Καί ὄχι μόνο αὐτό ἀλλά καί καυχόμαστε στίς θλίψεις γιατί γνωρίζουμε πώς ἡ θλίψη παράγει ὑπομονή [Ρώμ. 5,3]

2014-08-01 14:04

Αγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

        Εἶναι βέβαια κουραστικό στό γεωργό τό νά ζέψει τά βόδια, νά σύρει τό ἄροτρο, ν' ἀνοίξει τό αὐλάκι καί νά ρίξει τούς σπόρους, νά ὑποφέρει τήν κακοκαιρία καί νά ὑπομένει τό ψύχος, νά κατασκευάσει γύρω-γύρω τάφρο καί νά ἀντιμετωπίσει τό ὑπερβολικό νερό πού κατακλύζει τούς σπόρους, νά κάμει πιό ψηλές τίς ὄχθες τῶν ποταμῶν καί ν' ἀνοίξει μέσα στή γῆ βαθύτερα αὐλάκια. Ἀλλά τά ἐπίπονα αὐτά ἔργα πού εἶναι γεμάτα ἀπό μόχθο γίνονται ἐλαφρά καί πάρα πολύ εὔκολα, ὅταν ὁ γεωργός, προσδοκώντας τά ἀγαθά, δεῖ τά στάχυα μεστωμένα καί τό δρεπάνι ἀκονισμένο, τό ἁλώνι γεμάτο δεμάτια καί τόν καρπό ὥριμο νά μεταφέρεται στό σπίτι του μέ πολλή χαρά. Ἔτσι καί ὁ κυβερνήτης ἑνός πλοίου περιφρονεῖ τά ἄγρια κύματα καί τήν κακοκαιρία καί πολλές φορές τή μανιασμένη θάλασσα καί τούς ἄστατους ἄνεμους, καί ξέρει νά ὑποφέρει τίς τρικυμίες στά πελάγη καί τά μακρινά ταξίδια, ὅταν σκέπτεται τά φορτία καί τά ἐμπορικά λιμάνια καί ἀναλογισθεῖ τόν ἄπειρο πλοῦτο πού προέρχεται ἄπ' αὐτά. Τό ἴδιο καί ὁ στρατιώτης ὑποφέρει τά τραύματα καί δέχεται σύννεφο τά βέλη, ὑπομένει τήν πείνα, τό ψύχος, τά μακρινά ταξίδια καί τούς κινδύνους στήν παράταξη, σκεπτόμενος τά τρόπαια καί τίς νίκες καί τά στεφάνια πού προέρχονται ἄπ' αὐτά.

        Ἀλλά γιά ποιό λόγο τά θυμήθηκα αὐτά ἤ τί μου χρειάζονται αὐτά τά παραδείγματα; Θέλω ἀπό ἐδῶ νά σᾶς προτρέψω γιά τήν ἀκρόαση καί νά σᾶς παρηγορήσω γιά τούς ἱδρῶτες ὑπέρ τῆς ἀρετῆς. Γιατί, ἄν ὁ καθένας ἄπ' αὐτούς πού ἀναφέρθηκαν θεωρεῖ τό κουραστικό ἐλαφρό ἐξ αἴτιας τῆς ἐλπίδας γιά τά μελλοντικά, καί ὅταν μάλιστα αὐτά, κι ἄν ἀκόμα κανείς μπορέσει νά τά ἐπιτύχει, τελειώνουν καί χάνονται μαζί μέ τήν παροῦσα ζωή, πολύ περισσότερο πρέπει ἐσεῖς νά ὑπομένετε τήν ἀκρόαση γιά τήν πνευματική διδασκαλία καί νά ὑποφέρετε μέ γενναιότητα καί τήν παράταξη καί τούς ἱδρῶτες γιά τήν αἰώνια ζωή. Σ' ἐκείνους εἶναι ἀβέβαια αὐτά πού ἀνήκουν στήν πρόσκαιρη ἐλπίδα, καί πολλές φορές μέ τήν προσδοκία μόνο τῶν ἀγαθῶν ἔτσι τελείωσαν τή ζωή τους, ἀφοῦ χάρηκαν βέβαια τίς ἐλπίδες, ἀλλά δέν ἄγγιξαν τούς καρπούς τῶν ἔργων αὐτῶν, καί μάλιστα ἀφοῦ ὑπέφεραν γι' αὐτά τά πιό φοβερά πράγματα.

        Ἐννοῶ τό ἑξῆς μ' αὐτό πού λέγω, ὕστερα ἀπό τούς πολλούς ἐκείνους κόπους καί ἱδρῶτες πού καταβάλλει πολλές φορές ὁ γεωργός, μερικές φορές τήν ὥρα ἀκριβῶς πού ἀκόνιζε τό δρεπάνι καί ἑτοιμαζόταν γιά τό θερισμό, ἐπειδή ἔπεσε ἐρυσίβη ἤ πολλές ἀκρίδες ἡ ὑπερβολική βροχή ἤ κάποια ἄλλη συμφορά ἐξ αἰτίας τῆς ἀκαταστασίας τῶν ἀνέμων, γύρισε μέ ἄδεια χέρια στό σπίτι του, καί τόν κόπο βέβαια τόν ὑπέμεινε ὅλον, ἔχασε ὅμως τόν καρπό τῆς ἐλπίδας. Ἐπίσης καί ὁ κυβερνήτης τοῦ πλοίου ἐνῶ χαιρόταν γιά τό μεγάλο φορτίο καί μέ πολλή εὐχαρίστηση εἶχε ἀνοίξει τά πανιά καί εἶχε διασχίσει πολύ πέλαγος, πολλές φορές σ' αὐτή τήν εἴσοδο τῶν λιμανιῶν ἤ ἐπειδή ἐπίασε κάποια θύελλα ἤ ἐπειδή ἔπεσε σέ κάποιον ὕφαλο καί σκόπελο ἤ ἐπειδή κτυπήθηκε ἀπό κάποια ἄλλη ἀπροσδόκητη τέτοια συμφορά, ἔχασε ὅλο τό φορτίο καί μόλις ἔσωσε γυμνό τό σῶμα τοῦ ὕστερα ἀπό τούς ἄπειρους ἐκείνους κινδύνους. Ἔτσι καί ὁ στρατιώτης, ἀφοῦ παρατάχθηκε πολλές φορές σέ ἄπειρους πολέμους καί ἀπέκρουσε τούς ἀντιπάλους καί νίκησε τούς ἐχθρούς ἐνῶ περίμενε τή νίκη, πέθανε χωρίς ν' ἀπολαύσει κανένα ἀγαθό ἀπό τούς κόπους του καί τούς κινδύνους.

