Τά παιδιά καί ἡ Ἐκκλησία (π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν)

2014-08-04 08:31

     π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν

     Σάν γενικός κανόνας ἰσχύει ὅτι στά παιδιά ἀρέσει νά παρακολουθοῦν τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτή ἡ ἐνστικτώδης ἕλξη καί τό ἐνδιαφέρον πρός τίς ἀκολουθίες αὐτές εἶναι τό θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο πρέπει νά χτίσουμε τή θρησκευτική μας ἐκπαίδευση.

     Ὅταν οἱ γονεῖς ἀνησυχοῦν ὅτι τά παιδιά θά κουραστοῦν ἀπό τήν μεγάλη διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν, καί τά λυποῦνται γί αὐτό τόν λόγο, συνήθως ἐκφράζουν μέ ὑποσυνείδητο τρόπο τήν ἔγνοια τους γιά τόν ἑαυτό τους καί ὄχι γιά τά παιδιά τους.

     Τά παιδιά διεισδύουν πιό εὔκολα ἀπό τούς ἐνήλικες στόν κόσμο τῶν ἱερῶν τελετῶν, τοῦ λειτουργικοῦ συμβολισμοῦ. Νιώθουν καί ἐκτιμοῦν τήν ἀτμόσφαιρα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ἀκολουθιῶν μας.

     Τό βίωμα τῆς Ἁγιότητας, ἡ αἴσθηση τῆς συνάντησης μέ Κάποιον πού βρίσκεται πέρα ἀπό τά ὅρια τῆς καθημερινῆς ζωῆς, αὐτό τό Μέγα καί Φοβερό Μυστήριο πού βρίσκεται στή ρίζα ὅλης της θρησκευτικότητας καί εἶναι ὁ πυρήνας τῶν ἀκολουθιῶν μας, εἶναι πιό εὔκολα προσβάσιμο στά παιδιά μᾶς παρά σ' ἐμᾶς.

     «Ἀμήν λέγω ὑμίν, ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία...», αὐτές οἱ λέξεις ἀναφέρονται στήν δεκτικότητα, τήν ἀνοιχτομυαλιά, τή φυσική ἁπλότητα καί ἄνεση κινήσεων, πού χάνουμε ὅταν μεγαλώνουμε βγαίνοντας ἀπό τήν παιδική ἡλικία.

     Πόσοι πολλοί ἄνθρωποι ἔχουν ἀφιερώσει τίς ζωές τους στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ καί καθαγίασαν καί ἀφιέρωσαν τόν ἑαυτό τους στήν Ἐκκλησία ἐπειδή ἀπό τά παιδικά τους χρόνια διατήρησαν τήν ἀγάπη τους γιά τόν οἶκο τῆς λατρείας καί τή χαρά τῆς λειτουργικῆς ἐμπειρίας! Γί αὐτό τόν λόγο, τό πρώτιστο καθῆκον γονιῶν καί ἐκπαιδευτῶν εἶναι ἡ ἐφαρμογή τοῦ «Ἄφετε τά παιδία καί μή κωλύετε αὐτά...» (Μάτθ. 19:14), ὅσον ἀφορᾶ στή συμμετοχή τους
στήν Ἐκκλησία.

     Περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο μέρος, εἶναι στήν Ἐκκλησία πού τά παιδιά πρέπει ν' ἀκούσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Σέ μία σχολική αἴθουσα ὁ λόγος αὐτός εἶναι δύσκολο νά γίνει κατανοητός, παραμένει ἀφηρημένος, ἀλλά στήν ἐκκλησία βρίσκεται ἐντός του στοιχείου του. Στήν παιδική ἡλικία ἔχουμε τήν ἱκανότητα νά καταλάβουμε, ὄχι μέ διανοητικό/ἐγκεφαλικό τρόπο, ἀλλά μέ σύνολη τήν ὕπαρξή μας, ὅτι δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρά στή γῆ ἀπό τό νά βρίσκεσαι στήν Ἐκκλησία, νά συμμετέχεις στίς ἀκολουθίες της, νά ἀναπνέεις τήν εὐωδία τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, πού εἶναι «εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι ἁγίω».

     Ἡ συμμετοχή στά Ἐκκλησιαστικά δρώμενα θά πρέπει νά συμπληρώνεται ἀπό τίς πρῶτες μέρες τῆς παιδικῆς ἡλικίας ἀπό τήν σπιτική ἀτμόσφαιρα, ἡ ὁποία προηγεῖται καί ἀποτελεῖ προέκταση τῆς διάθεσης πού χαρακτηρίζει τό Ἐκκλησιαστικό βίωμα.

