Λίγα λόγια γιά τήν προσευχή (Μέρος Α')

2014-08-02 11:55

Χαραλάμπους Νεοφύτου, Πρεσβυτέρου

        O ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπό τό Θεό γιά νά ζήσει αἰώνια μέσα στή χαρά τοῦ Παραδείσου, τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Πλασμένος κατ' ἀρχάς πάνω στή γῆ θά ἐργαζόταν «τό κατ' εἰκόνα» γιά νά φθάσει στό « καθ' ὁμοίωσιν» νά γίνει δηλαδή θεός κατά χάρη καί νά εἶναι αἰώνια εὐτυχισμένος. Ὅμως ἀστόχησε μέ τά γνωστά γεγονότα τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων. Διώχτηκε ἀπό τόν Παράδεισο καί ζοῦσε μέ τή νοσταλγία του, μέχρι πού ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἐξεῦρε τό μέσο γιά τήν ἐπανάκτηση του. Μέ τή σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό πάθος καί τήν Ἀνάστασή Του, ἄνοιξεν ὁ δρόμος πρός τόν  Παράδεισο. Τώρα ἔχει τή δυνατότητα ὁ ἄνθρωπος, ἄν τό θέλει φυσικά, νά  εἰσέλθει σ' αὐτόν, μέ πάντοτε μέ ὁρισμένες προϋποθέσεις. Ἀναγκαία προϋπόθεση εἶναι νά ἐφαρμόζει τό θέλημα τοῦ Κυρίου, νά μιμηθεῖ δηλαδή τή ζωή πού φανέρωσε καί ἔζησε στή γῆ μας, ὁ Σωτήρας μας Χριστός.

        Ἀναμφισβήτιτο γεγονός εἶναι ὅτι ἡ κατά Χριστόν ζωή πολεμᾶται σφόδρα ἀπό τόν πανοῦργο διάβολο, καί τά τέκνα του, πού κατ' οἰκονομία ἄφησε ὁ Κύριος νά ὑπάρχει, γιά νά δοκιμάζονται καί νά γίνονται φανεροί οἱ ἀγωνιστές καί οἱ ἐραστές τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ,γιά νά παίρνουν δίκαια τό βραβεῖο τῆς νίκης.

        Ἔτσι λοιπόν κάθε ἄνθρωπος πού θέλει νά εἰσέλθει στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θά πρέπει νά ἀγωνιστεῖ, νά πολεμᾶ συνεχῶς μέρα καί νύκτα μέ τόν ἀόρατο ἐχθρό, τό διάβολο. Ἡ πάλη εἶναι ἄνιση καί δύσκολη γιατί ὁ ἐχθρός εἶναι ἄσαρκος, ἀόρατος, ἄγρυπνος, καί ὁ ἄνθρωπος φορτωμένος τίς ἀδυναμίες τῆς σάρκας μέ τίς λογῆς λογῆς ἐπιθυμίες πού τόν κάνουν ἀδύνατο. Γιά τό λόγο αὐτό ἐπιβάλλεται νά  καταφύγει στή βοήθεια τοῦ Κυρίου πού  σίγουρα τή δίνει ἄν τοῦ ζητηθεῖ σωστά καί μέ θέρμη ψυχῆς. Ἐπιβάλλεται λοιπόν μιά σωστή συνάντηση μέ τόν Θεό Πατέρα μας, νά τοῦ ζητήσουμε τή βοήθειά Του γιά τή σωτηρία μας.Κι' ὅμως οἱ ἄνθρωποι σήμερα, ἐνῶ ἐπιδιώκουν συναντήσεις μέ ἀξιωματούχους τοῦ κράτους, μέ ὑπουργούς, βουλευτές ἤ καί μέ τόν πρόεδρο τοῦ κράτους, γιά τή λύση προσκαίρων προβλημάτων, καί εἶναι διατεθειμένοι νά  δυανύσουν ἀποστάσεις καί κόπους καί ἔξοδα νά ὑποστοῦν καί μεσῖτες νά βάλουν χωρίς νά εἶναι βέβαιοι γιά τό ἀποτέλεσμα, δέν ἐπιδιώκουν καμιά συνάντηση μέ τό Θεό τους πού δέν κοστίζει τίποτε παρά μόνο θέληση καί ἀπόφαση.Πόσο ματαιόφρονας καί ἀφελής εἶναι ὁ ἄνθρωπος ! Ἐνῶ γιά νά πετύχει κάτι τό προσωρινό τό ὁποῖο σέ λίγο θά ἀφήσει ἀκτείθεται σέ κόπους δαπᾶνες,  γιά τήν αἰώνια ζωή του καί τή σωτηρία του ἀδιαφορεῖ σάν νά εἶναι κάτι χωρίς ἀξία καί δέ δίνει καμιά σημασία οὔτε ἐπιδιώκει νά συντήσει τόν Πλάστη του. Καί τή στιγμή πού γιά νά συναντήσει τό Θεό του δέ χρειάζεται νά διανύσει ἀπόσταση, οὔτε νά κοποιάσει. Φθάνει μόνο νά τό ἐπιθυμήσει Καί ὁ Κύριος εἶναι δίπλα του ἕτοιμος νά τόν δεχθεῖ σέ ἀκρόαση καί νά ἱκανοποιήσει τά δίκαια αἰτήματά του.Ἴσως ὅμως ρωτήσει κάποιος, πῶς θά συναντήσω τό Θεό;  Σίγουρα μέ τήν προσευχή, εἶναι ἡ ἀπάντηση. Μέ τή θερμή προσευχή συναντᾶ κάποιος τό Θεό καί τοῦ φανερώνει τίς ἀδυναμίες του καί ζητᾶ τή βοήθειά Του, ὅπουδήποτε κι' ἄν βρισκεται.Δυστυχῶς, βλέπουμε τό μεγάλο αὐτό προνόμιο τῆς προσευχῆς πού ἔχει μόνον ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή δημιουργία,  νά λείπει σήμερα ἀπό τήν πλειονότητα τῶν χριστιανῶν. Λείπει ἡ προσευχή καί βασιλεύει ἡ κακία, ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀνωμαλία καί ἡ σύγχυση στήν κοινωνία μας μέ τά γνωστά ἀποτελέσματα. Εἶναι λυπηρό γιατί ἀπουσιάζει ἡ προσευχή ἀπό τή ζωή πολλῶν χριστιανῶν μέ ἀποτέλεσμα νά φτωχαίνει πνευματικά ἡ κοινωνία.  καί πολλοί νά χάνουν τό μέτρο τῆς ζωῆς τους, νά χάνουν τό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί νά ἀκολουθοῦν τά σκοτάδια τῆς ἁμαρτίας αἰχμάλωτοι ἀπό τά πάθη τῆς ἡδονῆς καί τῆς σαρκολατρείας πού ὁδηγοῦν στήν ὑλοφροσύνη καί τήν καταστροφή.Ἡ προσευχή ὅπως θά δοῦμε στίς ἑπόμενες σελίδες εἶναι ἀπό τά ἀναγκαιότερα πράγματα στόν ἄνθρωπο, γιατί ἀπό τό βαθμό πού προσεύχεται κάποιος ἐξαρτᾶται ἡ πνευματική του πρόοδος καί συμπεριφορά.Εἶναι πολύ ἀπογοητευτικό τό πρᾶγμα νά βλέπεις τούς μουσουλμάνους νά προσεύχονται στό Μωάμεθ, καί οἱ χριστιανοί βαπτισμένοι στόν ἀληθινό Θεό νά μήν προσεύχονται. Μᾶς προβληματίζει ἡ ἔλλειψη τῆς προσευχῆς καί ἐκ τῶν πραγμάτων ὑποχρεωνόμαστε νά κάνουμε κάτι. Νά καταθέσουμε καί ἐμεῖς σαν ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου τό  δίλεπτο τῆς χῆρας» γιά τό θέμα μας. Ὅμως τό θέμα τῆς προσευχῆς δέν εἶναι ἀπό τά θέματα πού  εὔκολα προσεγγίζονται· δέν εἶναι θέμα γνώσεως, ἀλλά θέμα βίωσης καί ἐμπειρίας. Ἄν δέ βιώνεις τήν προσευχή δέ μπορεῖς νά μιλᾶς γι' αὐτήν οὔτε νά τή διδάξεις. Ἐμεῖς δυστυχῶς δἐν ἔχουμε αὐτή τήν ἱκανότητα καί γι' αὐτό θά καταφύγουμε στήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας καί θά μεταφέρουμε στίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν, τή διδασκαλία τους καί τίς συμβουλές τους σέ ἁπλῆ ἔκφραση, γιά νά βοηθήσουν τόν ἀναγνώστη τοῦ μικροῦ αὐτοῦ πονήματος, νά πεισθεῖ καί νά δοκιμάσει ἐφαρμόζοντας στή ζωή του καθημερινά τήν προσευχή, γιά τό δικό του συμφέρο.

