Λύτρωση ἢ Θέωση; (Β' Μέρος)

2014-08-02 16:25

      τοῦ Παναγιώτου Νέλλα ( † 1986)

Γʹ. ῾Η Σημασία τῆς ἀπαντήσεως τοῦ Καβάσιλα

            1. Τὸ φάσμα τοῦ ἀκρωτηριασμοῦ τῆς θείας Οἰκονομίας ἀπὸ Δημιουργία-Θέωση σὲ πτώση-λύτρωση. ᾿Ανατολικὸς καὶ Δυτικὸς Χριστιανισμός.

            ΤΟ ΦΑΣΜΑ τοῦ ἀκρωτηριασμοῦ αὐτοῦ εἶδε νὰ καλύπτει τὴ Δύση καὶ νὰ ἔρχεται τὸ ΙΔʹ αἰώνα καὶ πρὸς τὴν ᾿Ανατολὴ ὁ Καβάσιλας. Καὶ μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ πνιγερὸ σύννεφο ὕψωσε ὡς φίλτρο καθάρσεως τὴ θεόπνευστη διδασκαλία του.

            Δὲν τὸ ἔκανε ἀντιρρητικά, ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρὰ γιατὶ κανεὶς δὲν εἶχε προσβάλει ἄμεσα τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία στὸ σημεῖο αὐτό, κανεὶς δὲν ἀμφισβήτησε ὡς αἱρετικὸ τὸ «ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα θεὸν τὸν ᾿Αδὰμ ἀπεργάσηται», ὅπως ἔκανε ὁ Βαρλαὰμ γιὰ τὶς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐπειδὴ δὲν εἶχε χάσει τὶς ἐλπίδες του γιὰ μιὰ ἐπιστροφὴ τῆς χριστιανικῆς Δύσεως στὴν καθολικὴ πίστη.

            Μίλησε καθολικά, ὑπερκαλύπτοντας τὸν ῎Ανσελμο, τὴν ἀφετηρία τοῦ σχολαστικισμοῦ, καὶ μὲ τὴν ὑπερκάλυψη αὐτὴ φανέρωσε τὸ τραγικὸ λάθος τοῦ ᾿Ανσέλμου, ἀφήνοντας ταυτόχρονα ἀνοιχτὸ τὸ δρόμο τῆς διόρθωσης. ῎Ετσι ἀποδείχθηκε πραγματικὸς οἰκουμενικὸς θεολόγος, καὶ ὑπάρχει ἐλπίδα, ὅταν ἡ διδασκαλία του προσεχθεῖ καὶ ἀξιοποιηθεῖ δογματικά, νὰ γίνει ἡ ἀφετηρία ἑνὸς γόνιμου διαλόγου μεταξὺ τῆς ᾿Ορθόδοξης ᾿Εκκλησίας καὶ τῶν ἄλλων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν. (8).

            ᾿Αλλὰ ἡ Δύση δὲν πρόσεξε ὅσο καὶ κυρίως ὅπως ἔπρεπε τὸν Νικόλαο Καβάσιλα. Δὲν τὸν παραγκώνισε βέβαια, οὔτε τὸν θεώρησε αἱρετικὸ ὅπως τὸν Παλαμᾶ. ᾿Εξέδωσε τὰ συγγράμματά του, τὰ μετέφρασε, ἀλλὰ δὲν τὰ κατανόησε. Καὶ συνέχισε μέχρι σήμερα νὰ ἀσφυκτιᾶ μέσα στὰ στενὰ ὅρια τοῦ ἄξονα ἁμαρτία-λύτρωση.

            ῾Η ἀκρωτηριασμένη αὐτὴ ἀντίληψη τῆς θείας Οἰκονομίας, μέσα στὸ γενικὸ σύνδρομο τῆς αἰχμαλωσίας τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας στὸ σχολαστικισμὸ καὶ τὰ ἐπακόλουθά του πέρασε, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, καὶ σὲ μᾶς. Τόσο, ὥστε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ῾Αγιορείτης, ποὺ μιλοῦσε τὴ γλώσσα τῶν Πατέρων τῆς ᾿Ανατολῆς, νὰ παρεξηγηθεῖ στὸ σημεῖο αὐτό.

            Αὐτὸς δέχτηκε ἀπὸ ὁρισμένους «τῇ ἱερᾷ μάλιστα θεολογία σχολάζοντας», ὅπως τοὺς χαρακτηρίζει, τὴν ἐπίθεση ποὺ δὲν εἶχε δεχθεῖ ὁ Καβάσιλας. Καὶ ἀπάντησε μὲ τὸ συγκλονιστικὸ σὲ σχέση μὲ τὸ θέμα μας κείμενο ποὺ τιτλοφορεῖ «᾿Απολογία» καὶ στὸ ὁποῖο θέτει γιὰ πρώτη φορά, ἀνοιχτὰ πιά, τὸ πρόβλημα. (9).

            Ποιό ὅμως εἶναι συγκεκριμένα τὸ πρόβλημα; ᾿Ακριβέστερα, ποιές εἶναι οἱ συνέπειες τῆς λαθεμένης ἀπάντησης τοῦ ᾿Ανσέλμου στὸ «Cur Deus Homo?» καὶ ποιά ἡ σημασία τῆς ἄλλης ἀπαντήσεως τοῦ Καβάσιλα; Εἶναι ὄντως ἡ διεύρυνση τοῦ ἄξονα πτώση-λύτρωση σὲ Δημιουργία-Θέωση ὁ πυρήνας τῆς διδασκαλίας του; Μιὰ προσπάθεια ἀπαντήσεως στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ θὰ εἶναι τὸ τελευταῖο μέρος τῆς μελέτης μας.

            2. ῾Η ὑπέρβαση τῆς ἀντιλήψεως ὅτι τὰ μυστήρια εἶναι ἁπλὰ θρησκευτικὰ καθήκοντα. ᾿Εκκλησία, ὁ ἑνωμένος μὲ τὸ Θεὸ κόσμος. ῾Ο κόσμος, οἶκος τοῦ Θεοῦ.                          

