Ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη

2015-11-24 11:29

     Θά μιλήσουμε γιά τήν ἁγία Αἰκατερίνη, πού ἑορτάζει σήμερα.

     H ἁγία Αἰκατερίνη ἔζησε τόν τρίτο αἰώνα μετά Χριστόν. Γεννήθηκε στην  Ἀλεξάνδρεια. O πατέρας τῆς Κώνστας, ἐκπρόσωπος τοῦ αὐτοκράτορος, καί ἡ μητέρα τῆς ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἔτσι καί αὐτή ἦταν εἰδωλολάτρισσα. Ἀλλά εἶχε ἡ μικρή κόρη μεγάλη κλίσι στa γράμματα. Σπούδασε ὅλες τίς ἐπιστῆμες καί διάβασε τά συγγράμματα Ἑλλήνων καί Λατίνων. Σέ ἡλικία δεκαοκτώ ἐτῶν ἦταν ἡ πιό μορφωμένη κόρη τῆς Ἀλεξανδρείας.

     Ἀλλά καί στό παράστημα ἦταν μια  ὄμορφη γυναίκα ὅλο χάρι. Μέ τέτοια χαρίσματα, σωματικά καί διανοητικά, ἦταν περιζήτητη νύφη. Σπουδαῖοι νέοι τή ζήτησαν. Ἀλλ' ἐκείνη ἔλεγε, ὅτι δέν θέλει νά παντρευτεῖ, παρ' ὅλες τίς πιέσεις τῶν δικῶν της.

     Ἄν κάποιος θέλει νά παντρευτεῖ, εἶναι ἁμαρτία νά τόν ἐμποδίζουμε. Ἀλλ' ἐάν αὐτό  εἶναι ἁμαρτία μια  φορᾶ, ἑκατό  φορές εἶναι ἁμαρτία νά ἐμποδίζουμε ἕναν ἄνθρωπο, ἄντρα ἤ γυναίκα, πού θέλει νά δώσει τήν καρδιά του στό Θεό. O γάμος εἶναι ἀσήμι, ἡ παρθενία εἶναι χρυσάφι. Διάλεξε καί πάρε. Ἐγώ, τόσα χρόνια πού ὑπηρετῶ τόν Κύριο, ποτέ μά ποτέ δέν ἐμπόδισα ἄνθρωπο νά ἔρθει σέ γάμο. Ἀλλά καί πάντοτε ὑπεστήριξα γυναῖκες καί ἄνδρες πού θέλησαν νά ἀφοσιωθοῦνε στό Θεό  καί νά εἶναι ἱεραποστολικά καί μοναχικά πρόσωπα. Ἐλευθερία ἔδωσε ὁ Θεός· βία ἀπαγορεύεται, ἰδίως στά ζητήματα αὐτά.

     Τήν ἐπιεζαν λοιπόν, κακῶς, τήν ἁγία Αἰκατερίνη. Ἐκείνη δέ' μισοῦσε τό γάμο, ἀλλά σάν πνεῦμα ἀνώτερο ἤθελε νά ναί ἀπερίσπαστη. Καί  δέν ὑπάρχει μόνο αὐτός ὁ γάμος, ὁ συνηθισμένος. Ἄλλοι παντρεύονται τήν πατρίδα, ἄλλοι τήν ἐπιστήμη, ἄλλοι τή θρησκεία.

     H ἁγία Αἰκατερίνη, γιά νά ξεφύγει ἀπό  τίς πιέσεις, μεταχειρίσθηκε ἕνα εὐφυές πρόσχημα. Γιατί ὁ Χριστιανός εἶναι ἔξυπνος· πρέπει νά 'χεῖ τήν ἐξυπνάδα ὄχι τοῦ κόσμου τούτου ἀλλά τοῦ Θεοῦ. Λέει λοιπόν στούς γονεῖς της·

     ―Ἀφοῦ πιέζετε τόσο, δέχομαι νά παντρευτῶ , ἀλλ' ὑπό  ἔναν  ὄρο.