     Ἄς πάρουμε γιά παράδειγμα τό πρωινό της Κυριακῆς. Πῶς μπορεῖ ἕνα παιδί νά αἰσθανθεῖ τήν ἱερότητα ἑνός τέτοιου πρωινοῦ καί τήν ἱερότητα αὐτῶν πού πρόκειται νά παρακολουθήσει, ἐάν τό σπίτι εἶναι γεμάτο ἀπό τήν διαπεραστική ἔνταση τῶν ἤχων τοῦ ραδιόφωνου καί τῆς τηλεόρασης, οἱ γονεῖς καπνίζουν καί διαβάζουν ἐφημερίδες, καί γενικότερα βασιλεύει μιά ἐντελῶς ὑλιστική ἀτμόσφαιρα;

     Γιά τή συμμετοχή στήν Ἐκκλησία θά πρέπει νά ἔχει προηγηθεῖ μία αἴσθηση καί κατανόηση τοῦ γεγονότος τῆς σύναξης, μία γαλήνια, σταθερή καί σίγουρη ἱεροπρέπεια.

     Τό ἄναμα τῶν καντηλιῶν μπροστά στίς εἰκόνες, ἡ ἀνάγνωση τῶν Γραφικῶν διδαχῶν, καθαρά ροῦχα πού ἀποπνέουν φρεσκάδα, τά γιορτινά, τακτοποιημένα δωμάτια - πολύ συχνά οἱ γονεῖς δέν συνειδητοποιοῦν πώς ὅλες αὐτές οἱ καταστάσεις διαμορφώνουν τή θρησκευτική συνείδηση τοῦ παιδιοῦ, δημιουργώντας μία σφραγίδα πού καμμία ἐπακόλουθη συμφορά καί δοκιμασία δέν πρόκειται νά τήν ἐξαλείψει.

     Κατά τήν παραμονή καί κατά τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς καί τῆς κάθε Ἐκκλησιαστικῆς ἑορτῆς, κατά τή διάρκεια τῆς Σαρακοστῆς, καί στίς ἡμέρες πού προετοιμαζόμαστε γιά Ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία, τό σπίτι πρέπει νά ἀντανακλᾶ τήν Ἐκκλησία, πρέπει νά εἶναι φωτισμένο ἀπό τό φῶς πού φέρνουμε μαζί μας ἀπό τήν λατρευτική σύναξη.

     Καί τώρα ἄς μιλήσουμε γιά τό σχολεῖο. Μοῦ φαίνεται αὐταπόδεικτο ὅτι τό νά ὀργανώνεις τά λεγόμενα μαθήματα τοῦ «Σχολείου τῆς Κυριακῆς» κατά τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι κάτι πού βρίσκεται σέ βαθιά καί μεγάλη ἀνακολουθία μέ τό Ὀρθόδοξο πνεῦμα. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μία χαρούμενη σύναξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, καί τό παιδί πρέπει νά γνωρίσει καί νά βιώσει αὐτό τό γεγονός πολύ πρίν ἀποκτήσει τήν ἱκανότητα νά καταλάβει τό βαθύ νόημα αὐτῆς τῆς σύναξης. Μοῦ φαίνεται ὅτι ἡ ἐπιλογή τῆς Κυριακῆς σάν ἡμέρας γιά ἐκκλησιαστικό σχολεῖο δέν εἶναι καί πολύ ἐπιτυχημένη.

     Ἡ Κυριακή εἶναι πρωτίστως μία λειτουργική ἡμέρα, καί γί αὐτόν τόν λόγο, θά ἔπρεπε νά εἶναι Ἐκκλησιο-κεντρική καί Λειτουργιο-κεντρική. Θά ἦταν πολύ καλύτερα ἄν εἴχαμε ἐκκλησιαστικά σχολεῖα τά Σάββατα πρίν τόν Ἑσπερινό ἤ τήν Ἀγρυπνία. Τό ἐπιχείρημα ὅτι οἱ γονεῖς δέν μποροῦν καί δέν θά φέρνουν τά παιδιά στήν Ἐκκλησία δύο φορές τήν ἑβδομάδα εἶναι ἁπλῶς ἡ παραδοχή τῆς τεμπελιᾶς καί τῆς ἐφάμαρτης ἀμέλειας σχετικά μέ αὐτά πού εἶναι σημαντικά γιά τά παιδιά μας.

     Τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου εἶναι τό ξεκίνημα τῆς Κυριακῆς καί θά ἔπρεπε νά εἶναι λειτουργικά καθαγιασμένο ἀκριβῶς ὅσο καί τό πρωινό της Κυριακῆς. Διότι σέ ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες παντοῦ στόν κόσμο ἡ τέλεση τοῦ Ἑσπερινοῦ ἤ τῆς Ἀγρυπνίας γίνεται τήν παραμονή τῶν Κυριακῶν ἤ τῶν Πανηγύρεων.

     Δέν ὑπάρχει λόγος νά μή μποροῦμε κι ἐμεῖς ἐπίσης νά ρυθμίσουμε τήν ἐκκλησιαστική μας ζωή σύμφωνα μέ τήν ἀρχή: Σχολεῖο - Ἑσπερινός - Λειτουργία, ὅπου τό σχολεῖο θά εἶναι γιά τά παιδιά οὐσιαστικά προετοιμασία καί εἰσαγωγή πρός τήν Ἡμέρα τοῦ Κυρίου, τῆς Ἀνάστασής Του.

Agiameteora.net