Ἡ βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ...

2015-11-18 18:27

† Μητροπολίτου Σουρόζ Ἀντωνίου Μπλούμ (1914 -2003)

     Πιστεύουμε, διαβεβαιώνουμε καί γνωρίζουμε βιωματικά, ὅτι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός ὡς ἄνθρωπος ἦταν ἀναμάρτητος, καί ὡς Θεός τέλειος σέ ὅλα. Ποιοί λόγοι λοιπόν τόν ὁδήγησαν στή βάπτιση; Ποιό θά μποροῦσε νά εἶναι τό νόημα μίας τέτοιας πράξης; Τό Εὐαγγέλιο δέν δίνει σχετική ἐξήγηση, ὅμως ἐμεῖς ἔχουμε τό δικαίωμα νά θέσουμε τό ἐρώτημα, τό δικαίωμα νά μείνουμε σαστισμένοι, τό δικαίωμα νά στοχαζόμαστε βαθιά γιά τή σημασία τῆς βάπτισης.

     Κάποτε, ὅταν ἤμουν νέος, ἔθεσα τό συγκεκριμένο ἐρώτημα σέ ἕναν ἡλικιωμένο ἱερέα, ὁ ὁποῖος μου ἀποκρίθηκε: «Ξέρεις, νομίζω ὅτι ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔρχονταν στόν Ἰωάννη, καί ἐξομολογοῦνταν τίς ἁμαρτίες τους, τά ψεύδη τους, τίς πνευματικές καί σαρκικές ἀκαθαρσίες τους, καθαρίζονταν κατά κάποιο τρόπο συμβολικά στά ὕδατα τοῦ Ἰορδάνη. Καί τά νερά τοῦ ποταμοῦ, ὄντας καθαρά, ὅπως ὅλα τά τρεχούμενα νερά, βαθμιαῖα ρυπαίνονταν, ὅπως συμβαίνει μέ τά νεκρά (στάσιμα) ὕδατα, πού ἔχουν χάσει κάθε ζωντάνια καί δέν μποροῦν νά μεταδώσουν παρά μόνο τό θάνατο. Τούτα τά νερά γεμάτα μέ τίς ἀκαθαρσίες, τά ψεύδη, τίς ἁμαρτίες, τόν ἀνθρώπινο ἀθεϊσμό, σιγά-σιγά πέθαιναν, ἔχοντας τήν ἱκανότητα μόνο νά σκοτώνουν. Καί νά πού ὁ Χριστός καταδύεται στά ὕδατα, γιατί ἤθελε ὄχι μόνο νά γίνει τέλειος σέ ὅλα, ἀλλά ὡς ἄνθρωπος τέλειος ν' ἀναλάβει ὅλη τή φρίκη, ὅλο τό φορτίο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας. Βυθίστηκε σέ αὐτά τά νεκρά ὕδατα, πού Τοῦ μετέδωσαν τόν θάνατο, τήν θνητότητα, πού ἦταν ἰδιότητα ὅσων εἶχαν ἁμαρτήσει καί ἦταν φορεῖς τῆς θνητότητας καί τοῦ θανάτου, δηλαδή τῶν ὀψωνίων τῆς ἁμαρτίας (Ρώμ. 6,23), τῆς τιμωρίας γιά τήν ἁμαρτία.

     Εἶναι ἡ στιγμή πού ὁ Χριστός ἑνώνεται μέ τίς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ ἴδιου του θανάτου - οὔτε κατ' ἐλάχιστο μέ τήν ἁμαρτία καθεαυτή. Ὁ θάνατος ὅμως, συγκεκριμένα, δέν ἔχει τίποτα κοινό μέ Αὐτόν, καθώς ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, δέν εἶναι δυνατόν μία ἀνθρώπινη ὕπαρξη καθ' ὁλοκληρίαν περιχωρημένη ἀπό τή θεότητα νά εἶναι θνητή. Ἕνας λειτουργικός ὕμνος ποῦ ἀκοῦμε κατά τή διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας ἐκφράζει τούτη τήν ἀλήθεια ὡς ἑξῆς: «Ὑπό γῆν ἐκρύβης, ὥσπερ ἥλιος νῦν... ἡ ζωή πῶς θνήσκεις;...». Εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τό φῶς, πού τά δικά μας σκοτάδια τό σβήνουν, καί τελικά ὑφίσταται τόν δικό μας θάνατο. Γι' αὐτό τόν λόγο καί λέγει στόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή: μήν ἐπιμένεις, μήν μ' ἀποτρέπεις νά μπῶ σέ τοῦτα τά νερά, πρέπει καί οἱ δύο μας νά ἐκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη, δηλαδή ὅ,τι εἶναι δίκαιο καί ὀρθό, ὅ,τι πρέπει νά γίνει γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, καί ὀφείλουμε νά τό πραγματώσουμε ἐδῶ καί τώρα.

