηκε στὴ Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὁ Ἅγιος μεγαλομάρτυρας Παντελεήμων. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης ἦταν ὁ φοβερὸς διώκτης τῶν Χριστιανῶν, ὁ Μαξιμιανός. 

     Ὁ πατέρας του λεγόταν Εὐστόργιος καὶ ἦταν εἰδωλολάτρης ἀξιωματοῦχος, μέλος τῆς συγκλήτου. Ἡ μητέρα του λεγόταν Εὐβούλη καὶ ἦταν θερμὴ Χριστιανή. Τὸ ὄνομα ποὺ ἔδωσαν στὸ παιδί τους ἦταν Παντολέον.

     Ὁ Παντολέον ἦταν πολὺ ἔξυπνος, εὐγενικός, ἐπιμελής, ταπεινὸς καὶ πράος, γεμάτος ἀρετή, παρ' ὅλο ποὺ ἀκόμη δὲν εἶχε βαπτιστεῖ Χριστιανός. Ὅταν μεγάλωσε, ὁ πατέρας του τὸν παρέδωσε σ' ἕνα φημισμένο γιατρό, τὸν Εὐφρόσυνο , γιὰ νὰ τοῦ διδάξει τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Σὲ λίγο καιρὸ ὁ Παντολέον ξεπέρασε ὅλους τους συνομήλικούς του στὴν μόρφωση καὶ ὅλοι μιλοῦσαν μὲ θαυμασμὸ γιὰ τὸ χαρακτήρα του. Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας, μαθαίνοντας γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἐξυπνάδα του, τὸν προόριζε γιὰ νὰ γίνει γιατρὸς στὸ παλάτι, ὁ γιατρὸς τῶν ἀνακτόρων.

     Τὸν ἴδιο καιρὸ ὁ γέροντας ἱερέας τῆς Νικομήδειας Ἐρμόλαος, φωτισμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάλεσε στὸ σπίτι ποὺ κρυβόταν τὸν Παντολέοντα γιὰ νὰ τὸν γνωρίσει. Ἀφοῦ συνομίλησαν γιὰ πολλὴ ὥρα, ὁ Ἐρμόλαος κατενθουσιάστηκε ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ποὺ κοσμοῦσαν τὸ νέο καὶ ἀποφάσισε νὰ τοῦ γνωρίσει τὴν πίστη στὸ Χριστό. Ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἀνάμεσά τους μιὰ ἄριστη πνευματικὴ σχέση. Ὁ Παντολέον ἐπισκεπτόταν καθημερινὰ τὸν Ἅγιο Ἐρμόλαο καὶ ἀπολάμβανε τοὺς Χριστιανικούς του λόγους. Στερεωνόταν ἔτσι, σιγὰ - σιγὰ,  στὴν ἀληθινὴ πίστη.

     Ἕνα ἐντυπωσιακὸ γεγονὸς κάνει τὸν Παντολέοντα νὰ πάρει τὴ σοβαρὴ καὶ γενναία ἀπόφαση νὰ δεχθεῖ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, νὰ γίνει Χριστιανός. Ἐνῶ περπατοῦσε στὸν δρόμο συνάντησε ἕνα παιδὶ ποὺ τὸ δάγκωσε μία ὀχιὰ καὶ πέθανε. Λέει λοιπὸν στὸν ἑαυτό του: Θὰ προσευχηθῶ στὸ Χριστὸ νὰ ἀναστήσει αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ ἂν πράγματι τὸ παιδὶ ἀναστηθεῖ, ἐγὼ πιὰ δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ καθυστερῶ τὴν βάπτισή μου, θὰ γίνω Χριστιανός, θὰ πιστέψω ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεὸς ὁ ἀληθινός, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Αὐτὰ σκέφτηκε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Κύριο. Ἀμέσως τὸ παιδὶ ζωντάνεψε καὶ τὸ φίδι πέθανε.

     Γεμάτος χαρὰ ὁ Παντολέον τρέχει στὸ γέροντα Ἐρμόλαο, τοῦ διηγεῖται τὸ θαῦμα καὶ τοῦ ζητᾶ νὰ τὸν βαπτίσει. Καὶ ὁ Ἐρμόλαος, ἐπειδὴ γνώριζε ποιὸς ὁδηγεῖται στὴν τελειότητα, γεμάτος συγκίνηση ὁδήγησε στὸ φωτισμὸ τοῦ Θείου Βαπτίσματος τὸν Παντολέοντα.