        Ὑπάρχουν σίγουρα ἀξιόλογα βιβλία γιά τήν προσευχή, γραμμένα ἀπό ἔμπειρους συγγραφεῖς καί ἴσως νά μήν χρειαζόταν ἡ μικρή καί φτωχή αὐτή ἀναφορά στήν προσευχή. Ἐπειδή ὅμως ὑπάρχουν καί ἐμπερίστατοι καί ὁλιγογράμματοι ἀδελφοί μας, γι' αὐτούς γίνεται αὐτή προσπάθεια γιά νά τούς βοηθήσουμε νά καταλάβουν τήν ἀνάγκη τῆς προσευχῆς, τῆς συνομιλίας μέ τό Θεό, καί νά βρίσκουν παρηγοριά στίς δύσκολες ὥρες τῆς ζωῆς τους καί νά παίρνουν δύναμη καί θάρρος νά συνεχίζουν τή πορεία τους.

        Τελειώνοντας εὐχόμαστε νά βρεῖ ἀνταπόκριση στίς ψυχές τῶν ἀναγνωστῶν μας ἡ μικρή αὐτή προσπάθεια  καί νά γίνει ἔργο συνεχές ἡ προσευχή, γιατί μόνον ἄν μάθουμε νά προσευχόμαστε σωστά καί καθημερινά θά ἀλλάξουμε τήν κοινωνία μας, πάντοτε μέ τή βοήθεια τοῦ Κυρίου μας, στόν Ὁποῖον ἄς εἶναι κάθε δόξα καί τιμή στού αἰῶνες.

Ἡ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

  Τί ἐννοοῦμε  ὅταν ἀναφερόμαστε στήν προσευχή.

 

        Μέ τή λέξη προσευχή καί προσεύχομαι, ἐννοοῦμε τήν ἐπικοινωνία, τή συνομιλία μέ τό Θεό καί Πατέρα μας, ἐννοοῦμε τό διάλογο πού ἀρχίζει κάθε πιστός μέ τό  Θεό.  Ὁ ἄνθρωπος καταφεύγει στό Θεό του, ἐπειδή νοιώθει τήν ἀνάγκη τῆς θείας βοήθειας καί ἐνίσχυσής του στίς δύσκολες ἀλλά καί στίς χαρούμενες στιγμές τῆς ζωῆς του. Δοξάζει, εὐχαριστεῖ καί παρακαλεῖ,  προσεύχεται δηλαδή.

        Ἡ προσευχή εἶναι ἠ συναναστροφή τοῦ νοῦ μέ τό Θεό. Ἡ προσευχή  ἀνεβάζει τό νοῦ ἀνθρώπου  στό Θεό καί γίνεται  ὀ προσευχόμενος συνόμιλος τοῦ Κυρίου.Αὐτό τό ἔργο τῆς προσευχῆς εἶναι προνόμιο μόνον τῶν ἀνθρώπων. 

Ἡ προσευχή εἶναι ἀναγκαῖο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου

         Η προσευχή εἶναι ἀναγκαῖο ἔργο γιά τόν ἄνθρωπο.Ἐπειδή ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δημιουργημένη κατ' εἰκόνα Θεοῦ, ἔχει φυσική σχέση μέ τό Θεό, ὅπως τό παιδί μέ τόν πατέρα του. Γι' αὐτό νοιώθει τήν ἀνάγκη νά ὲπικοινωνεῖ μέ τό Δημιουργό της τόν φυσικό της πατέρα. Μιά τέτοια συνάντηση ἐξασφαλίζει σιγουριά, ἀσφάλεια ὅπως ἀκριβῶς νοιώθει τό μικρό παιδί κοντά στούς φυσικούς του γονεῖς. Ἄν στερηθεῖ ἡ ψυχή τή συνάντηση αὐτή, δέ μπορεῖ νά ἀναπτυχθεῖ καί νά φτάσει στόν φυσικό της προορισμό. Ἐνῶ ἄν ὑπάρξει αὐτή ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριό της, διά τῆς προσευχῆς, τρέφεται πνευματικά καί ἀναπτύσσεται φυσιολογικά καί εἰρηνεύει καί  πετυχαίνει τόν προορισμό της.