        Τά δικά μας ὅμως δέν εἶναι τέτοια. Γιατί καί τίς ἐλπίδες ἔχουν σταθερές καί βέβαιες καί δέν τελειώνουν μαζί μέ τήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή, ἀλλά μεταφέρονται στήν ἀθάνατη καί μακάρια ἐκείνη καί αἰώνια ζωή, καί ὄχι μόνο δέν παθαίνουν κακό ἀπό τήν ἀκαταστασία τῶν ἄνεμων καί ἀπό ἀπροσδόκητες περιστάσεις, ἄλλ' οὔτε ἀπό τόν ἴδιο τόν θάνατο δέ διαλύονται. Καί ἐξ αἰτίας τῶν ἐλπίδων αὐτῶν θά μποροῦσε νά δεῖ κανείς καί σ' αὐτά τά συνηθισμένα ἀκόμα νά λάμπει ὁ καρπός τους καί νά εἶναι πολλή καί μεγάλη ἡ ἀμοιβή τους. Γι' αὐτό καί ὁ μακάριος Παῦλος βροντοφώναζε λέγοντας· καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί καυχόμαστε στίς θλίψεις. Σᾶς παρακαλῶ ἄς μήν προσπεράσουμε ἐπιπόλαια αὐτό πού λέχθηκε. Ἄλλ' ἐπειδή, δέν ξέρω πώς, πάλι ὁ λόγος μᾶς ὁδήγησε στό λιμάνι τοῦ καλοῦ κυβερνήτη Παύλου, ἄς ἐντριφήσουμε στή φράση αὐτή, πού εἶναι βέβαια μικρή, ἀλλά πλούσια σέ διδάγματα ἀρετῆς.

        Τί λοιπόν σημαίνει ἄραγε αὐτό πού λέχθηκε καί τί μᾶς ὑποδήλωσε λέγοντας καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί καυχόμαστε στίς θλίψεις; Λίγο, ἄν θέλετε, ἄς φέρουμε τό λόγο τῆς διδασκαλίας πιό πάνω καί θά δοῦμε τή μεγάλη σαφήνεια καί τή δύναμη τῶν νοημάτων νά μᾶς γεννιέται ἀπό ἐκεῖ. Ἀλλά τό σῶμα ἄς μήν κάμνει κανέναν μαλθακό καί ἄς πάρει σέ σᾶς ἡ ἐπιθυμία τῆς πνευματικῆς ἀκρόασης τή θέση τῆς δροσιᾶς. Γιατί ὁ λόγος μᾶς εἶναι γιά τή θλίψη καί γιά τήν ἐπιθυμία τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν, γιά τήν ὑπομονή καί γιά τήν ἀμοιβή πού προέρχεται ἄπ' αὐτά σέ ὅσους δέν ἀποθαρρύνονται. Τί λοιπόν σημαίνει τό ὄχι μόνο αὐτό; Γιατί αὐτός πού τό εἶπε δείχνει πώς προηγουμένως μᾶς ἀνέφερε καί πολλά ἄλλα ἀγαθά καί μαζί μ' ἐκεῖνα προσθέτει καί αὐτό πού προέρχεται ἀπό τίς θλίψεις. Γι' αὐτό καί ἔλεγε ὁ ἴδιος· καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί καυχόμαστε στίς θλίψεις. Καί γιά νά γίνει σαφέστερο αὐτό, δεῖξτε γιά λίγο ὑπομονή, ἀφοῦ θά κάνω μακροτερη τή διδασκαλία μέ τό λόγο.