     Ἀπὸ τότε ὁ Παντολέον ἔγινε ἀνάργυρος ἰατρός. Θεράπευε μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοὺς ἀσθενεῖς, χωρὶς νὰ παίρνει καθόλου χρήματα. Ἀκόμη, ὅταν εὕρισκε φτωχοὺς τοὺς βοηθοῦσε ποικιλότροπα, δίνοντάς τους χρήματα καὶ ἄλλα ἀναγκαῖα εἴδη. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐντυπωσιακὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου ἦταν ἡ θεραπεία ἐνὸς τυφλοῦ, μὲ τὴ δύναμη καὶ πάλι τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ μας, τοῦ Χριστοῦ.

     Οἱ θαυμαστὲς θεραπεῖες τοῦ Ἁγίου προκάλεσαν τὸ θαυμασμὸ τῶν κατοίκων τῆς Νικομήδειας, ἀλλὰ καὶ τὸ μίσος καὶ τὸ φθόνο τῶν ἄλλων ἰατρῶν τῆς πόλης. Οἱ τελευταῖοι κατάγγειλαν τὸν Παντολέοντα στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, τὸν φοβερὸ αὐτὸ διώκτη τοῦ Χριστιανισμοῦ.

     Ὁ Μαξιμιανὸς κάλεσε τὸν Ἅγιο στὰ ἀνάκτορα γιὰ νὰ ζητήσει ἐξηγήσεις. Ὁ Ἅγιος ὁμολόγησε μὲ θάρρος ὅτι εἶναι Χριστιανός. Ὁ αὐτοκράτορας στὴν ἀρχὴ προσπάθησε νὰ τὸν πείσει μὲ διάφορες κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Παντολέον ὅμως ἔμεινε πιστὸς καὶ ἀκλόνητος. Δὲν ἀρνήθηκε. Δὲν πρόδωσε τὸ Χριστό.

     Ὁ αὐτοκράτορας ἐξαγριωμένος, διέταξε φοβερὰ βασανιστήρια, γιὰ νὰ κλονίσει τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν ἐξαναγκάσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα.

     Οἱ στρατιῶτες τοῦ αὐτοκράτορα, ἄρχισαν νὰ τοῦ ξέουν τὴ σάρκα μὲ μαχαίρια καὶ νὰ καῖνε τὶς πληγὲς μὲ λαμπάδες. Ὁ Χριστός, ὅμως, ἦλθε σὲ βοήθεια τοῦ Ἁγίου καὶ τοῦ θεράπευσε τὶς πληγές, φωτίζοντάς τον μὲ ἀστραπές. Στὴ συνέχεια ἔβαλαν τὸν Παντολέοντα μέσα σὲ ἕνα καζάνι ποὺ ἔβραζε. Μὲ τὴ βοήθεια ὅμως καὶ πάλι τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος ἔμεινε σῶος καὶ ἀβλαβὴς καὶ ἡ φωτιὰ θαυματουργικὰ ἔσβησε. Ἀκολούθως βύθισαν τὸν Ἅγιο στὰ βάθη τῆς θάλασσας, ἀφοῦ ἔδεσαν στὸ λαιμό του μιὰ τεράστια πέτρα. Ὁ Χριστός, ὅμως, ἔκανε τὴν πέτρα πιὸ ἐλαφριὰ ἀπὸ φύλλο καὶ ἔδωσε στὸν Παντολέων τὴν δύναμη νὰ περπατᾶ πάνω στὰ νερά. Ἔτσι σῶος καὶ ἀβλαβής, βγῆκε στὴ στεριά. Στὴ συνέχεια ἔρριξαν τὸν Ἅγιο σὲ πεινασμένα ἄγρια θηρία. Ὅμως τὰ ζῶα, ἀντὶ νὰ τὸν κατασπαράξουν, ἔγλειφαν ἤρεμα καὶ εἰρηνικὰ μὲ τὴ γλώσσα τους τὰ πόδια του, κουνόντας τὶς οὐρές τους.