          Ἡ προσευχή εἶναι ἀναγκαία, γιατί εἶναι ὁ ὁδηγός τοῦ ἀνθρώπου κοντά στό Θεό. Μέ τήν προσευχή συγκεντρώνεται κοντά στό Θεό ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει διασκορπιστεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία καί καθαρίζεται. Εἶναι ἀναγκαῖο τό ἔργο τῆς προσευχῆς, γιατί καθημερινά ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀντιμέτωπος μ' ἕνα ἀκήρυκτο πόλεμο μέ τούς ἄσαρκους δαίμονες πού τοῦ παρεμβάλουν στή ζωή του πειρασμούς, θλίψεις, δοκιμασίες καί στενοχωρίες. Καί αὐτήν ἀκόμα τήν προσευχή προσπαθοῦν νά τήν  ἐμποδίσουν. Ἡ προσευχή σάν ἄλλη βακτηρία, στήριγμα, στηρίζει τόν ἄνθρωπο καί παίρνει δυνάμεις καί ὅπλα γιά νά ἀνταπεξέλθει στίς ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων. Κυρίως φωτίζεται μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί διακρίνει τίς μεθοδίες καί τίς παγίδες τῶν ἀοράτων ἔχθρῶν.

        Ἡ προσευχή τιμᾶ πολύ τόν ἄνθρωπο, γιατί μιμεῖται τούς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι βρίσκονται συνεχῶς σέ ἐπικοινωνία μέ τό Θεό. Ἡ προσευχή εἶναι καί μεγάλο στήριγμα στόν δοκιμαζόμενο ἄνθρωπο καί τόν προφυλάσσει ἀπό τήν ἀπόγνωση καί τήν ἀπελπισία.Ἡ προσευχή ἔχει ρίζα τήν πίστη καί ἄνθος τήν ἐλπίδα, γι' αὐτό ἐλευθρώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό ἄγχος καί τήν ἀγωνία πού μαστίζει σήμερα τόν κόσμο.  Μέ τήν προσευχή ξεχωρίζει ὁ πιστός ἀπό τόν ἄπιστο. Γιατί πῶς θά προσευχηθεῖ κάποιος πού δέν πιστεύει;

        Ἡ προσευχή εἶναι ἡ κορωνίδα ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Ὅλα αὐτά  καί πολλά ἄλλα  διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυστόστομος.

        Ἐκτός τῶν ἄλλων ἠ προσευχή εἶναι καί δυνατό ὅπλο στά χέρια τοῦ χριστιανοῦ, γιατί κατά τόν Ἰερό Χρυσόστομο, εἷναι: «τῶν πιστῶν ὀχύρωμα, ὅπλο ἀκαταμάχητο, ὥστε νά ἔχει δαμάσει τή φωτιά, νά νικήσει τό θυμό τῶν λιονταριῶν, νά σταματήσει πολέμους καί νά διώξει δαίμονες».

        Ὁ Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, ἕνας εὐλαβής Ρῶσσος Κληρικός, γράφει: «Εἶναι ἀνάγκη νά προσευχόμαστε γιατί ἡ καρδιά μας πεθαίνει πνευματικά μέ τήν ἁμαρτία καί μόνον ἡ προσευχή πού συνοδεύεται μέ δάκρυα τήν ἀναχωογονεῖ καί τήν κάνει νά ἀναπνέει πάλιν. ἄν δέν προσευχόμαστε κάθε μέρα θερμά,  εὔκολα καί γρήγορα θά πεθάνουμε πνευματικά».

        Ἡ προσευχή εἶναι ἀναγκαιοτάτη κατά τόν καιρό τῶν θλίψεων καί τῶν θλιβερῶν γεγονότων πού συμβαίνουν συχνά στόν ἀνθρώπινο βίο. Ποῦ θά καταφύγει γιά παρηγοριά καί στήριγμα ὁ δοκιμαζόμενος ἄνθρωπος; Μήπως στούς ἀνθρώπους,  ἀλλά αὐτοί πολύ λίγα μποροῦν νά προσφέρουν, Μήπως στά πλούτη, καί αὐτά δέν μποροῦν νά προσφέρουν παρηγοριά. Ἑπομένως μόνο μέ τήν προσευχή μας πρός τόν «δυνάμενον σώζειν» Αὐτόν πού μπορεῖ νά σώζει, θά βροῦμε σίγουρα αὐτό πού ζητοῦμε . Ἡ ἐμπειρία τοῦ προφήτη Δαυΐδ μᾶς τό  ἐπιβεβαιώνει:« Κατά τήν ὧρα τῶν θλίψεών μου φώναξα πρός τόν Κύριο καί μέ ἄκουσε» ( Ψαλ.119, 1). Καί ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος προτρέπει : «Ὑποφέρει κάποιος μεταξύ σας ἄς προσεύχεται» (Ἰακ. 5,13).

Ἡ προσευχή πλουτίζει πνευματικά τόν ἄνθρωπο.

        Μέσα ἀπό τήν προσευχή του ὁ πιστός ἀποκτά ἀγαθά, ὅπως τό φωτισμό τῆς ψυχῆς,  τή συγχώριση τῶν ἁμαρτιῶν ,τίς διάφορες ἀρετές,  τά χάρισματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί κάθε χαρά καί εὐλογία. Ἀκόμα καί νά θαυματουργίες γίνονται μέ τή σωστή καί θερμή προσευχή, καί ἄλλα δῶρα τοῦ Θεοῦ, πού δέ μπορεῖ νά τά βρεῖ πουθενά ἀλλοῦ. Καί ἕνα ἄλλο σοβαρό εὐεργέτημα, εἶναι ὅτι μέ τήν προσευχή δίνουμε στόν αεικίνητο νοῦ μας σωστή ἀπασχόληση γιά νά μήν παρασύρεται ἀπό τήν ἁμαρτία.