        Ἀφοῦ λοιπόν τό θεῖο κήρυγμα ἀναγγέλθηκε ἀπό τούς ἀποστόλους, καί περιῆλθαν ὅλη τήν οἰκουμένη σπέρνοντας τό λόγο τῆς εὐσέβειας καί ξερριζώνοντας ἐντελῶς τήν πλάνη, καταργώντας τούς πατροπαράδοτους νόμους τῶν ἀσεβῶν καί διώχνοντας κάθε παρανομία, καθαρίζοντας τή γῆ καί προτρέποντας νά ἀπομακρύνονται ἀπό τά εἴδωλα, τούς ναούς, τούς βωμούς καί ὅλα ἐκεῖνα τά πανηγύρια καί τίς τελετές καί νά γνωρίζουν καλά τόν ἕνα καί μοναδικό Θεό τῶν ὅλων καί νά περιμένουν τίς μελλοντικές ἐλπίδες· παράλληλα μιλοῦσαν γιά τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό ἅγιο Πνεῦμα, φιλοσοφοῦσαν γιά τήν ἀνάσταση καί κήρυτταν γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐξ αἰτίας ὅλων αὐτῶν ἄναψε τότε φοβερός πόλεμος, καί μάλιστα ὁ πιό τυραννικός ἄπ' ὅλους τους πολέμους, ὅλα ἦταν γεμάτα θόρυβο καί ταραχή καί ἐξεγέρσεις, ὅλες οἱ πόλεις καί ὅλος ὁ λαός καί τά σπίτια καί ἡ κατοικημένη καί ἡ ἀκατοίκητη γῆ, ἐπειδή διασαλεύονταν οἱ παλαιές συνήθειες καί κλονιζόταν ἡ προηγούμενη ἀντίληψη πού τόσο πολύ εἶχε ἐπικρατήσει καί εἰσάγονταν καινούρια δόγματα γιά τά ὁποία κανείς δέν ἄκουσε ποτέ. Μαζί μ' αὐτά οἱ βασιλεῖς ἀγρίευαν καί οἱ ἄρχοντες δυσανασχετοῦσαν, οἱ πολίτες ταράζονταν καί οἱ ἀγορές γέμιζαν θόρυβο, τά δικαστήρια γίνονταν αὐστηρά, ξίφη γυμνώνονταν καί ὄπλα ἑτοιμάζονταν καί οἱ νόμοι ἀπειλοῦσαν.

        Γι' αὐτό ἐπιβάλλονταν τιμωρίες καί ποινές καί ἀπειλές καί κινοῦνταν ἐναντίον τούς ὅλα μαζί τά θεωρούμενα ἀπό τούς ἀνθρώπους δεινά. Τά πράγματα τῆς οἰκουμένης δέν ἦταν καθόλου καλύτερα ἀπό θάλασσα μανιασμένη πού προκαλεῖ φοβερά ναυάγια, ἀφοῦ ὁ πατέρας ἀποκήρυσσε τότε τό παιδί του γιά τήν εὐσέβεια, ἡ νύφη διαφωνοῦσε μέ τήν πεθερά, τά ἀδέλφια χωρίζονταν, οἱ κύριοι ἀγανακτοῦσαν ἐναντίον τῶν δούλων, ἡ φύση σχεδόν ἐπαναστατοῦσε ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ της, καί ὁ πόλεμος δέν ἦταν μόνο ἐμφύλιος ἀλλά καί συγγενικός, προσβάλλοντας κάθε σχεδόν σπίτι. Γιατί ὁ λόγος μπαίνοντας σάν μαχαίρι καί κόβοντας τό ἄρρωστο ἀπό τό ὑγιές προκαλοῦσε παντοῦ μεγάλη ἀναστάτωση καί φιλονεικία καί ἀπό παντοῦ ἔκαμε νά σηκώνονται ἄπειρες ἐνοχλήσεις καί μάχες ἐναντίον τῶν πιστῶν. Ἔτσι ἄλλοι ὁδηγοῦνταν σέ φυλακές, ἄλλοι σέ δικαστήρια, ἄλλοι στό δρόμο πού ὁδηγοῦσε στό θάνατο. Ἄλλων δημεύονταν οἱ περιουσίες, ἄλλοι ἔχαναν καί τήν πατρίδα καί πολλές φορές καί τή ζωή τούς ἀκόμη, καί ἀπό παντοῦ τους περιστοίχιζαν πυκνότερα ἀπό τίς νιφάδες τά κακά. Ἀπό μέσα μάχες, ἀπό ἔξω φόβοι, ἀπό τούς φίλους, ἀπό τούς ξένους, ἄπ' αὐτούς πού συνδέονταν μεταξύ τους μέ συγγένεια.

        2. Αὐτά λοιπόν βλέποντας ὁ μακάριος Παῦλος, ὁ παιδαγωγός τῆς οἰκουμένης, ὁ δάσκαλος τῶν οὐράνιων δογμάτων, ἐπειδή τό δεινά ἦταν κοντά καί γίνονταν μπροστά στά μάτια τους, ἐνῶ τά ἀγαθά βρίσκονταν μόνο στίς ἐλπίδες καί τίς ὑποσχέσεις, δηλαδή ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἡ ἀνάσταση καί ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν ἐκείνων πού ξεπερνοῦν κάθε νοῦ καί λόγο? ἐπειδή τά καμίνια καί τά τηγάνια καί τά ξίφη καί οἱ τιμωρίες καί οἱ κάθε εἴδους ποινές καί θάνατοι δέν ἦταν στίς ἐλπίδες, ἀλλά δοκιμάζονταν ἀπό τόν καθένα, ἐνῶ ἐκεῖνοι πού ἐπρόκειτο ν' ἀγωνισθοῦν ἐναντίον αὐτῶν μόλις εἶχαν προσχωρήσει στήν πίστη ἀπό τούς βωμούς καί τά εἴδωλα καί τίς ἀπολαύσεις καί τή μέθη, χωρίς νά ἔχουν μάθει παλαιότερα νά σκέπτονται τίποτε τό ὑψηλό γιά τήν αἰώνια ζωή, ἀλλά νά προσηλώνονται περισσότερο στά παρόντα, καί ἦταν φυσικό πολλοί ἄπ' αὐτούς νά δειλιάζουν καί νά παραλύουν καί ν' ἀποθαρρύνονται καθώς πολιορκοῦνταν κάθε ἡμέρα, κοίταζε τί κάμνει ὁ κοινωνός τῶν ἀπόρρητων πραγμάτων καί πρόσεχε τή σοφία τοῦ Παύλου. Συνέχεια τούς μιλάει γιά τά μελλοντικά, φέρνει τά βραβεῖα ἐνώπιόν τους καί τούς δείχνει τά στεφάνια, προετοιμάζοντας καί παρηγορώντας αὐτούς μέ τίς ἐλπίδες τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν.