     Ἔκπληκτος ἀλλὰ καὶ ἐξαγριωμένος ὁ ἡγέμονας, διατάσσει τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ Ἁγίου. Θαυματουργικὸς τὸ ξίφος λυγίζει καὶ ἀντὶ αἷμα τρέχει γάλα. Λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο τοῦ Ἁγίου, ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπ' τὸν οὐρανό. Ἦταν ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Παντελεήμων, ποὺ σημαίνει τὸν Ἅγιο ποὺ ὅλους τους βοηθᾶ καὶ τοὺς ἐλεεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς ἐχθρούς του.

     Τὸ Σῶμα τοῦ Ἁγίου τάφηκε μὲ τιμὲς ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς. Ἡ ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη του τὴν 27η Ἰουλίου.

·    Πατερικὴ Σοφία

     α) Ἡ Ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων

     Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα

     Ἄνθρωπος ἦταν. Ἀπό τούς ἀνθρώπους ἐβλάστησε. Κι ἦταν μέτοχος σέ κάθε κοινό χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Δέν κληρονόμησε ὅμως τήν ἴδια νοοτροπία οὔτε παρασύρθηκε ἀπό τήν τόσο μεγάλη κακία πού ἐπικρατεῖ σ' αὐτή τή ζωή. Ἀλλά νίκησε τήν ἁμαρτία κι ἀντιστάθηκε στή φθορά τῆς φύσεώς μας κι ἔδωσε τέλος στήν κακία. Ἔγινε ἔτσι αὐτή ἡ ἴδια ἁγία ἀπαρχή καί βάδισε πρώτη καί ὑπῆρξε ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων στό δρόμο πρός τόν Θεό. Γιατί διατήρησε τή θέλησή της τόσο καθαρή, σάν νά ἦταν μόνη της σ' αὐτή τή ζωή, σάν νά μήν ὑπῆρχε κανείς ἄλλος ἄνθρωπος οὔτε κανένα ἄλλο πλάσμα νά εἶχε ποτέ δημιουργηθεῖ, σάν νά βρισκόταν μόνη μπροστά στόν μόνο Θεό. Δέν συγκέντρωσε τήν προσοχή της σέ κανένα ἀπό τά κτίσματα οὔτε προσηλώθηκε σέ τίποτε ἀπολύτως ἀπό ὅ,τι ὑπάρχει στόν κόσμο.Ἀλλά ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή πού ἦρθε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους τούς ἀποχωρίσθηκε κατά τό καλύτερο μέρος. Κι ἔτσι, ἔχοντας ξεπεράσει ὅλη τήν κτίση, τή γῆ, τόν οὐρανό, τόν ἥλιο, τά ἀστέρια, τόν ἴδιο τό χορό τῶν Ἀγγέλων, πού περιβάλλει τόν Θεό, δέν σταμάτησε παρά ἀφοῦ ἑνώθηκε μέ τόν καθαρό Θεό, ἡ καθαρή. Κι ἀναδείχθηκε ἱερώτερη ἀπό τίς θυσίες, τιμιώτερη ἀπό τά θυσιαστήρια γιά τόν Θεό, τόσο πιό ἅγια ἀπό τούς δικαίους καί τούς προφῆτες καί τούς ἱερεῖς, ὅσο ἁγιώτερος ἀπό αὐτούς πού ἁγιάζονται εἶναι ἐκεῖνος πού τούς ἁγιάζει. Γιατί βέβαια κανείς δέν ἦταν ἅγιος πρίν γεννηθεῖ ἡ μακαρία. Αὐτή πρώτη καί μοναδική, ἀπαλλαγμένη ἐντελῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, παρουσιάσθηκε νά εἶναι πραγματικά ἁγία, καί ἁγία ἁγίων κι ὅ,τι ἀκόμη περισσότερο θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ. Κι ἄνοιξε καί στούς ἄλλους τήν πόρτα τῆς ἁγιοσύνης μέ τό νά ἔχει προετοιμασθεῖ κατάλληλα γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Σωτήρα, ἀπό ὅπου ἦλθε ἡ ἁγιότητα καί στούς προφῆτες καί στούς ἱερεῖς καί σέ ὁποιονδήποτε ἄλλον ἀξιώθηκε νά συμμετάσχει στά θεῖα μυστήρια.