Ἡ  ἀπουσία τῆς προσευχῆς ζημιώνει  τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνει δυστυχισμένο.        

        Ἡ ἔλλειψη τῆς προσευχῆς, προκαλεῖ πνευματικό θάνατο καί εἶναι ἁμαρτία γιά τόν χριστιανό.Ἡ στέρηση τοῦ φαγητοῦ ἀπό τό σῶμα καί ἡ στέρηση τῆς προσευχῆς ἀπό τήν ψυχή ἔχουν τά ἴδια ἀποτελέσματα, τό θάνατο· στό μέν σῶμα, τό φυσικό θάνατό, στή δέ ψυχή τόν πνευματικό. Μήπως δέν εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς προσευχῆς πού ἔκαμε σήμερα τόν ἄνθρωπο, ἀτομικιστή, ἐγωϊστή, σκληρό καί ἄπονο, σαρκολάτρη καί φιλήδονο καί τήν κοινωνία μας ζούγκλα καί κάθε ἄλλο παρά ἀνθρώπινη;

        Ἄνθρωπος πού δέν προσεύχεται δέν ἔχει τίποτε, γιατί δέ ζητᾶ καί ἑπομένως δέ λαμβάνει, ἀλλά καί  ἀφοῦ δέν πλησιάζει τό Θεό, τόν αἰχμαλωτίζει ὁ διάβολος καί τόν παρασύρει στήν κακία του. Τόν κάνει ἐγωϊστή, φίλαυτο, ὑπερήφανο, νομίζει τόν ἑαυτό του αὐτάρκη, ἐνῶ εἶναι πάμπτωχος·  νομίζει τόν ἑαυτό του δυνατό, ἐνῶ εἶναι χῶμα καί στάχτη. Δέ στηρίζεται στό Θεό ἀλλά στόν ἑαυτό του καί σέ τελευταία ἄνάλυση  ἀποτυγχάνει, γιατί τό στήριγμά του ἀποδεικνύεται τελικά σαπουνόφουσκα.

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ προσεύχονταν

        Γιά νά ἀποφύγουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, τόν πιό πάνω κίνδυνο πάντοτε προσεύχονταν καί θεωροῦσαν ἁμαρτίαν νά παραλείψουν τήν προσευχή. Γιά παράδειγμα ὁ προφήτης Σαμουήλ, ἔλεγε: « ἐμοί δέ μή γένοιτο ἁμαρτεῖν τοῦ διαλειπεῖν με προσευχόμενον» (Α΄Βασ. 11, 13). Δηλαδή εἴθε νά μή μοῦ συμβεῖ νά παραλείψω τήν προσευχή μου καί νά ἁμαρτήσω. Ἄν αὐτά ἔλεγαν οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, τί θά ποῦμε ἔμεῖς σήμερα πού ἡ ἁμαρτία διαφημίζεται καί κυκλοφορεῖ μέ τά πιό σύγχρονα μέσα, τή συναντοῦμε σέ κάθε μας βῆμα, σέ κάθε μας κίνηση καί εἶναι τόσο προκλητική καί ἀπειλητική νά μᾶς  παρασύρει μέ τό μέρος της; Ἄν δέν καταφεύγουμε μέ τήν προσευχή μας στό Θεό, γιά νά μᾶς στηρίξει, νά μᾶς δώσει δυνάμεις νά  νικήσουμε τήν ἁμαρτία καί νά γλυτώσουμε τόν πνευματικό θάνατο, πού ἀλλοῦ καί μέ ποιό τρόπο θά ἀποφύγουμε αὐτή τήν αἰώνια καταστροφή; Μιά εἶναι ἡ ἀπάντηση· Μόνο μέ τήν προσευχή θά βοηθηθοῦμε καί θά νικήσουμε.

        Ἄς προσευχόμαστε λοιπόν ὅσο πιό συχνά μποροῦμε γιά νά ἔχουμε τήν ἀσφάλεια πού ἐπιθυμοῦμε.

 

Ἡ προσευχή στήν Ἁγία Γραφή

        Ἡ προσευχή φαίνεται νά εἶναι βαθιά ριζωμένη στίς ψυχές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀρχή, μετά τήν ἔξωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο, γιατί ἔγινε ἀνάγκη τῆς ἀδύναμης καί ταλαίπωρης φύσης τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνοίγοντας τήν  Ἁγία Γραφή, ἀπό τό πρῶτο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, θά συναντήσει τήν προσευχή σύντροφο τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Ἀβραάμ καί ὅλοι οἱ Πατριάρχες, ὁ Μωϋσῆς, Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, στηρίζονταν στήν προσευχή. Εἶναι γνωστό τό γεγονός ἐκεῖνο πού μέ τήν προσευχή του ὁ Μωϋσῆς σταμάτησε τόν ἥλιο καί δέν προχωροῦσε ἡ ἡμέρα μέχρι πού  νίκησαν τούς ἐχθρούς τους.

        Θά ἀναφέρουμε μόνο μερικά παραδείγματα ἀπό τά  πολλά, γιά νά ἀντιληφθεῖ ὁ  ἀναγνώστης πόση σημμασία ἔδιναν στή δύναμη τῆς προσευχῆς οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.       

        Κάποιος πού μελετᾶ τή Γραφή, διαπιστώνει ὅτι ἡ προσευχή ἦταν τό πλέον πρόσφορο ὅπλο στά χέρια τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Ἡ προσευχή ἦταν καταφύγιο σωτηρίας σέ στιμές θλίψεων, ἀλλά καί σέ στιγμές χαρᾶς καί εὐφροσύνης αἰτία δοξολογίας. Καμιά τελετή, κανένα ἔργο δέ γινόταν ἄν δέν προπορευόταν κάποια προσευχή.

        Αὐτό βέβαια τό υἱοθέτησε καί ἡ Ἐκκλησία μας καί ὅπως βλέπουμε  στό εὐχολόγιο ὑπάρχουν εὐχές - προσευχές γιά κάθε περίσταση. Κι' ὅμως  οἰ σημερινοί χριστιανοί, ἄλλοι τίς ἀγνοοῦν καί ἄλλοι δέν τούς δίνουν σημασία, ἀφήνοντας κατά μέρος τίς προσευχές σάν κάτι τό ἀχρείαστο.

        Ἄς δοῦμε λοιπόν ἔστω καί ἐλάχιστα παραδείγματα πρῶτα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.          