     ―Ποιόν ὄρο, παιδί μου;

     ―Eάν βρεθεῖ ἕνας νέος πού νά εἶναι ἀνώτερος ἀπό  'μένα στην  ὀμορφιά, στά πλούτη, στή γνῶσι καί ἐπιστήμη, θά τόν πάρω.

     Ἄρχισαν νά ψάχνουν· καί πολλοί παρουσιάστηκαν. Ἄλλοι ἦταν πλούσιοι, ἀλλ' ὄχι ὄμορφοι. Ἄλλοι ἦταν πλούσιοι καί ὄμορφοι, ἀλλ' ὄχι μορφωμένοι. Σπάνιο πράγμα καί πλοῦτος καί κάλλος καί μόρφωσι νά συναντῶνται σέ ἕνα πρόσωπο. Ἔτσι δέ' μποροῦσε νά βρεθεῖ κανείς, καί οἱ γονεῖς ἦταν ἀπαρηγόρητοι.

     Τήν ἔστειλαν σέ κάποιο φιλόσοφο ἀσκητή, πού ζοῦσε σέ μια  σπηλιά ἔξω ἀπό  τήν Ἀλεξάνδρεια.
     Πῆγε καί τόν συμβουλεύτηκε τί νά κάνει. Ἐκεῖνος τῆς εἶπε·

     ―Κόρη μου, ἐγώ ξέρω ἕνα νέο. δέν oπάρχει ἄλλος σάν αὐτόν στόν κόσμο. Ὄμορφος, πλούσιος, δυνατός, σοφeς ὅσο κανείς ἄλλος. H Αἰκατερίνη ἐνθουσιάστηκε καί εἶπε·

     ―Θά ἤθελα νά τόν δῶ . Τῆς λέει ὁ ἀσκητής·

     ―Θά κάνεις ὅ,τι θά σού  πῶ;

     ―Θα τό κάνω.

     ―Aκουσε λοιπόν (εἶπε ὁ ἀσκητής κ' ἔβγαλε ἀπό  τόν κόρφο τοῦ μια  εἰκόνα τῆς Παναγίας μας μέ τόν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν). Πάρε αὐτή τήν εἰκόνα, πήγαινε στό σπίτι σου, κλείσου στό δωμάτιό σου, καί προσευχήσου. Καί  ἡ Παναγία θά σού  φανερώσει τί θά κάνεις.

     Πράγματι ἡ Αἰκατερίνη πῆρε τήν εἰκόνα, κλείστηκε στό σπίτι, κ' ἔκανε προσευχή πολλή, πέρα ἀπ' τά μεσάνυχτα. Κουρασμένη τήν πῆρε ὁ ὕπνος. Βλέπει τότε ὅραμα. Εἶδε τήν Παναγία νά λάμπει σάν τό φεγγάρι καί τό Θεῖο βρέφος στήν ἀγκάλη της νά λάμπει σάν τόν ἥλιο· ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀποστρεφόταν νά μή δεῖ τήν Αἰκατερίνη. Λέει ἡ Παναγία·

     ―Παιδί μοῦ, κοίταξε τήν κόρη αὐτή. Ἦρθε ἀπό τόσο μακριά· ζητάει νά βρεῖ κάποιον πού νά τήν ἀγαπάει καί νά ἀφοσιώνεται σ' αὐτήν.

     Τό Θεῖο βρέφος ἀπήντησε μέ θυμό·

     ―Δεν θέλω νά τήν κοιτάξω.

     ―Γιατί, παιδί μου; Αὐτή εἶναι ἡ πιό ὡραία κόρη τῆς Ἀλεξανδρείας.

     ―Oχι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ· εἶναι ἄσχημη (ἤτανε ἀσχήμη, γιατί ἀκόμα δέν εἶχε βαπτισθεῖ).

     Ἔφυγε κλαμένη ἡ Αἰκατερίνη. Πῆγε στόν ἀσκητή καί τοῦ εἶπε τό ὅραμα.