        Καί τί λέγει; Σκεπτόμαστε πραγματικά πώς τά παθήματα τῆς παρούσας ζωῆς δέν ἀξίζουν ὅσο ἡ δόξα πού θά μᾶς ἀποκαλυφθεῖ στό μέλλον. Τί λοιπόν μου ἀναφέρεις, λέγει, τραύματα καί βωμούς καί δημίους καί τιμωρίες, καί λιμούς καί δημεύσεις καί φτώχεια καί δεσμά καί ἁλυσίδες; ἀνάφερε ὅλα ὅσα θέλεις ἀπό ἐκεῖνα πού θεωροῦνται ἀπό τούς ἀνθρώπους δεινά καί τίποτε δέ λέγεις ἄξιο μ' ἐκεῖνα τά ἔπαθλα καί τά στεφάνια καί τίς ἀμοιβές. Γιατί τά πρῶτα τελειώνουν μαζί μέ τήν παροῦσα ζωή, ἐνῶ τά δεύτερα στόν ἀτέλειωτο αἰώνα δέν ἔχουν τέλος· καί τά πρῶτα παρέρχονται ἀφοῦ εἶναι πρόσκαιρα, ἐνῶ τά δεύτερα παραμένουν παντοτινά καί εἶναι μαζί μέ μᾶς ἀγέραστα. Αὐτό ἀκριβῶς τό πράγμα ὑπονοώντας καί ἄλλου ἔλεγε, ἡ προσωρινή ἐλαφρή θλίψη μας, περιορίζοντας μέ τήν ποσότητα τήν ποιότητα καί παρηγορώντας μέ τό χρόνο τό βάρος τῶν θλίψεων.

        Ἐπειδή λοιπόν τά τότε συμβαίνοντα ἦταν ὡς πρός τή φύση τούς βαριά καί ἐνοχλητικά, περιορίζει τήν ἐνόχλησή τους μέ τήν προσωρινότητά τους, λέγοντας· ἡ προσωρινά ἐλαφρή θλίψη μᾶς προετοιμάζει σέ μᾶς σέ ὑπερβολικά μεγάλο βαθμό αἰώνιο βάρος δόξας, ἀφοῦ δέ στοχεύουμε σ' αὐτά πού φαίνονται, ἀλλά σ' ἐκεῖνα πού δέ φαίνονται, γιατί ὅσα φαίνονται εἶναι πρόσκαιρα, ἐνῶ ὅσα δέ φαίνονται εἶναι αἰώνια. Καί πάλι ὑψώνοντας αὐτούς στήν ἔννοια τοῦ μεγέθους τῶν τότε ἀγαθῶν παρουσιάζει τήν ἴδια τήν κτίση νά πάσχει καί νά στενάζει μαζί μας γιά τά παρόντα κακά καί νά ἐπιθυμεῖ πάρα πολύ τά μελλοντικά, ἐπειδή εἶναι πολύ καλά, λέγοντας ἔτσι γιατί καί ἡ κτίση στενάζει καί πάσχει μαζί μας μέχρι σήμερα. Γιά ποιό λόγο στενάζει; γιά ποιά αἴτια πάσχει; Ἐπειδή προσδοκᾶ τά μελλοντικά ἐκεῖνα ἀγαθά καί ἐπιθυμεῖ τή μεταβολή πρός τό καλύτερο. Γιατί καί αὐτή, λέγει, ἡ κτίση θ' ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στή φθορά γιά νά μπεῖ στήν ἐλευθερία τῆς δόξας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.

        Ὅταν ὅμως ἀκούσεις πώς στενάζει καί πονάει, νά μή νομίζεις ὅτι εἶναι λογική, ἀλλά μάθαινε τήν ἰδιαιτερότητα τῆς Γραφή. Γιατί, ὅταν θέλει ὁ Θεός ν' ἀναγγείλει κάτι μεγάλο καί καλό στούς ἀνθρώπους μέ τούς προφῆτες, κάνει καί αὐτά τά ἄψυχα νά αἰσθάνονται τό μέγεθος τῶν θαυμάτων πού γίνονται. Καί δέν τό λέγει ἐπειδή αἰσθάνεται ἡ κτίση, ἀλλά γιά νά μπορέσει νά παραστήσει τό μέγεθος τῶν θαυμάτων ἄπ' αὐτά πού συμβαίνουν στούς ἀνθρώπους. Αὐτό λοιπόν καί μεῖς συνηθίζουμε νά λέμε, ὅταν συμβεῖ κάτι ἀπό τά ἀπροσδόκητα, ὅτι αὐτή ἡ πόλη ἔγινε κατηφής, αὐτό τό ἔδαφος ἔγινε σκυθρωπό. Καί στήν περίπτωση τῶν ἀγώνων πού εἶναι φοβεροί καί ἔχουν ἄγρια διάθεση τό ἴδιο ἀκριβῶς θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς, ὅτι καί αὐτά τά θεμέλια τόν τράνταξαν, κι αὐτές οἱ πέτρες τόν τρόμαξαν ὄχι γιατί πραγματικά οἱ πέτρες τόν τρόμαξαν, ἀλλά γιά νά μπορέσουν νά παραστήσουν τήν ὑπερβολική ἀγριότητα τῆς καρδιᾶς του καί τήν ὀργή του.