        Μέ τήν προσευχή ὁ Ἰσαάκ ἔλυσε τήν στείρωση τῆς γυναίκας του Ρεββέκκας.( Γένεση.25, 21)

        Μέ τήν προσευχή του ὁ Μωϋσῆς πόσες φορές  δέν ἔσωσε τό λαό του ἀπό τόσους κινδύνους; Μέχρι καί τόν ἥλιο σταμάτησε καί παρατάθηκε ἡ ἡμέρα γιά νά νικηθοῦν οἱ ἐχθροί τοῦ λαοῦ του.( Ἰησοῦς Ναυῆ, 10. 12,13).

        Ὁ βασιλιάς Ἐζεκίας πέφτει ἄρρωστος «ἕως θανάτου» καί τόν πληροφορεῖ ὁ πρ. Ἠσαΐας ὅτι θά ἀποθάνει. Ἀμέσως ἀρχίζει προσευχή μετά δακρύων καί ὁ Κύριος τοῦ ἀκούει καί τοῦ ἀπαντᾶ: « Ἤκουσα τῆς προσευχῆς σου, εἶδον τά δάκρυά σου... ἰδού ἱάσομαί σε... καί προσθήσω ἐπί τάς ἡμέρας σου 15 ἔτη».(Δ΄ Βασ. 20. 1-6)

        Ἡ Παναγία μας δέν εἶναι καρπός προσευχῆς τῶν ἀτέκνων γονέων της τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννας;

        Ἡ βασίλισσα Ἐσθήρ μέ τήν προσευχή της ἔσωσε τόν Ἰουδαϊκό λαό ἀπό τή σφαγή. (Ἐσθήρ, 5. 1).

        Ὁ προφήτης Δανιήλ μέ τήν προσευχή του  γνώρισε μέ ἀποκάλυψη Θεοῦ τόν χρόνο ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία καί τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἀναφέρεται στό ὁμώνυμο βιβλίο.

        Ὁ Βασιλιάς Δαυΐδ ἔγινε συνώνυμος μέ τήν προσευχή. Ὅλοι γνωρίζουμε τό «Ψαλτήρι τοῦ Δαυΐδ».

        Δέ θά μᾶς φτάσει ὁ χρόνος  ἀπό τοῦ νά διηγοῦμε παραδείγματα προσευχῆς ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.

        Ἄς  πᾶμε τώρα καί στήν Καινή Διαθήκη, τή δική μας ἐποχή, γιά νά δοῦμε καί ἐδῶ ὅτι ἡ προσευχή εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Εἶναι τό θεμέλιο πού στηρίζει τό πνευματικό οἰκοδόμημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν μαθητῶν τοῦ Ναζωραίου. Εἶναι ἡ δύναμη τῆς  πνευματικῆς προόδου καί σωτηρίας.

        Στήν ἐποχή τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ προσευχή λαμβάνει ἄλλη διάσταση. Ἐνῶ στήν Παλαιά Διαθήκηἡ προσευχή περιοριζόταν μόνο στού οἰκείους καί ὁμοεθνεῖς,  τώρα διευρύνεται καί συμπεριλαμβάνει καί τούς ἐχθρούς ἀκόμα « προσεύχεσθε ὑπέρ τῶν ἐπηρειαζόντων ὑμᾶς». Τή διάσταση αὐτή ἔδωσε ὁ Ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς μέ τό λόγο του καί τό παράδειγμά του. Μέ τήν προτροπή «αἰτεῖτε, ζητεῖτε καί κρούετε,» (Λουκ. 11. 9) τήν προσευχή ἐννοοῦσε. Ὁ Ἴδιος μᾶς παρέδωσε καί ἕνα δεῖγμα προσευχῆς τό  γνωστό « Πάτερ ἡμῶν...» πού τό γνωρίζουν καί τά μικρά παιδιά. Στούς μαθητές Του ἔλεγε νά ἀγρυπνοῦν καί νά προσεύχονται ( Μάρκ.13. 23).

        Δέν ἀρκέσθηκε ὁ Κύριος μόνο στό νά  συμβουλεύει γιά προσευχή, ἀλλά πρῶτος Αὐτός προσευχόταν « ἦν διανυχτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 6. 12). Εἶναι δέ χαρακτηριστική ἡ « Ἀρχιερατική προσευχή Του» πού ἀναφέρει ὁ Ἐὐαγελιστής Ἰωάννης.  Καί πρέπει νά ἐπιμενουμε λέγει στήνπροσευχή μας καί γιά τοῦτο εἶπε καί τήν παραβολή τοῦ « ἄδικου κριτή καί τῆς ἀδικουμένης χήρας»(Λουκ. 18.21)Γιά νά μᾶς ἐνθαρρύνει ἀκόμα μᾶς βεβαιώνει ὅτι «ὅσα ζητήσουμε στήν προσευχή μας καί πιστεύουμε πώς θά τά λάβουμε, θά τά λάβουμε σίγουρα» (Ματθ. 21. 22) Μετά τήν Ἀνάληψη Του στούς οὐρανούς, ἡ προσευχή ἔγινε ἀχώριστος σύντροφος τῶν  μαθητῶν Του, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Λουκᾶς, «ἦσαν προσκαρτεροῦντες τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει» (Πράξ.1. 14)

        Ὁ  ἀπόστολος Παῦλος μέ τή σειρά του  ἀπευθυνόμενος συμβουλεύει τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης: «νά προσκαρτεροῦν στίς προσευχές» ( Ρωμ. 12,12.) Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τό ἴδιο κάνει (Α΄Πέτρου 4.7).

        Ὅλα ὅσα δίδαξε ὁ Κύριος καί οἱ Ἀπόστολοι τά παράλαβε καί τά ἐφαρμόζει ἡ Ἐκκλησία μας μέ τίς διάφορες Ἀκολουθίες καί Λειτουργεῖες τις.

        Μεγάλη εἶναι καί ἡ συμβολή ἐκείνων τῶν παλαιῶν Ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου στή διάδοση καί χρήση τῆς προσευχῆς, στόν πιστό λαό τοῦ Κυρίου. Καί οἱ λόγιοι Πατέρες τῆς  Ἐκκλησίας μέ τίς προσευχές πού συνέταξαν βοήθησαν τά μέγιστα στό  νά  γίνει ἀνάγκη ἡ προσευχή, ἀλλά καί σ' ὅ,τι τήν ἀφορᾶ.