     ―Kαλά σού εἶπε, λέει ἐκεῖνος. Γι' αὐτό, ἄν θές νά ἀτενίσεις τό Χριστό, νά πιστέψεις σ' αὐτόν καί νά βαπτισθεῖς.

     Σέ λίγες μέρες ἡ μεγάλη ἐκείνη προσωπικότης τῆς Ἀλεξανδρείας, βαπτίσθηκε καί ἔγινε πλέον Χριστιανή. Τότε εἶδε πάλι ὅραμα. Αὐτή τή φορά τό Θεῖο βρέφος τήν κοίταξε καί ἦρθε ὁ παράδεισος στήν καρδιά της. Ἀπό τήν ὥρα ἐκείνη ἡ Αἰκατερίνη ἀφωσιώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου στό Χριστό. Ἔγινε ἱεραπόστολος.

     Τό 'μαθέ ὁ βασιλιάς Μαξιμίνος καί τήν κάλεσε σέ διάλογο. στό τέλος ἀναγκάστηκε νά πεῖ· Ἐγώ δέ' μπορῶ νά τά βγάλω πέρα μαζί σου, ἀλλά θά καλέσω τούς σοφούς καί ἐπιστήμονες, μαθηματικούς καί φυσικούς καί ἀστρονόμους, γιά νά συζητήσεις μαζί τους.

     Τήν ἄλλη μέρα, ἑκατόν πενήντα σοφοί ἦταν στό ἀνάκτορο τοῦ Μαξιμίνου. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά μόνη της ἡ ἁγία Αἰκατερίνη. Ἄρχισε ἡ συζήτησι καί διήρκεσε ὅλη τή μέρα. Τά ἐπιχειρήματα τῶν σοφῶν κατέρρευσαν. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο φώτισε τήν ἁγία Αἰκατερίνη καί τούς ἀπεστόμωσε.
     O ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου εἶπαν· Συμφωνῶ μέ τήν Αἰκατερίνη, πιστεύω στό Θεό τῆς Αἰκατερίνης. Καί ὁ βασιλιάς; Ἐξαγριώθηκε περισσότερο καί διέταξε, νά κόψουν μπροστά του τά κεφάλια τῶν σοφῶν. Ἔτσι οἱ ἑκατόν πενήντα ἐκεῖνοι σοφοί ὠμολόγησαν τό Χριστό καί μαρτύρησαν.

     Μετά ἀπό αὐτό ὁ Μαξιμίνος ἔρριξε τήν ἁγία Αἰκατερίνη στή φυλακή. Καί φυλακισμένη ὅμως εἶχε νέες νίκες.   Ἐκεῖ ἔφερε στήν πίστι πολλούς πού ἦρθαν νά τήν ἐπισκεφθοῦν. Μεταξύ αὐτῶν ἦταν ἡ γυναίκα τοῦ Μαξιμίνου, ἡ βασίλισσα Φαυστίνα, καί ὁ σωματοφύλακάς της ἀξιωματικός Πορφύριος μαζί μέ διακόσους στρατιῶτες του.  Ὅλοι αὐτοί, ἀκούγοντας τά λόγια της, πίστεψαν στό Χριστό. Ἀλλά ὁ Μαξιμίνος, μέ σατανικό πεῖσμα, ὄχι μόνο ἔμεινε ἀμετάπειστος, ἀλλά καί διέταξε νά ἀποκεφαλισθοῦν καί αὐτοί ὅλοι. δέ' λυπήθηκε οὔτε τή γυναίκα του!  Ἑκατόν πενήντα, σύν διακόσοι, σύν δύο· τριακόσες πενηνταδύο (352) ψυχές ἐπίασε στά δίχτυα τοῦ Χριστοῦ τό κήρυγμα τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης!