     β) Ἡ Παναγία εἶναι ἡ βοήθειά μας

     Ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου

     «Ἀληθινά, ἡ Παναγία εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιόν του Θεοῦ καί μόνο τ' ὄνομά της χαροποιεῖ τήν ψυχή. Ἀλλά κι' ὅλος ὁ οὐρανός κι' ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη της. Ἀξιοθαύμαστο κι' ἀκατανόητο πράγμα. Ζεῖ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι' ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία τῆς ὅλη τή γῆ κι' ὅλους τους λαούς». 

·     Διδάγματα ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ

     α)Ἕνας ἀπό τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου ἔκανε αὐτήν τήν παραστατική διδασκαλία στούς νεότερους μοναχούς:

     -Ὑπόθεσε, ἀδελφέ μου, ὅτι αὐτή τήν στιγμή παίρνω τό πρόσωπο τοῦ δικαίου Κριτοῦ καί ἀνεβαίνω στό δικαστικό βῆμα. Σέ ἐρωτῶ λοιπόν, «Τί θέλεις νά σού κάνω;». Ἄν μου πεῖς «ἐλέησε μέ», σού ἀποκρίνομαι, «ἐλέησε καί ἐσύ τόν ἀδελφό σου». Ἄν πάλι μου πεῖς, «συγχώρησον μέ» , σού ἀπαντῶ , «συγχώρησε καί σύ τά σφάλματα τοῦ πλησίον σου».

     -Μήπως εἶναι ἄδικος ὁ Κριτής; Μή γένοιτο!

     Ἀδελφέ, στό χέρι σου εἶναι νά κερδίσεις τή συμπάθεια τοῦ Κριτοῦ, ἀρκεῖ νά ἔχεις μάθει νά συγχωρεῖς.

     β) Τόν ἄνθρωπο, πού ἐμπιστεύεται στίς ὑποβολές τοῦ Πονηροῦ, νά ἔχη ὑπόνοιες, τόν ἐξουσιάζει ὁ διάβολος. Ὅταν ὁ διάβολος μᾶς δείχνει τίς ἐλλείψεις τῶν ἄλλων καί τίς ἀδυναμίες καί μᾶς σπρώχνει στήν κατάκρισι, νά λέμε στόν ἑαυτόν μας ὅτι εἴμεθα χειρότεροι ἀπό ἄλλους.

·     Ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς περιόδου 

     Στὴν Ἐκκλησία ὁ θάνατος γίνεται πανηγύρι. Δὲν λέγεται θάνατος ἢ τελευτή. Ἀποκαλεῖται «Κοίμηση». Δὲν ἐξαντλοῦνται τὰ πάντα στὸ ἐδῶ καὶ τώρα. Ὑπάρχει τὸ ἐπέκεινα τοῦ τάφου: ἡ αἰώνια ζωή. Ὁ Χριστιανὸς πιστεύει ὅτι κοιμᾶται προσώρας, γιὰ νὰ ξυπνήσει στὴν αἰωνιότητα. Ὁ θάνατος, μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ἕνας μεγάλος ὕπνος. Αὐτὸ τὸ πανηγύρι,τὴν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας βασιλείας,τὴν ἀγάπη μας στὴν Παναγία Μητέρα ὅλων μας, θὰ δοῦμε καὶ μέσα ἀπὸ κάποια κείμενα.

     Ἡ ὑμνολογία μᾶς ἀποκαλύπτει μὲ τρόπο ποιητικὸ τὶς ἀλήθειες τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. Οἱ ὕμνοι τῆς μεγάλης γιορτῆς, ἀποδοσμένοι στὴ Νεοελληνικὴ ἀπὸ τὸν Φώτη Κόντογλου, ψέλνουν τὴν Κυρία τῶν Ἀγγέλων, ὡς ἑξῆς:    

     «Στὴν γέννα σου τὴν παρθενία ἐφύλαξες, στὴν κοίμησή σου τὸν κόσμο δὲν τὸν ἄφησες, Θεοτόκε. Μίσεψες στὴ ζωή, γιατὶ εἶσαι μητέρα τῆς ζωῆς καὶ λυτρώνεις μὲ τὶς πρεσβεῖες σου τὶς ψυχές μας ἀπὸ τὸν θάνατο». (ἀπολυτίκιο Κοιμήσεως)