        Τό συμπέρασμα ἀπ' ὅτι ἀναφέραμε πρέπει κάθε χριστιανός ἄν θέλει νά προοδεύει πνευματικά στή ζωή του καί νά ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Κυρίου, θά πρέπει νά μάθει νά προσεύχεται σωστά καί συχνά, πρᾶγμα πού θά μᾶς τό διδάξουν στή συνέχεια οἱ σοφοί μας Πατέρες.

 

Ποῦ, πότε, πῶς;

        Ὅπως εἴδαμε εἶναι ἀναγκαία ἡ προσευχή καί πρέπει νά προσευχόμαστε, ἀλλά προβάλλουν καί μερικά ἐρωτηματικά τά ὅποῖα θέλουν ὑπεύθυνη ἀπάντιση. Τά ἐρωτηματικά αὐτά εἶναι τά πιό κάτω:

        α) Ποῦ, σέ ποιό μέρος θά πρέπει νά προσεύχεται ὁ ἄνθρωπος;

        Στό ἐρώτημα αὐτό, ἀπαντᾶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, λέγοντας: «Κάθε τόπος, κάθε καιρός εἶναι κατάλληλος γιά τήν προσευχή, ἄκουσε καί τόν Ἀπόστολο Παῦλο πού λέγει « σέ κάθε τόπο σηκώνοντας τά ἅγια χέρια σας χωρίς ὀργή καί ἀμφιβολίες» ( Α΄Τιμ.2.20).    

         Ἄν ἔχεις καθαρή τή συνείδησή σου ἀπό τά ἄγρια πάθη, εἴτε βρίσκεσαι στήν ἀγορά, εἴτε στό  σπίτι, εἴτε στό δρόμο, εἴτε στή θάλασσα, εἴτε στό ξενοδοχεῖο, εἴτε βρίσκεσαι στό ἐργοστάσιο καί ὅπου δήποτε κι' ἄν εἶσαι, θά μπορέσεις νά ἐπικαλεσθεῖς τή δύναμη τοῦ Θεοῦ». Ὁ τόπος δέν ἐμποδίζει τήν προσευχή, φτάνει νά τό  θέλει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ κάθε τόπος προσφέρεται γιά προσευχή φτάνει μόνο ἡ ψυχή νά  νοιώσει τήν προσευχή σάν ἀνάγκη. Παρ' ὅλα αὐτά ὅμως ὁ ἰδανικός τόπος γιά προσευχή εἶναι ἡ ἡσυχία καί ἡ γαλήνη τῆς νύχτα, ὅπως προτιμοῦσε καί ὁ Κύριος πού ἀποσύρόταν σέ ἔρημο τόπο τά βράδυα γιά τήν προσευχή Του. Ἴσως περισσότερο καρποφόρα νά εἶναι ἡ ὁμαδική προσευχή κατά τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπως θά δοῦμε ἀλλοῦ.

        β) Πότε περέπει νά προσευχόμαστε;   

        Εἶναι καί αὐτό ἕνα ἐρώτημα πού φανερώνει τήν ἄγνοια τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί πρέπει νά δώσουμε σαφή ἀπάντηση. Γενική ἀπάντηση δέ μπορεῖ νά δοθεῖ, γιατί οἱ κατηγορίες προσευχομένων εἶναι περισσότερες τῆς μιᾶς. Ἔτσι  μιά κατηγορία χριστιανῶν ἔχουν τήν προσευχή σάν τροφή τῆς ψυχῆς τους καί  γι' αὐτούς δέν χρειάζεται καμιά ἀπά-ντηση, γιατί προσεύχονται συχνά  καί σχεδόν ἀδιάλειπτα.           

        Αὐτοί πού χρειάζονται ἀπάντηση καί ὁδηγίες εἶναι οἱ χριστιανοί πού τούς ἀπορροφοῦν οἱ μέριμνες τοῦ πρόσκαιρου τούτου βίου, ἀλλά ἡ ψυχή τους,  ἀναζητᾶ τήν συνάντηση μέ τό Θεό της· καί ἡ συνείδηση τους τούς ἐλέγχει γιά τήν ἔλλειψη τῆς προσευχῆς καί γι' αὐτό ἐρωτοῦν. Μιά πρώτη ἀπάντηση μποροῦμε νά δώσουμε τό παράδειγμα τοῦ προφήτη και βασιλιά Δαυΐδ< ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι προσευχόταν « Ἑσπέρας καί πρωΐ καί μεσημβρίας» δηλαδή νύχτα, πρωΐ καί βράδυ τό ἐλάχιστο πρέπει νά προσεύχεται ὁ ἄνθρωπος. Ἀκομα ὁ ἴδιος προσθέτει :« Καί μεσονύκτιον ἐξεγειρόμην ἐξομολογήσασθαι ἐπί τά κρίματα τῆς δικαιοσύνης σου»(ψαλμ. 118. 62). Ἐκτός τῆς ἑπέρινῆς, τῆς πρωϊνῆς προσευχῆς καί τά μεσάνυκτα διέκοπτε τόν ὕπνο του  γιά νά δοξολογήσει τό Θεό. Ὁ δέ Μ. Βασίλειος, λέγει: « Καιρός προσευχῆς ἔστω ἅπας ὁ βίος ἡμῶν» Δηλαδή καιρός προσευχῆς ἄς εἶναι ὅλος ὁ βίος μας.           

        Ἀπό τά πιό πάνω ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δέν ὑπάρχει καθορισμένος χρόνος γιά προσευχή, ἐπειδή  αὐτή εἶναι  ἀνάγκη τῆς ψυχῆς  καί αὐτή ἡ ἀνάγκη πρέπει νά ἱκανοποιεῖται συχνά γιατί κρατεῖ τήν ψυχή ζωντανή, ἑνωμένη μέ τόν Πλάστη της καί ἀκμαία. Χρειάζεται ἔτσι, σέ κάθε στιγμή νά ὑψώνουμε τό νοῦ μας στόν οὐρανό ὅπου δήποτε βρισκόμαστε καί νά λέμε ἕνα «δόξα σοι Κύριε»· εὐκαιρίες  μᾶς δίνονται  πολλές σέ κάθε στιγμή. Ὅπου κι' ἄν στρέψεις τή ματιά σου  βλέπεις τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. « Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν αὐτοῦ τό στερέωμα  αὐτοῦ».            

