Τό ψάρι τοῦ καπετάνιου

2014-08-03 17:22

     Σ' ἕνα αἰγαιοπελαγίτικο νησί ζοῦσε πρό ἐτῶν ἕνας ἱερέας εὐλαβέστατος. Ἡ ψυχούλα τοῦ ἦταν γεμάτη στοργή γιά τό ποίμνιό του καί εἰδικά γιά τούς πονεμένους. Ἔφτασε ὅμως ἡ μέρα πού δοκιμάστηκε κι ἐκεῖνος καί πόνεσε πολύ.     

     Ἡ κόρη του, μία ἐξαιρετική κοπέλα, εἶχε παντρευτεῖ πρόσφατα μ' ἕνα νοικοκυρεμένο παληκάρι. Ἔφτασε, λοιπόν, ὁ καιρός νά φέρει στόν κόσμο τό πρῶτο παιδάκι της. Κατά τόν τοκετό ὅμως, πέθανε! Πῆγε Μάρτυρας νά συναντήσει τόν Πλάστη της, ἀφήνοντας πολύ πόνο πίσω της.  

     Ὁ ἱερέας πατέρας τῆς πόνεσε κι αὐτός πολύ στό χωρισμό, ἀλλά μέ ἀκλόνητη Πίστη στό Θεό πρόσφερε δοξολογία στό ἅγιο ὄνομά Του. Τήν ἀγάπη του δέ, γιά τήν θυγατέρα τοῦ ἐξέφραζε μέ θερμές προσευχές γιά τήν ψυχή της καί μέ κρυφές ἐλεημοσύνες. 

     Ὁ ἱερέας εἶχε ἕναν ἀδελφό καπετάνιο πού, ἀπόμαχος πιά τῆς θάλασσας, εἶχε γίνει στεριανός γιά τά ὑπόλοιπα χρόνια της ζωῆς του. Εἶχε δημιουργήσει περιουσία κι ἀπολάμβανε πλέον τούς κόπους του. Δυστυχῶς ὅμως ἦταν σχεδόν ἄπιστος, παρ' ὅλο πού εἶχε καλή καρδιά. Τά βραδάκια, ὅταν μαζεύονταν στό φιλόξενο σπίτι τοῦ παπᾶ μαζί μέ μερικούς φίλους, κάποιους ἀγαθούς νησιῶτες πού πρόσφεραν τίς ὑπηρεσίες τους στήν ἐκκλησία, ἔπιναν τό ζεστό τους φασκόμηλο καί κουβεντίαζαν. Ὁ καπετάνιος ἕνα βράδυ εἰρωνεύτηκε τόν ἱερέα καί τοῦ εἶπε:    

     - Σιγά καημένε παπά, μήν ὑπάρχει ἄλλη ζωή καί σέ βλέπει ἡ κόρη σου τί λέμε καί τί κάνουμε!

     Ὁ ἱερέας μέ πραότητα προσπάθησε νά τόν βοηθήσει ν' ἀποβάλει τήν ἀπιστία, γιατί ἤξερε πώς κατά βάθος ὑπέφερε ἡ ψυχή τοῦ μέσα στή θανατερή παγωνιά της. Ἐκεῖνος ὅμως δέ φάνηκε νά ἐπηρεάζεται.

     Ἕνα βράδυ, λοιπόν, ὁ ἱερέας βλέπει τή θυγατέρα του στόν ὕπνο του. Ἦταν ὁλόφωτη. Λευκοντυμένη, χαρούμενη, καί τοῦ λέει: "Πατέρα, σ' εὐχαριστῶ γιά ὅλα. Γιά τήν ἀγάπη σου, τίς προσευχές σου, καί τίς ἐλεημοσύνες πού κάνεις γιά τήν ψυχή μου. Πές, σέ παρακαλῶ, καί στόν θεῖο μου (τόν καπετάνιο) ὅτι τόν εὐχαριστῶ γιά τό ψάρι πού μου 'στειλε!".      

     Αὐτά εἶπε κι ἐνῶ χαμογελοῦσε ἀγγελικά, τ' ὄνειρο ἔσβησε...

     Ὁ ἱερέας, ὅταν σηκώθηκε τό πρωί, αἰσθανόταν μεγάλη χαρά καί συγκίνηση.