            Η ΠΕΡΙ μυστηρίων καὶ ᾿Εκκλησίας διδασκαλία του, πρῶτα, ἀναπτύσσει ἀκριβῶς τὸν πυρήνα αὐτό.

            Οἱ σχολαστικοί, τοποθετημένοι στὸν ἄξονα πτώση-λύτρωση, ὅρισαν ὅπως εἶναι γνωστὸ τὰ μυστήρια ὡς τὶς ὁρατὲς τελετὲς μὲ τὶς ὁποῖες τὸ ἱερὸ καθίδρυμα τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅπου βρίσκεται κατὰ κάποιο τρόπο ἀποθηκευμένη ἡ θεία χάρη, τὴ μεταδίδει στοὺς πιστούς. Καὶ διέκριναν στὰ μυστήρια δυὸ στοιχεῖα, τὰ αἰσθητὰ σημεῖα καὶ τὴν οὐσία τους ποὺ εἶναι ἡ ἀόρατη, ἀλλὰ ὄχι ἄκτιστη, θεία χάρη. Οἱ πιστοὶ εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ προσφεύγουν στὰ μυστήρια ποὺ τελοῦν οἱ ἱερεῖς, γιὰ νὰ παίρνουν ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία τὴ θεία χάρη καὶ νὰ βρίσκονται ἔτσι ὄχι σὲ κατάσταση ἁμαρτίας, ἀλλὰ σὲ κατάσταση χάριτος (état de grâce), δηλαδὴ σὲ κατάσταση λυτρώσεως. Τὰ μυστήρια εἶναι γιὰ τοὺς σχολαστικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ πολλοὺς σημερινοὺς ἀνατολικοὺς θεολόγους καὶ ἱεροκήρυκες, τὰ κατ᾿ ἐξοχὴν θρησκευτικὰ καθήκοντα τῶν πιστῶν. ῾Η ᾿Εκκλησία κατανοεῖται καὶ λειτουργεῖ στὴν προοπτικὴ αὐτὴ ὡς θρησκεία.

            ᾿Αλλὰ ὁ Καβάσιλας, τοποθετημένος στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θέωση, βλέπει τὰ μυστήρια καὶ τὴν ᾿Εκκλησία σὲ ἐντελῶς διαφορετικὴ προοπτική.

            Τὸ ἀρχικὸ καὶ ὕψιστο Μυστήριο τῆς πίστεώς μας, τὸ ὁποῖο εἶναι κατὰ τὸν ᾿Απόστολο Παῦλο ὁ Χριστός, ἡ σάρκωση καὶ ἡ θεία οἰκονομία τοῦ Λόγου, ὁ βυζαντινὸς μυστικὸς τὸ βλέπει νὰ διαθλᾶται κατὰ κάποιο τρόπο, νὰ γίνεται συγκεκριμένο καὶ ἐνεργὸ μέσα στὸ χρόνο μὲ τὰ μυστήρια.

            ῾Ο Καβάσιλας διδάσκει ἀκολουθώντας τοὺς Πατέρες, ἰδιαίτερα τὸν ἅγιο ᾿Ιωάννη τὸ Χρυσόστομο, ὅτι ὑπάρχει μιὰ ἐσωτερικὴ ταυτότητα μεταξὺ τοῦ ἱστορικοῦ σώματος τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας, μεταξὺ τῶν ἐνεργειῶν τοῦ συγκεκριμένου σώματος τοῦ Κυρίου καὶ τῶν μυστηρίων.

            Τὰ μυστήρια προεκτείνουν πραγματικὰ τὶς λειτουργίες ἐκείνου τοῦ σώματος καὶ παρέχουν ἀληθινὰ τὴ ζωή του. «Ταύτης τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου μυσταγωγία ἐστὶ τὰ τελούμενα» (392D).

            Μετέχοντας στὸν ῎Αρτο τῆς Εὐχαριστίας ἐγκεντριζόμαστε στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κι αὐτὸ τὸ ἴδιο Σῶμα εἶναι τὸ Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ ἡ ᾿Εκκλησία δημιουργεῖται, ὀργανώνεται καὶ ζεῖ μέσα στὰ μυστήρια.

            «Σημαίνεται ἡ ᾿Εκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις οὐχ ὡς ἐν συμβόλοις, ἀλλ᾿ ὡς ἐν καρδίᾳ μέλη καὶ ὡς ἐν ρίζᾳ φυτοῦ κλάδοι καί, καθάπερ ἔφη Κύριος, ὡς ἐν ἀμπέλῳ κλήματα. Οὐ γὰρ ὀνόματος ἐνταῦθα κοινωνία μόνον, ἢ ἀναλογία ὁμοιότητος, ἀλλὰ πράγματος ταυτότης» (452CD).

            ῾Η ᾿Εκκλησιολογία τοῦ Καβάσιλα εἶναι σαφῶς μυστηριακή. Πρόλαβε καὶ στὸν τομέα αὐτὸ τὸν Κʹ αἰώνα, στὸν ὁποῖο ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἔκανε τὴ μεγάλη της προσφορὰ στὸν καθόλου χριστιανισμό, τὴν εὐχαριστιακὴ λεγόμενη ᾿Εκκλησιολογία. Προσφέρει μάλιστα στὴν τελευταία αὐτὴ τὸ πραγματικὸ θεμέλιό της.

            Τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἐγκεντρισμὸς στὸ ῾Οποῖο μεταμορφώνει ἀκριβῶς διὰ τοῦ Πνεύματος ἕνα κοινωνικὸ σύνολο σὲ Λαὸ τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ δὲν εἶναι ἀσφαλῶς ἡ σύναξη τοῦ Λαοῦ ἀπὸ τὴν ὁποία πηγάζει ἡ Εὐχαριστία, ἀλλὰ ὁ Χριστός. Αὐτὸς εἶναι ὁ συνάγων καὶ ὁ τελῶν τὴν Εὐχαριστία. ῾Η σύγχρονη εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία, ἡ ὁποία στὸ σημεῖο αὐτὸ παρουσιάζει ἴσως μιὰ ἀδυναμία, θὰ μποροῦσε νὰ κερδίσει πολλὰ δίδοντας τὴν πρέπουσα προσοχὴ στὴ διδασκαλία τοῦ Καβάσιλα, τοῦ μεγάλου αὐτοῦ εὐχαριστιακοῦ θεολόγου τοῦ χριστιανισμοῦ.