        Ἡ συνεχής μνήμη τοῦ Θεοῦ στό νοῦ μας  ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο καί τόν  θωρακίζει  στίς προσβολές τοῦ πονηροῦ.           

        Παρ' ὅλα τά πιό πάνω, μερικοί πού ἀσχολοῦνται πολύ μέ τά πράγματα τοῦ  κόσμου τούτου καί χρησιμοποιοῦν τό χρόνο τους σχεδόν ὅλον σ' αὐτά, ἴσως νά μήν ἱκανοποιηθοῦν. Θά τούς συμβουλεύαμα αὐτούς νά προσπαθήσουν νά κατανέμουν σωστά τό χρόνο τους καί σίγουρα θά βρίσκουν καί χρόνο γιά τήν προσευχή τους φτάνει νά τό ἀποφασίσουν. Ὅταν κάποιος πού ἀγαπᾶ τήν προσευχή, σηκωθεῖ ἀπό τό κρεββάτι του  10 λεπτά ἑνωρίτερα, σίγουρα αὐτός ὁ χρόνος ἀρκεῖ νά διαβάσει τίς  «Ἑωθινές προσευχές» τῆς 'Ἐκκλησίας, τίς ὁποῖες μπορεῖ νά βρεῖ στά προσευχητάρια. Τό μεσημέρι Νά μήν παραλείπει τίς προσευχές πρίν καί μετά τό φαγητό, καί τό βράδυ ὅταν προγραμματίσει τίς ἀσχολίες του, σίγουρα θά βρεῖ ἕνα τέταρτο τῆς ὧρας γιά διαβάσει τό« Μικρό Ἀπόδειπνο» ἤ ἄλλες προσευχές καί μέ δικά του λόγια. Καί πρέπει νά  προσπαθήσει κάποιος, γιατί ἄν γιά τήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή κάνει τόσες προσπάθειες, γιατί νά μήν καί γιά τήν ψυχή του κάτι πού θά τήν βοηθήσει στόν αἰῶνα τόν ἅπαντα;

 

Πῶς προσευχόμαστε;    

        Ποιό τρόπο δηλαδή καί ποιά στάση ἤ διάθεση πρέπει νά   ἔχουμε κατά τήν προσευχή;

        α) Ὁ ἄνθρωπος κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς πρέπει νά ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι βρίσκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα του, τοῦ Δημιουργοῦ καί Προστάτη του. Ἀνάλογα μέ τό βαθμό πού ζεῖ τό γεγονός αὐτό, σίγουρα θά εἶναι ἡ στάση του καί ἡ διάθεσή του.           

        Ἡ στάση τοῦ προσευχομένου τῆν ὥρα τῆς προσευχῆς  ἐξαρτᾶται ἀπό τή ψυχική διάθεση του καί τήν ὑγεία του.           

        Μπορεῖ κάποιος νά στάθεῖ βλέποντας πάντοτε κατ' ἀνατολάς νά ἀρχίσει τήν προσευχή του, ἄλλος μπορεῖ νά γονατίσει καί νά κάνει καί μετάνοιες καί ἄλλος πού δέ μπορεῖ νά σταθεῖ ἄς προσευχηθεῖ καθήμενος, ἀλλά καί ξαπλωμένος στό κρεββάτι τοῦ πόνου μπορεῖ νά προσεύχεται καί νά εἰσακούνται οἱ προσευχές του, ἀρκεῖ νά γίνονται ἐκ βάθους ψυχῆς.           

        Δέ θά πρέπει νά άφήσουμε πίσω καί τήν  σύντομη ἀσκητική νοερή προσευχή « Τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό», πού  γίνεται τεράστια δύναμη γιά τόν πιστό. Εἶναι σύντομη ἀλλά περιεκτική,  καί πολύ εὐεργετική. Μπορεῖς ἀκόμα καί τήν ὥρα τῆς ἐργασίας σου νά τήν ἐφαρμόζεις, φτάνει  νά τή λές  ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς σου. 

        β) Ἡ προσευχή μπορεῖ νά  γίνει κατά τρεῖς διαφορετικούς τρόπους.           

        α)  Ὁ προσευχόμενος, ὄρθιος ἤ γονατιστός, ὅπως ἀναφέραμε πιό πάνω, κάνει τήν προσευχή του  μέ δικά του λόγια ἤ διαβάζει ἀπό βιβλίο προσευχές τῆς Ἐκκλησίας μπροστά σέ εἰκόνες, ὑπάρχουν καί κάνει καί μετάνοιες .           

        β)  Ἄλλος ὄρθιος ἤ γονατιστός ὑψώνει τό νοῦ του στό Θεό καί  προσηλώνεται ἐκεῖ χωρίς νά κινεῖ τή γλῶσσα του, προσεύχεται μέ τό νοῦ του στό Θεό σιωπηρῶς. Αὐτός ὁ τρόπος εἶναι καί δύσκολος, γιατί ὁ πονηρός διακόπτει τήν προσευχή μέ  λογισμούς πού εἰσάγει στό νοῦ καί πρέπει ὁ προσευχόμενος νά μήν τούς δίνει προσοχή.           

        γ) Ἄν ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται ἀντιμετωπίζει τή δυσκολία πού ἀναφέραμε,  τῆς συγκέντρωσης ἤ δέ γνωρίζει πολλά πράγματα γιά τήν προσευχή, εἶναι δηλαδή ἀρχάριος, ἤ θέλει νά προσευχηθεῖ ἐκτενέστερα, μπορεῖ νά πάρει ἕνα προσευχητάριον καί νά ἐπιλέξει τίς προσευχές του ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες του καί προσέχει ὥστε νά ἐννοεῖ τίς λέξεις πού διαβάζει καί τά νοήματά τους, γιά νά μήν τόν παρασύρει ὁ πονηρός μέ τούς λογισμούς πού ἐπιχειρεῖ νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τήν προσευχή.  Χρειάζεται πολλή προσοχή καί ἐπιμονή.

 

Στοιχεῖα θεάρεστης προσευχῆς         

        Γιά νά εἶναι θεάρεστη καί καρποφόρα ἡ προσευχή, εἶναι ἀνάγκη νά ὑπάρχουν μερικές προϋποθέσεις καί ἀναγκαῖα στοιχεῖα, στά ὁποῖα θά ἀναφερθοῦμε στή συνέχεια.           