     Τό βράδυ διηγήθηκε τ' ὄνειρο στή συντροφιά. Ὅλοι συγκινήθηκαν, μόνο ὁ καπετάνιος κοιτοῦσε δύσπιστα τόν ἀδελφό του. Ὅταν ὅμως τοῦ εἶπε ὅτι ἡ ἀνιψιά τοῦ τόν εὐχαριστεῖ γιά τό ψάρι πού τῆς ἔστειλε, κι ὅτι δέν μπορεῖ νά ἐξηγήσει αὐτά τά λόγια της, ὁ καπετάνιος τινάχθηκε ὄρθιος. Τά μάτια τοῦ γέμισαν δάκρυα καί τά χέρια τοῦ ἄρχισαν νά τρέμουν. Ἀπ' τό στόμα τοῦ βγῆκε ἡ κρυφή Πίστη τῆς καρδιᾶς του:

     - "Θεέ μoῦ!", ψιθύρισε καί μία κοίταζε τόν ἕνα καί μία τόν ἄλλον σαστισμένος.

     Ὅλοι τόν ρώτησαν τί συνέβαινε. Γιατί τόση ταραχή, γιατί τόση συγκίνηση; Ἐκεῖνος, ὅταν συνῆλθε κάπως, ξανακάθησε στήν καρέκλα του καί χωρίς νά ἐμποδίζει τά δάκρυά του νά τρέχουν στό ἡλιοψημένο πρόσωπό του, τούς εἶπε μέ ταπεινή φωνή: "- Ναί, εἶναι ἀλήθεια, ζοῦν οἱ ψυχές καί μᾶς βλέπουν! Ἀνήμερα στήν κηδεία τῆς ἑτοιμαζόμουν νά κατέβω στήν ἐκκλησία, ὅπου θά τήν διαβάζατε. Εἶχα πολύ πόνο μέσα μου. Τό ξέρεις, παπά, πόσο ἀγαποῦσα αὐτή τή θυγατέρα σου. Ἦταν πάντα ἄγγελος...

     Ἐκείνη τή στιγμή ἔφθασε ἕνας φίλος μου ψαράς κάτω ἀπ' τόν πέρα γιαλό. Τούχα πεῖ πώς, ὅταν ἐπίανε καλό ψάρι νά μοῦ τό 'φερνε κι ἐγώ θά τό πλήρωνα ὅσο-ὅσο. Ἐκείνη ὅμως τή στιγμή μέ νευρίασε ἡ παρουσία του, καθώς κρατοῦσε τό ροφό κρεμασμένο στό πλάι του.  

     Τοῦ εἶπα λοιπόν ἀπότομα:

     - Δέ θέλω ψάρια σήμερα, δέν θέλω τίποτε. Σήμερα κηδεύω τήν ἀνηψιά μου!        

     Ο άνθρωπος όταν τ' άκουσε πάγωσε και με κοίταζε αμίλητος. Τον λυπήθηκα και του είπα:        

     - Όμως, να, στο πληρώνω και συ δώστο σε κανένα φτωχό για την ψυχή της!  

     Ἐκεῖνος πῆρε τά χρήματα, μέ συλλυπήθηκε κι ἔφυγε γρήγορα. Τό περιστατικό αὐτό δέν τό 'πα σέ κανέναν καί τό εἶχα ξεχάσει. Ἀλλά ἡ ψυχούλα της δέν τό ξέχασε καί μοῦ 'στειλε τίς εὐχαριστίες της", εἶπε καί σκούπισε μέ τήν ἀνάστροφή του χεριοῦ τοῦ τά δάκρυά του. Μετά χαμογέλασε γλυκά, μά τόσο γλυκά! Μέσα σ' αὐτό τό χαριτωμένο χαμόγελο ὁ ἱερέας διέκρινε τό γλυκοχάραμα τῆς ἀναγεννημένης Πίστεώς του. Ἡ νύχτα τῆς ἀπιστίας ἔφυγε...

     - "Δοξασμένο τόνομά Σου Πολυέλεε Κύριε", ψιθύρισε ὁ ἱερέας καί τόν ἀγκαλίασε μέ τό βλέμμα του...
Ἀπό τό https://www.agioritikovima.gr/perizois/24222-to-psari-tou-ka