            Τὸ κεντρικὸ ἐκκλησιαστικὸ μυστήριο εἶναι κατὰ τὸν Καβάσιλα ἡ θεία Εὐχαριστία, ἡ ὁποία ἀναπαριστᾶ, δηλαδὴ κάνει ἐκ νέου ἐνεργητικὰ παρούσα μέσα σὲ κάθε συγκεκριμένο τόπο καὶ χρόνο τὴν Οἰκονομία τοῦ Σωτήρα, τὴν πρόσληψη, κάθαρση καὶ μεταμόρφωση τῆς κτίσεως σὲ Σῶμα του.

            ᾿Αλλὰ ἀπὸ τὴν Εὐχαριστία ἀπορρέει ἕνα πλῆθος ἱερῶν τελετῶν ποὺ στοχεύει στὸν ἁγιασμὸ τῆς ζωῆς, στὴ μεταμόρφωση ὅλων τῶν συγκεκριμένων δομικῶν στοιχείων τῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν κόσμο. Τὰ μυστήρια εἶναι ἡ «πύλη» καὶ ἡ «ὁδός», «θυρίδες» τὰ ὀνομάζει ἀλλοῦ ὁ Καβάσιλας, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἡ ζωὴ τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέσα στὴν κτίση.

            «Ταύτην τὴν ὁδὸν ὁ Κύριος ἔτεμεν εἰς ἡμᾶς ἐρχόμενος καὶ ταύτην ἀνέῳξε τὴν πύλην εἰσελθὼν εἰς τὸν κόσμον. Καὶ εἰς τὸν Πατέρα ἀνελθών, οὐκ ἠνέσχετο κλεῖσαι, ἀλλ᾿ ἐξ ᾿Εκείνου διὰ ταύτης ἐπιδημεῖ τοῖς ἀνθρώποις· μᾶλλον δὲ πάρεστιν ἀεὶ καὶ μεθ᾿ ἡμῶν ἔστι καὶ ἔσται μέχρι παντός... Οὐκοῦν οὐκ ἔστι τοῦτο ἄλλο ἢ οἶκος Θεοῦ» (504CD).

            ῾Ο Θεός, ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σάρκωση ἦταν ὡς πρὸς τὴν κτίση «ἄοικος», τώρα βρίσκει κτιστὸ χῶρο διαμονῆς καὶ κατοικητήριο. ῎Ετσι μέσα στὴν κτίση βρίσκεται πλέον ὄχι μόνο ὁ βωμὸς στὸν ὁποῖο λατρεύεται ὁ Θεός -τυπικὸ γνώρισμα τῆς θρησκείας- ἀλλὰ ὁ Θεὸς ὁ ἴδιος, καὶ ἡ ἀνθρωπότητα γίνεται οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. ῾Η μεταμόρφωση εἶναι ἀκόμη βαθύτερη. ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν εἶναι μόνο οἶκος καὶ οἰκογένεια, ἀλλὰ Σῶμα τοῦ Θεοῦ.

            ῾Η πλήρης αὐτὴ ἕνωση κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου, χωρὶς νὰ συντρίβει τὰ ὅρια τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου, τὰ διευρύνει, τὰ κάνει διαφανῆ καὶ τὰ μεταμορφώνει. ῾Η μυστηριακὰ ἀνασυγκροτημένη καὶ ξαναδομημένη κτίση, ποὺ ὀνομάζεται ᾿Εκκλησία, ἔχει καινούργιες διαστάσεις, λειτουργίες καὶ ζωή, τὶς διαστάσεις, λειτουργίες καὶ ζωὴ τοῦ Σώματος τοῦ ᾿Αναστάντος Κυρίου.

            Τὰ πάντα μποροῦν στὸ ἑξῆς νὰ συγκροτηθοῦν καὶ νὰ ζήσουν μέσα στὴν κτίση μὲ νέο τρόπο, οὔτε μόνο ἀνθρώπινο, οὔτε ἀποκλειστικὰ θεϊκό, ἀλλὰ θεανθρώπινο.

            ῾Υπερβαίνεται ριζικὰ ἡ πραγματικότητα τῆς θρησκείας, δηλαδὴ ἡ ὀργάνωση τῆς ζωῆς ἐν ὄψει ἢ σὲ σχέση μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἡ ἁπλὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, στὴν ᾿Εκκλησία ἔχουμε ἕνωση μὲ τὸ Θεό.

            ῾Ο Καβάσιλας ὡς ἀληθινὸς πατὴρ τῆς καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, φανερώνει ὅλο τὸ εὖρος τοῦ χριστιανισμοῦ. ῾Υπερβαίνεται καὶ ἡ ἀποκλειστικότητα ποὺ εἶναι ἐπίσης τυπικὸ γνώρισμα τῆς θρησκείας. ῾Η ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησιολογία ἀποδεικνύεται μιὰ καινή, θεανθρώπινη κοσμολογία.

            Εἶναι φανερὸ πόσο μακρυὰ βρισκόμαστε ἀπὸ τὴν ἀντίληψη τῶν σχολαστικῶν, σὲ τί ὕψος καὶ βάθος καὶ μῆκος μᾶς καλεῖ νὰ ὁδηγηθοῦμε ἡ τοποθέτηση στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θέωση.

            Αὐτὸ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ δεύτερο, καίριο καὶ γιὰ τὸ ΙΔʹ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ δικό μας αἰώνα πρόβλημα πού, τοποθετώντας το στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θεώση, λύνει μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὁ Καβάσιλας, στὴ σχέση ᾿Εκκλησίας-κόσμου.