        Πρώτη καί καλλίτερη προϋπόθεση εἶναι ἡ φλογερή ἐπιθυμία, ἡ δίψα καί ὁ πόθος τοῦ προσευχομένου νά συναντήσει τό Θεό, ὅπως τήν περιγράφει ὁ Δαυΐδ: « Ὅπως ἀκριβῶς ποθεῖ τό ἐλάφι τίς πηγές τῶν ὑδάτων, ἔτσι καί ἡ ψυχή μου σέ  ἐδίψασε Θεέ μου»(Ψαλμ. 41.23).

        Αὐτή ἡ δίψα πρέπει νά διακατέχει τήν ψυχή κάθε πιστοῦ·  ἀλλά καί πρίν ἀρχίσει ὁ χριστιανός τήν προσευχή του θά πρέπει νά ἀφήσει κατά μέρος ὅλες τίς ὑλικές ὐποθέσεις πού τόν ἀπασχολοῦν, γιά νά μήν τοῦ γίνουν ἐμπόδιο κατά τή διάρκεια τῆς προσευχῆς·  καί νά προσέλθει στήν προσευχή μέ  θιάθεση καί φρόνημα ἱκέτη, ζητιάνου καί νά  πλησιάζει τό Θεό γιά νά τόν ἱκετεύσει, νά τόν παρακαλέσει γι' αὐτά πού τόν ἀπασχολοῦν καί κυρίως γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

        Νά εἶναι ὁπλισμένος μέ τήν ἀκλόνιτη πίστη ὅτι ὁ Θεός τόν ἀκούει καί θά τοῦ ἀπαντήσει στήν προσευχή του καί θά ἱκανοποιήσει τά δίκαια αἰτήματά του ἀλλά προπαντός ὅσα ὠφελοῦν τήν ψυχή του, ἐπειδή Αὐτός μᾶς προτρέπει:«αἰτεῖτε καί δοθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 5, 9).

        Ὁ  Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης τονίζει τήν βεβαιότητα στήν προσευχή, γράφοντας τά ἑξῆς:«Κατά τήν προσευχή, πρέπει νά εἴμαστε ἀπόλυτα βἐβαιοι ὅτι κάθε τι, πού λέμε ἤ σκεπτόμαστε θά ἐκπληρωθεῖ. εἶναι τόσο εὔκολο στόν Κύριον νά πραγματοποιήσει τά αἰτήματά μας, νά μει τό κάθε τι σύμφωνα μέ τά λόγια μας. Αὐτή ἡ πεποίθηση εἶναι κάτι τό ὁμαλό καί ἀβίαστο γιά τόν ἀληθινόν πιστόν, ὅπως ἡ ἴδια ἡ ἀναπνοή του, ἡ ἴδια ἡ ὄραση του, ἡ ἴδια ἡ ἀκοή του. Ἔχει διαπιστωθεῖ ὅτι συχνά, δέ μεσολαβεῖ χρονικό διάστημα ἀνάμεσα στά λόγια τοῦ ψαλμικοῦ στίχου:« Φωνῇ μου πρός Κύριον ἐκέκραξα καί ἐπήκουσέ μου»(Ψαλμ.3.5). Δέξου αὐτήν τήν βεβαιότητα μέ τήν εὐκολία πού ἀναπνέεις».

        Ἀλλά καί τό ταπεινό φρόνημα, παράδειγμα ὁ τελώνης τοῦ Εὐαγγελίου, νά συνοδεύει τήν προσευχή.  Τά λόγια τῆς προσευχῆς θά πρέπει νά βγαίνουν ἀπό τήν καρδιά τοῦ προσευχομένου μέ θέρμη ψυχῆς καί τό νόημα τῶν λέξεων νά πλημυρίζει ὅλο τό εἶναι του.

        Νά μήν ἔχει κακία μέ κανένα, σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ πού παραγγέλλει: «Καί ὅταν στέκεσθε καί προσεύχεσθε, νά συγχωρῆτε ἐάν ἔχετε κάτι ἐναντίον κάποιου, γιά νά σᾶς συγχωρήσῃ τίς ἁμαρτίες σας καί ὁ πατέρας σας ὁ οὐράνιος» (Μάρκ. 11.25). Ὅταν σκοπεύουμε νά προσευχηθοῦμε, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, θά πρέπει νά ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας, μήπως κάτι πού μᾶς βαρύνει, ἐναντίον κάποιου. Θά πρέπει πρῶτα νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας ἀπό κάθε ἴχνος μνησικακίας ἤ ἀδικίας, γιατί ἄν ἔχουμε κάτι τέτοιο δέ θά  μᾶς ἀκούσει ὁ Κύριος μας, γιατί ἡ προσευχή μέ  ἐνοχές εἶναι ἀκάθαρτη προσευχή καί δέν  εἰσακούεται ἀπό τόν Κύριο.

        Νά προσέχει ὁ προσευχόμενος ὥστε ἡ προσευχή του νά μήν εἶναι μόνο γιά τό ἄτομό του καί τούς φίλους του  ἀλλά κυρίως γιά τούς ἐχθρούς του, γιατί αὐτή ἡ προσευχή κατά τούς ἔμπειρους Πατέρες, κτυπᾶ μέ ὁρμή τούς δαίμονες καί τούς ντροπιάζει ἀφάνταστα.  Χρειάζεται ἀκόμα καί μεγάλη ἐπιμονή, γιατί αὐτή κατά τόν Μακάριο τόν Αἰγύπτιο, « Εἶναι ἡ συγκεφαλαίωση κάθε ἀγαθῆς ἐπιμέλειας καί ἡ κορυφή τῶν κατορθωμάτων».

Καί τέλος, ἐπειδή ἡ προσευχή εἶναι τό πλέον ἐπίπονον ἔργο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἐπειδή πολεμᾶται σφόδρα ἀπό τούς δαίμονες, χρειάζεται νά βιάζει κανείς τόν ἑαυτό του γιά τήν προσευχή. Στήν ἀρχή σίγουρα θά συναντήσει πολλήν δυσκολία, ὕστερα ὅμως ὅσο περισσότερο βιάζει τόν  ἑαυτό του, τόσο πιό εὔκολα θά προσεύχεται.