        Γι' αὐτό ἀκριβῶς καί ὁ θαυμάσιος προφήτης Δαβίδ, ἀναφέροντας τά ἀγαθά πού εἶχαν συμβεῖ στούς Ἰουδαίους καί τήν εὐχαρίστηση πού τούς γεννήθηκε ἀπό τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἔλεγε κατά τήν ἔξοδο τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τήν Αἴγυπτο, τῶν ἀπογόνων του Ἰακώβ ἀπό λαό βάρβαρο, ἔγινε ἡ Ἰουδαία τόπος ἁγιασμοῦ του καί ὁ Ἰσραήλ ἐξουσία του? ἡ θάλασσα εἶδε καί ὑποχώρησε, ὁ Ἰορδάνης γύρισε πρός τά πίσω, τά ὅρη σκίρτησαν σάν κριάρια καί τά βουνά σάν ἀρνιά προβάτων, γιατί σημειώθηκε ἐκεῖ ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου. Καί αὐτό πουθενά δέν τό ἄκουσε κανείς νά ἔγινε. Γιατί ἡ θάλασσα καί ὁ Ἰορδάνης γύρισαν πρός τά πίσω μέ τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τά ὅρη καί τά βουνά δέ σκίρτησαν, ἀλλά, ὅπως εἶπα παραπάνω, θέλοντας νά παραστήσει τήν ὑπερβολική εὐχαρίστηση καί τήν ἀνακούφιση πού ὑπῆρξε σ' αὐτούς ἀπό τήν κακοποίηση πού εἶχαν πάθει οἱ Αἰγύπτιοι, ἔλεγε ὅτι καί αὐτά τά ἄψυχα σκιρτοῦσαν καί πηδοῦσαν ἀπό χαρά γιά τά καλά πού εἶχαν συμβεῖ σ' αὐτούς. Ὅπως καί ὅταν θέλει ν' ἀναγγείλει κάτι λυπηρό πού προέρχεται ἀπό τήν ἁμαρτία μᾶς λέγει, θά πενθήσει τό κρασί, θά πενθήσει καί τό ἀμπέλι? καί ἄλλου, οἱ δρόμοι τῆς Σιῶν πενθοῦν. Ἀλλά λέγει ἀκόμη ὅτι δακρύζουν καί τά ἄψυχα. Τείχη τῆς θυγατέρας Σιῶν χύστε δάκρυα, λέγει. Ἐξάλλου καί τήν ἴδια τή γῆ καί τήν Ἰουδαία τήν παρουσιάζει νά πενθεῖ καί νά μεθάει ἀπό τή λύπη, ὄχι γιατί αἰσθάνονται τά στοιχεῖα αὐτά, ἀλλά, ὅπως εἶπα παραπάνω, γιατί κάθε προφήτης ἤθελε νά παρουσιάσει τά ἄφθονα ἀγαθά πού μᾶς χορηγεῖ ὁ Θεός καί τίς πολλές τιμωρίες πού μᾶς ἐπιβάλλονται ἀπό τή δική μας κακία. Γι' αὐτό λοιπόν καί ὁ μακάριος Παῦλος παρουσιάζει καί αὐτός τήν κτίση νά στενάζει καί νά πονάει, γιά νά μπορέσει νά παρουσιάσει τό μέγεθος τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ πού θά λάβουμε ὕστερα ἄπ' αὐτά.

        3.  Άλλ' ὅλα αὐτά, λέγει, εἶναι σέ ἐλπίδες, ἐνῶ ὁ μικρόψυχος καί ταλαίπωρος ἄνθρωπος, πού τώρα ἀπαλλάχθηκε ἀπό τήν εἰδωλολατρία καί δέ γνωρίζει νά φιλοσοφεῖ γιά τά μελλοντικά, δέ διορθώνεται πολύ μ' αὐτά τά λόγια, ἀλλά ζητάει καί στήν παροῦσα ζωή νά βρεθεῖ κάποια παρηγοριά. Γι' αὐτό ἀκριβῶς καί ὁ σοφός αὐτός δάσκαλος καί πού γνωρίζει τά πάντα, δέν παρηγορεῖ μόνο ἀπό τά μελλοντικά ἀγαθά, ἀλλά διδάσκει καί ἀπό τά παρόντα καλά. Καί πρῶτα λέγει τά ἀγαθά πού ἔχουν χορηγηθεῖ στήν οἰκουμένη, πού δέν βρίσκονται στίς ἐλπίδες καί τήν προσδοκία, ἄλλ' ἀποτελοῦν πραγματικότητα καί τά ἀπόλαυσαν οἱ ἄνθρωποι (καί τά ὁποία εἶναι μέγιστη καί σαφέστερη ἀπόδειξη γιά τά μελλοντικά καί ἐλπιζόμενα), ἀφοῦ παρέτεινε πολύ τό λόγο γιά τήν πίστη καί ἀνέφερε τόν πατριάρχη Ἀβραάμ (πού, ἄν καί ἡ φύση τοῦ ἀπαγόρευε νά γίνει πατέρας, εἶχε ἐλπίδες καί περίμενε καί πείσθηκε ὅτι θά γίνει, γι' αὐτό καί ἔγινε), ὁδηγώντας μᾶς ἄπ' αὐτό στό ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά παρασυρόμαστε ἀπό τήν ἀσθένεια τῶν λογισμῶν, ἀλλά μέ τό μέγεθος τῆς πίστης νά ἀνορθωνόμαστε καί νά στεκόμαστε ψηλά καί νά ἔχουμε ὑψηλό φρόνημα. Ὕστερα ἄπ' αὐτά λέγει καί τό μέγεθος τῶν ἀγαθῶν πού ἔχουν ἤδη χορηγηθεῖ.