     Τότε ὅμως γιατί ἔφτασε στά νερά τοῦ βαπτίσματος στήν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν, καί ὄχι νωρίτερα ἡ ἀργότερα; Καλούμαστε νά σκεφτοῦμε βαθύτερα τή σημασία αὐτοῦ του γεγονότος.

     Μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου στούς κόλπους τῆς Παρθένου, ὁ Θεός πραγματώνει ἐντελῶς μονομερῶς ἕνα ἔργο στά πλαίσια τῆς θείας σοφίας καί ἀγάπης. Ἡ σωματικότητα, ἡ ἔμψυχη ζωή, ἡ ἀνθρωπότητα τοῦ γεννημένου Χριστοῦ ἦταν δανεισμένα, κατά κάποιο τρόπο, ἀπό τόν Θεό δίχως νά συμμετέχει ὁ ἄνθρωπος. Ἀπό τήν πλευρά της ἡ Θεομήτωρ, εἶχε δώσει τή συγκατάθεσή της: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, ἄς γίνει ὅ,τι ἀναφέρουν τά λόγια σου» (Λούκ. 1,38). Τό παιδί γεννήθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος μέ τήν πλήρη ἔννοια τοῦ ὄρου, δηλαδή εἶχε τόν ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ Του, μέ τό δικαίωμα νά ἐπιλέγει ἀνάμεσα στό καλό καί τό κακό, τόν Θεό καί τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Καί σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς Τοῦ - νηπιότητα, ἐφηβεία, ἐνήλικος βίος - ἀνοίγεται πρός τόν Θεό προσφέροντας καθ' ὁλοκληρίαν τόν ἑαυτό Του. Μέ τήν ἀνθρώπινη φύση Του καί χάρη στήν πίστη καί τή θυσία τῆς Θεομήτορος, ἀνέλαβε ὡς ἄνθρωπος ὅλα ὅσα τοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ Θεός. Σαρκώθηκε γιά ν' ἀναλάβει ὡς ἄνθρωπος ὅλα ὅσα εἶχε ἀναλάβει ὁ Θεός, ὅταν κατά τήν προαιώνιο Βουλή Τοῦ εἶχε ἀποφασίσει νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο καί νά ἐπωμιστεῖ, μετά τήν προπατορική πτώση, τίς συνέπειες τῆς δημιουργίας, καθώς καί τῆς φοβερῆς δωρεᾶς τῆς ἐλευθερίας πού προσφέρθηκε στόν ἄνθρωπο. Στή σλαβονική μετάφραση τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐα (7,16), τίθεται τό ζήτημα τοῦ Χριστοῦ, τούτου τοῦ ἀγέννητου παιδιοῦ, τό ὁποῖο, πρίν νά διακρίνει τό ἀγαθό ἀπό τό κακό, θά ἐπέλεγε τό ἀγαθό, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι τέλειο κατά τήν ἀνθρώπινη φύση.

     Νά γιατί τοῦτος ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, προκόπτοντας μέχρις ὅτου ἡ ἀνθρώπινη φύση Τοῦ φτάσει στήν τελείωσή της, ἀναλαμβάνει πλήρως ὅσα ὁ Θεός καί ἡ πίστη τῆς παναχράντου Θεοτόκου καί Θεομήτορος Τοῦ ἐμπιστεύθηκε. Μέ τήν κατάδυσή Του στά νεκρά νερά τοῦ Ἰορδάνη, ἐμοίαζε μέ τό καθαρό λινάρι πού τό βυθίζουν μέσα στή χρωστική οὐσία. Ἐκεῖνος πού ἦταν πιό λευκός κι ἀπό τό χιόνι, ἀναδύεται τελικά ἀπό τό νερό, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ προφήτης Ἠσαΐας, μέ ἱμάτιο κατακόκκινο ἀπό τό αἷμα, μέ ἔνδυμα θανάτου, τό ἔνδυμα πού κλήθηκε νά φορέσει.

     Νά λοιπόν ποιά μηνύματα στέλνει ἡ Βάπτιση τοῦ Κυρίου. Ὀφείλουμε νά κατανοήσουμε ποιά μεγαλόπρεπη ἐνέργεια περικλείει, ποιά πράξη ἀγάπης θέτει ἐνώπιόν μας. Καί μπροστά μας τίθεται διαρκῶς ἕνα ἐπίμονο ἐρώτημα: ποιά θά εἶναι ἡ ἀπάντησή μας;