            3. ῾Η ὑπέρβαση τῆς διαμάχης ᾿Εκκλησίας-κόσμου. Στὸν ἑνοποιητικὸ ἄξονα Δημιουργία-Θεώση ἡ ἀντίθεση ᾿Εκκλησίας-κόσμου ὀντολογικὰ ἀνύπαρκτη. Στὸν ἀντιθετικὸ ἄξονα ἁμαρτία-λύτρωση κίνδυνος ἐκπεσμοῦ τῆς ᾿Εκκλησίας σὲ ἁπλὸ θρησκευτικό, ἐγκόσμιο καθίδρυμα.

            Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ γιὰ τὸν Καβάσιλα δὲν εἶναι μέσα στὸν κόσμο ἁπλῶς μιὰ κιβωτός. Κοσμολογικὰ μιλώντας δὲν ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ κόσμου καὶ ᾿Εκκλησίας. ῾Η κτιστὴ φύση τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὁ κόσμος.

            Μέσα στὸ τμῆμα τῆς κτίσεως ποὺ προσέλαβε μὲ τὴ σάρκωσή του ὁ Λόγος, συνετρίβη ἡ ἁμαρτία καὶ πραγματοποιήθηκε ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ὁποῖο εἶχε δημιουργηθεῖ ἡ κτίση ἀπὸ τὴν ἀρχή. Τὸ δημιούργημα τοῦ Λόγου ἔγινε μὲ τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση Σῶμα τοῦ Λόγου, βρῆκε τὸ πραγματικὸ ἐξώκτιστο κέντρο του.

            ῾Η φύση του δὲν ἀλλάζει, καθαρίζεται καὶ ἀποκαθίσταται, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία εἶναι παρὰ φύσιν, καὶ ἐπὶ πλέον ὁ κόσμος ἐν Χριστῷ τελειοῦται, πραγματώνει τὸν προορισμό του.

            ᾿Εκκλησία εἶναι ὁ φτασμένος στὸν προορισμό του, πλήρως πραγματωμένος καὶ ἀληθινὰ ζῶν, διὰ τῆς ζωῆς τῆς Σαρκὸς τοῦ Κυρίου, τῆς ζωῆς τοῦ Πνεύματος, κόσμος.

            Τὸ ἐν Χριστῷ ἀρχικὸ πρόσλημμα τῆς κτίσεως ἔγινε στὴ συνέχεια γιὰ τὴν ὑπόλοιπη κτίση «χρίσμα». ῾Η κίνηση εἶναι διπλή.῾Ο Χριστὸς προεκτείνεται μέσα στὸ χρόνο καὶ ὁ κόσμος προσλαμβάνεται. ῾Ο Χριστὸς ἐπεκτείνεται προσλαμβάνοντας τὸν κόσμο. ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν εἶναι μιὰ στατικὴ κατάσταση, ἁπλῶς καὶ μόνο ἕνα ἱερὸ καθίδρυμα μέσα στὸν κόσμο. ᾿Αποτελεῖ μιὰ δυναμικὴ μεταμορφωτικὴ κίνηση.

            Εἶναι ὁ ἀέναος μέσα στὸ χρόνο καὶ στὸ χῶρο γάμος τοῦ Δημιουργοῦ μὲ τὴ δημιουργία Του, ἡ διαρκὴς ἀνάκραση τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο. Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐν Χριστῷ ἀσύγχυτη ἀνάκραση τῆς κτιστῆς μὲ τὴν ἄκτιστη φύση, ἡ κτίση ἀναχωνεύεται μέσα στὴ σάρκα τοῦ Κυρίου, ἀνασυγκροτεῖται μυστηριακά, μεταμορφώνεται χωρὶς νὰ καταστρέφεται -ἡ ἁμαρτία καταστρέφεται-γίνεται καὶ ζεῖ ὡς Σῶμα Χριστοῦ.

            Αὐτὰ μπορεῖ νὰ τὰ πεῖ ὁ Καβάσιλας, ἐπειδὴ στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θέωση τὸ κακό, ὡς σχετικὸ καὶ ὡς συμβὰν ποὺ εἶναι, δὲν ἀλλοιώνει ὀντολογικὰ τὴν κτίση. ῾Οσοδήποτε μεγάλη κι ἂν εἶναι πάνω στὴν κτίση ἡ κυριαρχία τοῦ διαβόλου -καὶ εἶναι- ὁποιαδήποτε παραμόρφωση κι ἂν τῆς ἐπιφέρει ἡ ἁμαρτία, -καὶ τῆς ἐπιφέρει ὄντως τραγικὲς παραμορφώσεις- στὴν ἐνδότερη, τὴν ἀληθινὴ φύση της, ἡ κτίση μένει καλὴ λίαν.

            ῍Αν στὴν ἀλήθεια αὐτὴ προσθέσουμε καὶ τὴν πραγματικότητα τῶν δερματίνων χιτώνων, γιὰ τὴν ὁποία ἐπίσης μιλάει ὁ Καβάσιλας, τὸ ὅτι δηλαδὴ καὶ ἡ μεταπτωτικὴ λειτουργικότητα τοῦ κόσμου, παρὰ τὸ ὅτι εἶναι τὸ φυσικὸ ἀποτέλεσμα τῆς διαδικασίας τῆς πτώσεως, μὲ τὴν φιλεύσπλαχνη παρέμβαση τοῦ Θεοῦ γίνεται δῶρο καὶ εὐλογία, τὸ ὅτι σ᾿ αὐτὸ τὸν μεταπτωτικὸ κόσμο σαρκώθηκε ἀναμαρτήτως καὶ αὐτὸν προσέλαβε ἀσυγχύτως ἀλλὰ καὶ ἀδιαιρέτως ὁ Λόγος, καταλαβαίνουμε γιατὶ οἱ ᾿Ορθόδοξοι θεολόγοι ἀπὸ τὸν Παῦλο ὥς τοὺς Καππαδόκες, τὸν Δαμασκηνὸ κατὰ τὴν εἰκονομαχία, καὶ τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἀγωνίζονται νὰ κατοχυρώσουν ἐνάντια στοὺς αἱρετικοὺς τὴ συμμετοχὴ τοῦ σώματος καὶ τῆς ὕλης στὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεό.

            Στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θέωση ποὺ δὲν εἶναι ἀντιθετικὸς ἀλλὰ ἑνοποιητικός, καθολικός, τὸ χάσμα μεταξὺ ᾿Εκκλησίας-κόσμου ἀποδεικνύεται ὀντολογικὰ ἀνύπαρκτο. Τὸ πρόβλημα ποὺ μαστίζει ἀπὸ αἰῶνες τὴ Δύση, καὶ ἐμᾶς τοὺς ᾿Ανατολικοὺς στὸν αἰώνα μας, ἀποδεικνύεται σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν οὐσία ψευδοπρόβλημα. Παραμένει μόνο ὡς ἠθικὸ πρόβλημα.

            ᾿Ενῶ στὸν ἀκρωτηριασμένο, ριζικὰ ἀντιθετικὸ ἄξονα πτώση-λύτρωση, ὁ κόσμος κατανοεῖται μέσα στὴν πτώση κι ἡ ᾿Εκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργεῖ παρὰ ὡς ἕνα ἰσχυρὸ ἢ ἀνίσχυρο, ἀνάλογα μὲ τὶς συνθῆκες, θρησκευτικὸ καθίδρυμα ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐπιβάλλεται ἢ, ὅταν δὲν μπορεῖ, νὰ συμβιβάζεται μὲ τὸν κόσμο.

            ᾿Αντίστοιχα, ἂν ἡ ᾿Εκκλησία δείχνει ὡς μόνο σκοπό της τὴ λύτρωση τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὁ κόσμος ἀποποιεῖται αὐτὴ τὴν προσφορά, μὴ καταλαβαίνοντας κἄν τί εἶναι ἁμαρτία, καὶ βλέπει τὴν ᾿Εκκλησία σὰ μιὰ ἰδεολογία ἀνάμεσα στὶς ἄλλες, μὲ θρησκευτικὲς προϋποθέσεις καὶ στόχους αὐτή. Εἶναι δεδομένο γιὰ τοὺς ἱστορικοὺς ὅτι στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται ἡ γένεση τοῦ ἀθεϊσμοῦ.

            ᾿Ενῶ ἂν ἡ ᾿Εκκλησία βλέπει τὸν κόσμο ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν βοηθᾶ νὰ διορθώσει τὸν προσανατολισμό του, τὶς παραμορφώσεις ποὺ τοῦ δημιουργεῖ τὸ κακό, νὰ βρεῖ τὴ σωστή, τὴν ἁρμόζουσα στὴν πραγματικὴ φύση του λειτουργικότητά του, καὶ νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἐν Χριστῷ, ἂν ὁ Χριστὸς δὲν παρουσιάζεται ὡς ἀρχηγὸς τῆς μερίδας τῶν Χριστιανῶν ἢ τῆς ἰδεολογίας τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀλλὰ ὡς ὁ σκοπὸς πρὸς τὸν ὁποῖο τείνει ὁ κόσμος, ἡ στάση τοῦ κόσμου μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετική.

            Στὸν ἄξονα Δημιουργία-Μεταμόρφωση τῆς δημιουργίας, ἢ ἐγκεντρισμὸς ὅλων τῶν κτιστῶν πραγματικοτήτων στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἢ Θέωση, στηρίχτηκαν οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ πραγματοποίησαν τὸ μεγαλειῶδες ἔργο τῆς πρόσληψης τῶν στοιχείων τῆς ἐποχῆς τους, τὴν οἰκοδόμηση τῆς ᾿Εκκλησίας μὲ τὰ ἴδια τὰ ὑλικὰ ποὺ τοὺς πρόσφερε ἡ ἐποχή τους κι ἔτσι τὴ φανέρωση τοῦ Θεοῦ ὡς πραγματικὰ σαρκωμένου μέσα στὸ συγκεκριμένο κόσμο τους, ὡς σωτήρα ὄχι μόνο τῶν ψυχῶν ἀλλὰ καὶ τῶν σωμάτων, δηλαδὴ σωτήρα τῆς ζωῆς.

            Αὐτὸ τὸ ἔργο πραγματοποίησαν καὶ οἱ ἅγιοι Θεσσαλονικεῖς Πατέρες, Γρηγόριος καὶ Νικόλαος τὸν ΙΔʹ αἰώνα. Σ᾿ αὐτὸ καλούμαστε καὶ οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Κʹ αἰώνα.

            ᾿Αλλὰ γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ εἶναι φανερὸ ὅτι πρέπει πρὶν ἀπ᾿ ὅλα ν᾿ ἀποδεσμευθοῦμε ἀπὸ τὴν ἀντίληψη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μόνο Λυτρωτὴς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ Τὸν ξαναδοῦμε ὡς τὸ Α καὶ τὸ Ω, ὡς πραγματικὸ Σωτήρα, δηλαδὴ ταυτόχρονα Λυτρωτὴ καὶ ᾿Ανακεφαλαιωτὴ τοῦ σύμπαντος κόσμου, νὰ ξαναδώσουμε στὴ θεία Οἰκονομία ὅλο τὸ εὖρος καὶ τὴ σημασία της.

            4. ῾Η ὑπέρβαση τοῦ φόβου τῆς ἁμαρτίας ὡς κεντρικοῦ κινήτρου τῆς πνευματικῆς ζωῆς. ᾿Αρχή, κέντρο καὶ τέλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς ὁ Χριστός.

            ΑΛΛΑ ἡ ὀρθὴ ἀπάντηση τοῦ Καβάσιλα στὸ «Cur Deus Homo?» φέρνει καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία.

            ῞Οσο τρομακτικὸ κι ἂν εἶναι τὸ κακό, ἀφοῦ αὐτὸ καὶ ὄχι ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ ἐπεισόδιο καὶ συμβάν, ἀποδεικνύεται σὲ τελευταία ἀνάλυση μικρό. ῾Η κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου -τῆς σωτηρίας, τῆς πνευματικῆς ζωῆς κλπ.- ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ συνδέεται πρὸς τὸ Χριστό.