        Καί ποιά εἶναι αὐτά; Ὅτι τόν Υἱό του, λέγει, τό μονογενῆ, τόν γνήσιο, τόν ἀγαπητό, αὐτόν ὁ Θεός τόν ἔδωσε γιά μᾶς τούς ἀγνώμονες δούλους του, καί, ἐνῶ ἤμασταν φορτωμένοι μέ ἄπειρα ἁμαρτήματα καί πιεζόμασταν ἀπό τόσο πολλά φορτία πλημμελημάτων, ὄχι μόνο μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τά ἁμαρτήματα, ἀλλά καί μᾶς δικαίωσε, χωρίς νά προστάξει τίποτε δυσάρεστο, οὔτε κουραστικό, οὔτε ἐνοχλητικό, ἀλλά ζητώντας ἀπό μᾶς μόνο πίστη· καί μᾶς δικαίωσε, καί μᾶς ἔκαμε ἁγίους καί μᾶς κατέστησε υἱούς τοῦ Θεοῦ καί μᾶς ἀνέδειξε κληρονόμους τῆς βασιλείας καί μᾶς ἔκαμε συγκληρονόμους τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ του, καί ὑποσχέθηκε ἀνάσταση καί ἀφθαρσία σωμάτων καί κατάληξη μαζί μέ τούς ἀγγέλους, πού ξεπερνάει κάθε λόγο καί νοῦ, καί τή διαμονή στούς οὐρανούς καί τή συναναστροφή μαζί του? καί ἀκριβῶς γι' αὐτό ἔχυσε ἤδη ἄφθονη τή χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τήν κατοχή τοῦ διαβόλου καί μᾶς ἔσωσε ἀπό τούς δαίμονες καί κατάργησε τήν ἁμαρτία καί ἐξαφάνισε τήν κατάρα καί ἔσπασε τίς πύλες τοῦ ἅδη καί ἄνοιξε τόν παράδεισο, στέλνοντας γιά τή σωτηρία μας ὄχι ἄγγελο, οὔτε ἀρχάγγελο, ἀλλά τόν ἴδιο τό Μονογενῆ του, ὅπως λέγει μέ τόν προφήτη- ὄχι ἀπεσταλμένος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ἔσωσε.

        Αὐτά δέν εἶναι πιό λαμπρά ἀπό ἄπειρα στεφάνια; ὅτι δηλαδή ἁγιασθήκαμε, ὅτι δικαιωθήκαμε; ὅτι αὐτό ἔγινε μέ τήν πίστη; ὅτι ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ κατέβηκε ἀπό τούς οὐρανούς γιά μας; ὅτι ὁ Πατέρας ἔδωσε γιά μᾶς τόν ἀγαπημένο του; ὅτι δεχθήκαμε ἅγιο Πνεῦμα; ὅτι αὐτό ἔγινε μέ κάθε εὐκολία; ὅτι ἀπολαύσαμε ἀνείπωτη χάρη καί δωρεά; Ἀφοῦ λοιπόν τά εἶπε αὐτά καί τά δήλωσε ὅλα πολύ σύντομα, πάλι στήν ἐλπίδα κατέληξε τό λόγο. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε, ἐφόσον λοιπόν δικαιωθήκαμε ἐπειδή πιστέψαμε, ἔχουμε εἰρήνη μέ τό θεό μέ τή μεσολάβηση τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ὁδήγησε μέ τήν πίστη σ' αὐτή τή χάρη, στήν ὁποία στεκόμαστε, πρόσθεσε καί καυχόμαστε γιά τήν ἐλπίδα συμμετοχῆς μας στή δόξα τοῦ Θεοῦ.

        Ἀφοῦ λοιπόν εἶπε αὐτά πού ἔγιναν καί αὐτά πού θά γίνουν στό μέλλον τό ὅτι δηλαδή δικαιωθήκαμε καί τό ὅτι ὁ Υἱός θύ-σιάσθηκε γιά μας καί τό ὅτι αὐτός μας ὁδήγησε στόν Πατέρα καί τό ὅτι ἀπολαύσαμε χάρη καί δωρεά καί ἀπαλλαχθήκαμε ἀπό τά ἁμαρτήματα καί τό ὅτι ἔχουμε εἰρήνη μέ τό θεό καί τό ὅτι μετέχουμε στό ἅγιο Πνεῦμα, αὐτά ἀνήκουν στά ὅσα ἔχουν γίνει, ἐνῶ τά μελλοντικά ἦταν ἡ δόξα ἐκείνη ἡ ἀπόρρητη, πράγμα πού καί αὐτό πρόσθεσε λέγοντας, στήν ὁποία στεκόμαστε, καί καυχόμαστε γιά τήν ἐλπίδα τῆς συμμετοχῆς μας στή δόξα τοῦ Θεοῦ· κι ἐπειδή ἡ ἐλπίδα, ὅπως εἶπα παραπάνω, δέν εἶναι πολύ ἱκανή νά ὀρθώσει καί νά σηκώσει τό μικρόψυχο ἀκροατή, γι' αὐτό πρόσεχε τί κάνει πάλι καί κοίταξε τή δύναμη τοῦ Παύλου καί τή φιλόσοφη σκέψη του. Γιατί ἄπ' αὐτά πού φαίνονται νά λυποῦν καί ν' ἀνησυχοῦν καί νά ταράζουν τόν ἀκροατή, ἄπ' αὐτά τά ἴδια ξαναπλέκει τά στεφάνια τῆς παρηγοριᾶς καί τῆς καύχησης.