     Μετά ἀπό λίγο ἔφθασε πλέον τό τέλος της. δέν σᾶς διηγοῦμαι τίς λεπτομέρειες. Εἶναι μακρά ἡ σειρά τῶν βασανιστηρίων, ἀπό τά ὁποία φοβερώτερο εἶναι ὁ τροχός. Καί πέτρα ἀκόμα νά 'σαί, θά συγκινηθεῖς ἄν διαβάσεις τό τέλος τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἀφοῦ γονάτισε, ὕψωσε τά χέρια καί προσευχήθηκε γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἔπειτα ἔκλινε τό κεφάλι καί ἀπεκεφαλίσθη.
     Ἔτσι παρέδωσε τήν ἁγία της ψυχή, πού σάν λευκό περιστέρι πέταξε στούς οὐρανούς.

     Τό ἱερό λείψανό της σώζεται ἄφθορο. Ὅσοι δέν πιστεύουν, ἄς πᾶνε νά τό δοῦν. Βρίσκεται στό ὅρος Σινά. Τή φωλιά αὐτή τοῦ Χριστοῦ μέσα στούς αἰώνας τήν κρατᾶνε Ἕλληνες μοναχοί. Ἄς εὐχαριστήσουμε τό Θεό γι' αὐτό. Ἴσως αὐτοί εἶναι οἱ τελευταῖοι μοναχοί· γιατί τά παιδιά τῆς Ἑλλάδος δέν πηγαίνουν πλέον νά γίνουν μοναχοί στό Σινά ἤ στό Ἅγιο Ὅρος· προτιμοῦν ἄλλες ἐπιδιώξεις...

     Ὡς προσκυνηταί πηγαίνουν ἐκεῖ καί Ἰσραηλίτες, καί Αἰγύπτιοι, καί Βεδουΐνοι, καί Γερμανοί, καί Ρῶσοι, γιά ν' ἀσπασθοῦν τά ἱερά λείψανα τῆς ἁγίας, πού τήν στεφάνωσε ὁ Θεός μέ τρία στεφάνια· τῆς παρθενίας, τοῦ μαρτυρίου, καί τῆς σοφίας καί ἐπιστήμης.

     Ἄν κοιτάξουμε τήν εἰκόνα της, ἔχει δαχτυλίδι. Τί σημαίνει αὐτό; στό δεύτερο ὅραμα, πού εἶδε, ὁΧριστός τῆς ἔδωσε δαχτυλίδι, ἔγιναν δηλαδή ἀρραβῶνες. Ἀρραβῶνες, πού διαφέρουν ἀπό τούς ἀρραβῶνες τῆς γής. Τή στιγμή πού μία κοπέλλα ἀφιερώνεται στό Θεό, ἀρραβωνιάζεται πλέον μέ τό Χριστό, πού εἶναι «ὁ νυμφίος ὁ κάλλει ὡραῖος παρά πάντας ἀνθρώπους» (ἀπόστιχα αἴνων M. Τρίτης).

* * *

     Ἡ ἁγία Αἰκατερίνη, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἔλεγχος τῆς γενεᾶς μας. Ἔλεγχος πρῶτον τῶν γυναικών, διότι ἔχουν τό νοῦ τούς μόνο στό σωματικό κάλλος καί ἀδιαφοροῦν γιά τό ψυχικό. Εἶναι ἔλεγχος δεύτερον τῶν ἀνδρῶν, διότι ἀποδεικνύονται κατώτεροι ἀπό τή γυναίκα. Καί τρίτον εἶναι ἔλεγχος ἠμῶν τῶν κληρικῶν, διότι δέν φέρνουμε ψυχές κοντά στό Χριστό ὅπως ἐκείνη, ἀλλά μᾶλλον διώχνουμε.

     Τελειώνω καί εὔχομαι, ἀπό μέν τίς γυναῖκες νά ξαναβγοῦν μανάδες πού θ' ἀναθρέψουν ἥρωες, ἀπό δέ τούς ἄντρες νά βγοῦνε μάρτυρες. Τό θαῦμα αὐτό τό ἐλπίζω ἀπό τή μάνα, ἀπό τή γυναίκα. Ἀμήν.
     † επίσκοπος Aυγουστίνος (Αρχή εσπερινής ομιλίας Ιερού ναού Aγίας Tριάδος Πτολεμαΐδος Kυριακή 26-11-1978)