            ῾Η ἄσκηση, ἡ φιλανθρωπία κλπ. δὲν εἶναι τὰ «καλὰ ἔργα», ποὺ θὰ ἰσοζυγίσουν τὶς ἁμαρτίες μπροστὰ στὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ Τοῦ προσφέρουν ἱκανοποίηση.

            ῾Ο Θεὸς δὲν εἶναι «σαδιστὴς πατέρας» ποὺ ἱκανοποιεῖται μὲ τὸ βασανισμὸ τῶν παιδιῶν του. ῾Η ἄσκηση εἶναι ρωμαλέα πάλη κατὰ τοῦ κακοῦ. Καὶ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἀποδυθεῖ στὴν πάλη αὐτὴ πολὺ πιὸ εὔκολα, μὲ ἐλπίδα καὶ χαρά, ἂν στόχος του εἶναι ἡ ἀνάπτυξη τῶν θεοειδῶν καταβολῶν ποὺ ἔχει μέσα του, ὁ πόθος τῆς ἕνωσης ὅλων τῶν στοιχείων τῆς ὕπαρξής του μὲ τὸν Χριστό, καὶ ὄχι ὁ ἁπλὸς φόβος τῆς ἁμαρτίας.

            ῾Η πραγματικὴ ἁμαρτία γιὰ τὸν Καβάσιλα εἶναι τὸ νὰ μείνει ὁ ἄνθρωπος ἔξω ἀπὸ τὸ Χριστό. Νὰ θεωρήσει ὅτι ἐπαρκεῖ ἀπὸ μόνος του, ἡ αὐτονομία.

            ῾Η πιὸ μεγάλη ἁμαρτία τοῦ ᾿Αδάμ, αὐτὴ ποὺ γέννησε ὅλες τὶς ἄλλες, εἶναι ὅτι θέλησε νὰ ζήσει μὲ τὴ ζωὴ τῆς φύσης του, νὰ ὑπάρξει ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ Θεό. Πράγμα ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ θάνατο.

            ῾Ο Καβάσιλας εἶναι στὸ σημεῖο αὐτὸ κατηγορηματικός. ῍Αν ὁ ἄνθρωπος δὲν ζήσει μὲ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ εἶναι νεκρός. ῎Εστω κι ἂν εἶναι καλὸς κἀγαθὸς κοινωνικὰ ἢ θρησκευτικά, ἂν τυπικὰ τηρεῖ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου. Στὸν ἄξονα πτώση-λύτρωση κυριαρχεῖ ἡ δικαιοσύνη καὶ ὁ νόμος. Στὸν ἄξονα Δημιουργία-Θέωση, ἁμαρτία εἶναι ἡ αὐτονόμηση, ἡ αὐτάρκεια. Καὶ αὐτὴ ἐλλοχεύει ὡς ὕψιστος κίνδυνος, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀσκητικοὺς πατέρες, καὶ γιὰ τοὺς λυτρωμένους. Καὶ κυρίαρχος στὸν ἄξονα αὐτὸ εἶναι ὁ Χριστός.

            Γι᾿ αὐτό, τὸ ἦθος τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν δὲν εἶναι νομικό, ἀλλὰ θεοκεντρικό. ῾Η ὁποιαδήποτε ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀξία στὸ μέτρο ποὺ εἶναι ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ, λέει ὁ Καβάσιλας. Γιατὶ μόνο ὅ,τι εἶναι ἐνσωματωμένο στὸ Χριστὸ καὶ κατὰ συνέπεια πνευματικὸ («γεγεννημένον ἄνωθεν») μπορεῖ νὰ ξεπεράσει τὰ βιολογικὰ ὅρια τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. «Τοῦτον τὸν τρόπον τοῖς ἁγίοις τὸ μακαρίοις εἶναι συμβαίνει· τοῦ συνόντος ἕνεκα Μακαρίου» (613Α).

            ῾Η ἁγιότητα τῶν ἁγίων ὀφείλεται στὸ ὅτι ἔχουν ἑνώσει τὴ βούλησή τους μὲ τὴ βούληση τοῦ Χριστοῦ. ῾Η σοφία τῶν ἀληθινῶν σοφῶν, ἐκείνων ποὺ ἀποκαλύπτουν θεόπνευστα τὴν ἀλήθεια, ὀφείλεται στὸ ὅτι ἔχουν ἑνώσει τὸ νοῦ τους μὲ τὸ νοῦ τοῦ Χριστοῦ. «Οἴκοθεν γὰρ αὐτοῖς καὶ τῆς ἀνθρωπείας φύσεως καὶ σπουδῆς... γέγονεν οὐδὲ ἕν, ἀλλὰ καὶ ἅγιοι διὰ τὸν ἅγιον, καὶ δίκαιοι καὶ σοφοὶ διὰ τὸν συνόντα δίκαιον καὶ σοφὸν» (613Α).

            Γι᾿ αὐτό, συμβουλεύει ὁ Καβάσιλας, «γίνεσθε οἰκτίρμονες» ὄχι μὲ τρόπο ἀνθρώπινο, «ἀλλὰ καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί».

            Οἱ πιστοὶ καλοῦνται νὰ ἀγαποῦν «ᾧ φίλτρῳ Παῦλος ἐφίλει· ἐν σπλάγχνοις ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ». Καὶ νὰ ἔχουν τὴν ἀγάπη «ἣν ἠγάπησε τὸν Υἱὸν ὁ Πατήρ» καὶ τὴν εἰρήνη ὄχι τὴν ἀνθρώπινη ἀλλὰ τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ ὅπως ἡ γέννηση «θεία τις καὶ ὑπερφυής», ἔτσι «καὶ ἡ ζωὴ καὶ ἡ δίαιτα καὶ ἡ φιλοσοφία καὶ πάντα ταῦτα καινὰ καὶ πνευματικὰ» (616Α).