        Ἀφοῦ λοιπόν ὅλα αὐτά τά ἀνέφερε, στή συνέχεια προσθέτει λέγοντας· δέ λέγω μόνο αὐτά, πού εἶπα, τό ὅτι δηλαδή ἁγιασθήκαμε, τό ὅτι δικαιωθήκαμε, τό ὅτι αὐτό ἔγινε μέ τό Μονογενῆ του, τό ὅτι ἀπολαύσαμε χάρη, εἰρήνη, δωρεά, ἄφεση ἁμαρτημάτων καί κοινωνία τοῦ ἅγιου Πνεύματος, ὅτι αὐτό ἔγινε μέ κάθε εὐκολία καί χωρίς κόπους καί χωρίς ἵδρωτες, ὅτι μέ τήν πίστη μόνο, ὅτι ἔστειλε τό μονογενῆ Υἱό του, ὅτι ἄλλα ἔδωσε καί ἄλλα ὑποσχέθηκε, ὅπως δόξα ἀνείπωτη, ἀφθαρσία, ἀνάσταση σωμάτων, ἀγγελική κατάληξη, τή συναναστροφή μέ τό Χριστό, τή διαμονή στούς οὐρανούς· γιατί ὅλα αὐτά τά παρέστησε μέ τό νά πεῖ, καί καυχόμαστε γιά τήν ἐλπίδα τῆς συμμετοχῆς μας στή δόξα τοῦ Θεοῦ.

        Δέ λέγει λοιπόν αὐτά μόνο πού ἔγιναν καί πού θά γίνουν, ἀλλά καί αὐτά πού φαίνονται στούς ἀνθρώπους λυπηρά, δηλαδή τά δικαστήρια, τίς συλλήψεις, τούς θανάτους, τίς ἀπειλές, τούς λιμούς, τά βασανιστήρια, τά τηγάνια, τά καμίνια, τή λεηλασία, τούς πολέμους, τίς πολιορκίες, τίς μάχες, τίς ἐξεγέρσεις, τίς φιλονεικίες, καί αὐτά τά τοποθετεῖ στή θέση τῆς δωρεᾶς καί τῶν κατορθωμάτων. Γιατί δέν πρέπει μόνο γιά ἐκεῖνα πού ἔχουν λεχθεῖ νά χαιρόμαστε καί νά ἀγαλλόμαστε, ἀλλά καί γι' αὐτά πρέπει νά καυχόμαστε, ὅπως ὅταν λέγει· χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά σᾶς καί ἀναπληρώνω στή σάρκα μου ἐκεῖνο πού λείπει στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Εἶδες ψυχή δυνατή καί σκέψη ὑψηλή καί φρόνημα σταθερό, πού δέν καυχιέται μόνο γιά τά στεφάνια, ἀλλά πού εὐχαριστιέται καί γιά τά ἀγωνίσματα; ποῦ δέ χαίρεται γιά τίς ἀμοιβές, ἀλλά πού καμαρώνει καί γιά τούς ἀγῶνες; ποῦ δέν εὐφραίνεται γιά τίς ἀνταποδόσεις, ἀλλά πού καυχιέται καί γι' αὐτό τό παγκράτιο;

        Γιατί μή μοῦ λέγεις τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οὔτε τά στεφάνια ἐκεῖνα τά ἀμάραντα, οὔτε τά βραβεῖα, ἀλλά αὐτά τά παρόντα, πού ἔχουν θλίψη καί μόχθο καί ταλαιπωρία πολλή. Αὐτά φέρε στή μέση καί θά μπορέσω νά δείξω ὅτι γι' αὐτά πρέπει νά καυχιέται κανείς πολύ περισσότερο. Γιατί στούς ἀθλητικούς ἀγῶνες τά ἀγωνίσματα ἔχουν τόν κόπο, ἐνῶ τό στεφάνι τήν εὐχαρίστηση· ἐδῶ ὅμως δέ συμβαίνει τό ἴδιο, ἀλλά καί πρίν τά στεφάνια τά ἴδια τά ἀγωνίσματα προκαλοῦν μεγάλη καύχηση. Καί γιά νά μάθετε ὅτι αὐτά ἔτσι πραγματικά ἔχουν, ἀναλογισθεῖτε τόν κάθε ἅγιό της κάθε γενεᾶς, ὅπως λέγει, ἀδελφοί, πάρτε γιά παράδειγμα τῆς κακοπάθειας καί τῆς ὑπομονῆς τούς προφῆτες, πού μίλησαν στό ὄνομα τοῦ Κυρίου.

        Ἀλλά καί αὐτός ὁ ἴδιος πού μᾶς πρότεινε τώρα αὐτόν τόν ἀγώνα καί συγκρότησε τό παρόν πνευματικό θέαμα, ἐννοῶ τόν Παῦλο, ἀφοῦ ἀνέφερε τίς ἄπειρες ἐκεῖνες ταλαιπωρίες τοῦ κάθε ἅγιου, τίς ὁποῖες δέν εἶναι εὔκολο τώρα νά τίς ἐξετάσουμε στό λόγο, προσθέτει λέγοντας, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μέ προβιές καί κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν μέ στερήσεις, ὑπέφεραν θλίψεις καί κακουχίες, ἐκεῖνοι γιά τούς ὁποίους δέν ἦταν ἄξιος ὁ κόσμος, καί γιά ὅλα αὐτά χαίρονταν. Καί ἀκριβῶς τό ἴδιο θά μποροῦσε νά δεῖ κανείς, ὅταν μετά τή φυλακή καί τίς ὕβρεις διώχνονταν, ἀφοῦ εἶχαν μαστιγωθεῖ, καί τί λέγει; Οἱ ἀπόστολοι ἔφυγαν ἀπό τό συνέδριο χαρούμενοι γιατί ἀξιώθηκαν νά κακοποιηθοῦν γιά χάρη τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ.