     «Νικηθήκανε τῆς φύσης οἱ νόμοι σὲ σένα, Παρθένε ἄχραντε. Γιατί σὲ σένα παρθενεύει ἡ γέννα, καὶ μὲ τὴ ζωὴ σμίγει ὁ θάνατος. Ἐσὺ ποὺ ἀπόμεινες μετὰ τὴ γέννα Παρθένος καὶ μετὰ θάνατο ζωντανή, σῶζε παντοτινά, Θεοτόκε, τὴν κληρονομία σου». (καταβασία θ´ ᾠδῆς).         

     Τὴν Παναγία Μητέρα μας ἂς ἑτοιμασθοῦμε κι ἐφέτος νὰ τιμήσουμε καὶ νὰ δοξολογήσουμε στὴν πάσνσεπτη κοίμησή της μαζί με ὅλους τοὺς Ἁγίους, τὶς Οὐράνιες δυνάμεις, τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ κάθε πιστὴ ψυχὴ δεόμενοι ἐκτενῶς μαζί με τὸ μελωδὸ Θεοφάνη: 

     «...μὴ ἐπιλάθου (μὴ ξεχάσεις), Δέσποινα, τῶν πιστῶς ἑορταζόντων, τὴν παναγίαν σου Κοίμησιν». Ἀμήν.(Δοξαστικὸ τῆς Λιτῆς της Κοιμήσεως)

Τοῦ Μητροπολίτη Κωνσταντίας - Ἀμμοχώστου Βασιλείου ἀπό τό https://euxh.gr/index.php 

·        Ἕνας ἄγνωστος Ἅγιος

Ἡ Ἁγία Ἰουλίττη ἀπὸ τὴν Καισαρεία         

     Ἡ Ἁγία Ἰουλίττη ἔζησε στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας, καὶ ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὅποιος ἔτρεφε μεγάλη ὑπόληψη πρὸς αὐτή, λόγω τῆς εὐσέβειας καὶ τῶν πολλῶν ἀρετῶν της.

     Ἡ Ἰουλίττη εἶχε μεγάλη περιουσία καὶ πολεμήθηκε ἀπὸ κάποιο πλεονέκτη καὶ ἅρπαγα ἰσχυρό, ποὺ τὴν ἔμπλεξε σὲ δίκες καὶ κίνησε ἐναντίον της ψευδομάρτυρες. Ἡ Ἰουλίττη, παρακάλεσε τὸν Μέγα Βασίλειο νὰ τὴν προστατέψει. Αὐτός, γνωρίζοντας τὸ δίκιο της, δέχτηκε καὶ ἔγραψε στὸν Παλλάδιο, ἄνδρα χρηστὸ καὶ θεοφοβούμενο, νὰ συνηγορήσει ὑπὲρ τῆς Ἰουλίττης στὸν ἔπαρχο. Στὴν ἴδια δὲ γράφει, γιὰ νὰ τὴν ἐνδυναμώσει, ὅτι «δυνατὸς δὲ ὁ ἅγιος (Θεός) διαγαγεὶν σὲ πάσης θλίψεως, μόνον ἐὰν ἀληθινὴ καὶ γνησία καρδία ἐλπίσωμεν ἐπ' αὐτόν».

     Τελικὰ ὁ ἀντίδικός τῆς Ἰουλίττης, τὴν κατήγγειλε ὅτι ἔβριζε τὰ - ὑπὲρ τῆς εἰδωλολατρίας - διατάγματα τοῦ Ἰουλιανοῦ. Ὅταν ρωτήθηκε γι' αὐτὸ ἡ Ἰουλίττη, ἀπάντησε ὅτι καταδικάζει τὴν εἰδωλολατρία καὶ καθῆκόν της εἶναι νὰ ἐνισχύει τοὺς χριστιανοὺς στὴν ἀληθινὴ πίστη. Γιὰ τὴν ὁμολογία της αὐτή, καταδικάστηκε καὶ ρίχτηκε στὴ φωτιά.

     Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Ἰουλίττης τιμᾶται στίς 30 Ἰουλίου.