            Αὐτὴ ἡ παύλεια χριστοκεντρικότητα ποὺ τοποθετεῖ τὸ Χριστὸ ὡς ἀρχή, κέντρο καὶ τέλος τοῦ κόσμου καὶ τῆς ἱστορίας, εἶναι ὁ πυρήνας τοῦ ἔργου τοῦ Καβάσιλα. Σ᾿ αὐτὴ στηρίχθηκε γιὰ νὰ ἀπαντήσει ὀρθὰ στὸ ἐρώτημα «Cur Deus Homo?», νὰ περιορίσει στὰ ὅρια ποὺ τοῦ πρέπει τὸν ἄξονα πτώση-λύτρωση καὶ νὰ φανερώσει τὸ πραγματικὸ εὖρος τῆς θείας Οἰκονομίας, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴ Δημιουργία καὶ φθάνει ὥς τὴ Θέωση, αὐτὴ τὴ χωρὶς τέλος μέσα στὸν ἄκτιστο Θεὸ ἐπέκταση τοῦ κτιστοῦ ἀνθρώπου.

            Στὸν ἄξονα αὐτὸ τοποθέτησε ὁ Καβάσιλας, ὅπως ἔγινε φανερὸ ἀπὸ τὰ λίγα παραδείγματα πού, στὰ ὅρια αὐτῆς τῆς μελέτης ἦταν δυνατὸ νὰ δώσουμε, ὅλες τὶς πραγματικότητες τῆς πίστεως, τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας, καὶ φανέρωσε τὴν πραγματικὴ φύση καὶ τὸν ἔκτακτο μεταμορφωτικὸ δυναμισμό τους.

            5. ῾Η ἔξοδος τῶν σημερινῶν πιστῶν στὸν ἀνοιχτὸ ὁρίζοντα τῆς θείας Οἰκονομίας.

            ΣΕ ΜΙΑ ἐποχὴ ποὺ ὅλα ἄλλαζαν, ποὺ τὸ Βυζάντιο κατέρρεε, ποὺ οἱ Νέοι Χρόνοι γεννιότανε, ὁ Θεὸς μέσω τοῦ πιστοῦ θεράποντός Του Νικολάου ἄφησε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια ὡς προίκα, θὰ λέγαμε, στὸ λαό Του.

            Καὶ στὶς μέρες μας ποὺ οἱ Νέοι Χρόνοι δείχνουν τὸ πραγματικὸ πρόσωπό τους, ὁ Θεὸς φαίνεται ὅτι κινεῖ τὴ θεολογία καὶ τὴν ᾿Εκκλησία μας στὴν ἀνακάλυψη καὶ ἀξιοποίηση τοῦ θησαυροῦ ποὺ μᾶς κληροδότησε.

            Γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἐπὶ τέλους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ δυτικοῦ μεσαίωνα καὶ νὰ πάψουμε νὰ βασανιζόμαστε ἀπὸ τὶς συνέπειές του, νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὰ πλαίσια τοῦ ἄξονα πτώση-λύτρωση, τὸν ἀκαδημαϊσμό, τὴ θρησκευτικὴ ἀντίληψη τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ τόσα ἄλλα, καὶ νὰ βγοῦμε στὸν ἀνοικτὸ ὁρίζοντα τῆς θείας Οἰκονομίας, νὰ νοιώσουμε τὸ μεγαλεῖο καὶ νὰ συμμετάσχουμε κατὰ τὴν κλήση μας στὸ ἔργο ποὺ ἐργάζεται «ἄχρι τοῦ νῦν» ὁ Πατὴρ γιὰ νὰ μεταμορφώσει διὰ τοῦ Πνεύματος τὸν κόσμο -καὶ τὸ δικό μας σημερινό κόσμο- σὲ Σῶμα τοῦ Υἱοῦ Του.

            (*)Παναγιώτη Νέλλα, «Λύτρωση ἢ Θέωση;...», περιοδ. .Σύναξη., ἀριθ. 6/ ῎Ανοιξη 1983, Δοκίμια, σελ. 17-36. ᾿Επιμελ. ἡμέτ.

            1. Βλ. Γ. Φλωρόφσκυ, «Cur Deus Homo? Τὸ κίνητρο τῆς ἐνανθρωπήσεως», στὸ Θέματα ᾿Ορθοδόξου Θεολογίας, ᾿Αθήνα 1973, σελ. 33-42.

            2. Γ. Φλωρόφσκυ, ὅπ.π.· Ν. Νησιώτης, Προλεγόμενα εἰς τὴν θεολογικὴν γνωσιολογίαν, ᾿Αθῆναι 1965, σελ. 67· ᾿Α. Θεοδώρου, "Cur Deus Homo?, ᾿Απροϋπόθετος ἢ ἐμπροϋπόθετος ἐνανθρώπησις τοῦ θείου Λόγου¨", περιοδ. ΕΕΘΣΠΑ., ΙΘʹ, ᾿Αθῆναι 1972, σελ. 297-340· ᾿Α. Ραντοσάλιεβιτς, Τὸ μυστήριον τῆς σωτηρίας κατὰ τον ἅγιον Μάξιμον τὸν ῾Ομολογητήν, ᾿Αθῆναι 1975, σελ. 181-196.

            3. Στὶς ἐργασίες μας: Προλεγόμενα εἰς τὴν μελέτην Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, ᾿Αθῆναι 1968, σελ. 84 (καὶ τὴν ΘΗΕ, τ. 12, στλ. 830-857)· ῾Η Θεομήτωρ, κείμενο, μετάφραση, εἰσαγωγή, σχόλια στὶς Θεομητορικὲς ὁμιλίες τοῦ Ν. Καβάσιλα, ᾿Αθῆναι 1968, σελ. 232· «῎Ανθρωπος καὶ Θεάνθρωπος», περιοδ. Κληρονομία., 3 (1971) σελ. 111-124· «῾Η Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ θεοκεντρικὸς ἀνθρωπισμός», περιοδ. Γρηγόριος Παλαμᾶς., 56 (1973) σελ. 314-328· «῾Ο θάνατος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου», ᾿Ανάτυπο ἀπὸ τὸ περιοδ. Κοινωνία., 5-6 (1974) σελ. 16· ῾Η περὶ δικαιώσεως τοῦ ἀνθρώπου διδασκαλία τοῦ Νικολάου Καβάσιλα. Συμβολὴ εἰς τὴν ὀρθόδοξον σωτηριολογίαν. Πειραιεὺς 1975, σελ. 184· «Αἱ θεολογικαὶ πηγαὶ Νικολάου τοῦ Καβάσιλα. ᾿Αναφοραὶ καὶ ἐξαρτήσεις», περιοδ. Κληρονομία., 7βʹ (1975) σελ. 327-344· «῾Η ἕνωση μὲ τὸ Χριστὸ κατὰ τὸν Νικόλαο Καβάσιλα», περιοδ. ᾿Εποπτεία., 27(᾿Οκτ. 1978) σελ. 773-781· «῾Η ἐν Χριστῷ δικαίωσις τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸν ᾿Απ. Παῦλον», Χαριστήρια εἰς τιμὴν τοῦ Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 379-400· Ζῶον Θεούμενον. Προοπτικὲς γιὰ μιὰ ὀρθόδοξη κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου. ᾿Αθήνα 1979, σελ. 320.

            4. Οἱ παραπομπὲς χωρίων τοῦ Καβάσιλα γίνονται στὴν Patrologia Graeca τ. 150. ῎Ετσι τὸ 572Α σημαίνει: Migne P.G. 150, 572Α. ᾿Εξ ἄλλου, ὅπως θὰ τὸ ἀντιλήφθηκε ὁ ἀναγνώστης, ἀποφεύγουμε τὶς ἐπιστημονικῆς φύσεως παραπομπές. Οἱ ἐρευνητὲς μποροῦν νὰ τὶς βροῦν στὰ βιβλία τῆς σημείωσης 3.

            5. ῾Η Θεομήτωρ, σελ. 150-152.

            6. Θέλουμε νὰ παρακαλέσουμε τὸν ἀναγνώστη νὰ διακρίνει σὲ τοῦτο τὸ κείμενο τὶς κεντρικὲς θέσεις του ποὺ ἀναλύονται, τεκμηριώνονται καὶ προσφέρονται ὑπεύθυνα πρὸς συζήτηση, ἀπὸ τὶς περιφερειακὲς σὲ σχέση πρὸς τὴν κεντρικὴ θέση τοῦ κειμένου διατυπώσεις, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διατυπωθοῦν καὶ διαφορετικά, ἀσφαλῶς καὶ ὀρθότερα.

            7. ῾Αγίου ᾿Ιωάννου Δαμασκηνοῦ, ῾Η Θεοτόκος, Ε.Τ.Π. 2, ᾿Αθῆναι 1970, σελ. 70.

            8. Εἶναι κυριολεκτικὰ κρίμα καὶ λάθος ποὺ στὸ διάλογο ᾿Ορθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν θεολόγων, ποὺ πραγματοποιεῖται στὶς μέρες μας, μὲ θέμα τὸ κεντρικὸ θέμα τοῦ Καβάσιλα, τὰ μυστήρια, ὁ μεγάλος αὐτὸς θεολόγος καὶ πατὴρ τῆς ᾿Εκκλησίας ἀγνοεῖται. Σὲ μιὰ ὄχι μακρινὴ ἀπὸ τὸ σχίσμα ἐποχή, στὴν ὁποία μάλιστα οἱ συζητήσεις γιὰ ἕνωση ἦταν σὲ ἔξαρση, ὁ Καβάσιλας ἐπεξεργάστηκε, ὄχι ἀσφαλῶς τυχαῖα, μιὰ πλήρη θεολογία τῶν μυστηρίων. Στὴ θεολογία αὐτή, ἡ ὁποία συμπυκνώνει μὲ ἔξοχο τρόπο ὁλόκληρη τὴν προγενέστερη πατερικὴ παράδοση, λαβαίνεται ὑπ᾿ ὄψη καὶ προσλαμβάνεται ὀργανικὰ ὅ,τι ἦταν δυνατὸ νὰ προσληφθεῖ καὶ ἀπὸ τὶς ἀναζητήσεις τοῦ

πρώιμου καὶ ὄχι ἀκόμα ἀπολύτως σχηματοποιημένου σχολαστικισμοῦ. Εἶναι μιὰ θεολογία ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξη, ριζική, ποὺ βλέπει τὰ μυστήρια ταυτόχρονα στὴν ὀντολογικὴ καὶ ἠθική τους διάσταση. ᾿Επειδὴ μάλιστα ὁ Καβάσιλας, ὡς ὀρθόδοξος, κινεῖται ταυτόχρονα στὸ Θεολογικὸ καὶ κοσμολογικὸ ἀνθρωπολογικὸ ἐπίπεδο, ἡ θεολογία του ὁδηγεῖ σαφῶς στὴ θέωση καὶ καλεῖ σ᾿ αὐτὴ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλο τὸν κόσμο. Αὐτὴ ἡ διάσταση τοῦ εὐαγγελισμοῦ τοῦ κόσμου εἶναι ἕνας ἐπὶ πλέον λόγος ποὺ κάνει τὸν Καβάσιλα ἐξαιρετικὰ ἐπίκαιρο σήμερα, κυριολεκτικὰ μοντέρνο. ῍Αν σ᾿ αὐτὰ προσθέσουμε καὶ τὸ ὅτι στὴ θεολογία του δὲν ἀντέδρασαν ἀρνητικὰ ὥς τώρα οἱ ρωμαιοκαθολικοὶ θεολόγοι, κατανοοῦμε πόσο γόνιμο θὰ μποροῦσε νὰ ἀποδειχθεῖ τὸ νὰ ληφθεῖ σοβαρὰ ὑπ᾿ ὄψη στὸ σημερινὸ περὶ μυστηρίων διάλογο ἡ διδασκαλία του.

            9. Βλ. τὸ κείμενο αὐτὸ στὸ βιβλίο «Ζῶον θεούμενον», σελ. 249-260.

Ἀπό τό https://www.synodinresistance.org/Theology_el/3c8002cGiatiEns3.pdf