        4. Ἀλλά βέβαια καί στήν ἐποχή μᾶς ἔγιναν αὐτά. Καί ἄν θέλει κανείς, ἄς θυμηθεῖ αὐτό πού λέγω, τό τί συνέβαινε δηλαδή στόν καιρό τῶν διωγμῶν. Συλλαμβανόταν μία παρθένα ἁπαλή καί ἄγαμη, πού εἶχε σῶμα πιό μαλακό ἀπό κερί. Ἔπειτα, ἀφοῦ ἀπό παντοῦ καρφωνόταν στό ξύλο, τῆς τρυποῦσαν τά πλευρά καί τά ξέσχιζαν, καί ἔτρεχε τό αἷμα πρός τά κάτω, καί σάν νά παντρευόταν μᾶλλον καί νά καθόταν σέ νυφικό θάλαμο, ἔτσι μέ ὅλον της τόν πόθο ὑπέφερε ὅσα γίνονταν γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί στεφανωνόταν στή διάρκεια αὐτῶν τῶν ἀγώνων. Σκέψου πόσο μεγάλο ἦταν νά δεῖ κανείς ἕνα τύραννο μέ στρατεύματα καί ἀκονισμένα ξίφη καί τόσο πολλά ὄπλα νά νικιέται ἀπό μία κόρη. Βλέπεις ὅτι καί αὐτή ἡ θλίψη ἔχει πάρα πολύ μεγάλη καύχηση; Καί βεβαιώνετε τά λεγόμενα ἐσεῖς. Γιατί, παρ' ὅλο πού ἀκόμη οἱ μάρτυρες δέν ἀπόλαυσαν τίς ἀμοιβές, οὔτε τά βραβεῖα καί τά στεφάνια, ἀλλά διαλύθηκαν σέ σκόνη καί στάχτη, μέ κάθε προθυμία τρέχουμε ὅλοι μαζί στίς τιμές τους καί συγκροτοῦμε πνευματικό θέαμα καί τούς ἀνακηρύσσουμε νικητές καί τούς στεφανώνουμε καί γιά τά τραύματα καί γιά τό αἷμα, γιά τά βασανιστήρια καί τίς πληγές καί τίς θλίψεις ἐκεῖνες καί τίς στενοχώριες· τόσο μεγάλο καύχημα ἔχουν κι αὐτές οἱ θλίψεις καί πρίν τήν ἀμοιβή.

        Σκέψου δηλαδή πόσο μεγάλος ἦταν ὁ Παῦλος τότε πού βρισκόταν στίς φυλακές καί ὁδηγοῦνταν σέ δικαστήρια, πόσο περίβλεπτος, πόσο λαμπρός καί περιφανής φαινόταν σέ ὅλους, καί μάλιστα σ' αὐτούς πού τόν πολεμοῦσαν καί τόν ἐχθρεύονταν. Καί γιατί λέγω περίβλεπτος στούς ἀνθρώπους ἀφοῦ βέβαια καί στούς δαίμονες τότε ἦταν περισσότερο φοβερός, ὅταν μαστιγωνόταν; Καί ὅταν φυλακιζόταν, ὅταν ναυαγοῦσε, τότε ἔκανε τά πιό μεγάλα θαύματα, τότε περισσότερο νικοῦσε τίς ἀντίπαλες δυνάμεις. Γνωρίζοντας λοιπόν καλά τό κέρδος πού γίνεται στήν ψυχή ἀπό τίς θλίψεις αὐτές, ἔλεγε· ὅταν εἶμαι ἀδύνατος, τότε πραγματικά εἶμαι δυνατός. Καί ἔπειτα προσθέτει, γι' αὐτό χαίρομαι γιά τίς ἀρρώστιες, γιά τίς ὕβρεις, τίς ἀνάγκες, τούς διωγμούς καί τά παθήματα, γιά νά κατασκηνώσει σέ μένα ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

        Γι' αὐτό καί ἀπευθυνόμενος σέ κάποιους πού διέμεναν στήν Κόρινθο καί εἶχαν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους, ἐνῶ καταδίκαζαν τούς ἄλλους, περιγράφοντας τό χαρακτήρα τῆς ἐπιστολῆς, ἔκρινε ἀναγκαῖο ἐξ αἴτιας αὐτοῦ νά προσθέσει τήν εἰκόνα τῶν κατορθωμάτων του, καί αὐτό ὄχι ἀπό τίς θαυμαστές πράξεις, οὔτε ἀπό τά θαύματα, οὔτε ἀπό τήν τιμή, οὔτε ἀπό τήν ἄνεση, ἄλλ' ἀπό τίς φυλακές καί τά δικαστήρια καί τήν πείνα καί τό κρύο καί τούς πολέμους καί τίς ἐπιβουλές, λέγοντας σ' αὐτούς τό ἑξῆς: εἶναι ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ; θά μιλήσω σάν τρελλός· ἐγώ εἶμαι μέ τό παραπάνω. Καί γιά νά δείξει τό παραπάνω καί τήν ὑπεροχή τοῦ λέγει· σέ κόπους πολύ περισσότερο, σέ πληγές σέ ὑπερβολικό βαθμό, σέ φυλακίσεις περισσότερο, πολλές φορές κινδύνεψα καί νά θανατωθῶ καί τά ἑπόμενα. Ἄν πρέπει νά καυχιέμαι, θά καυχηθῶ γιά τήν ἀδυναμία μου.

        Βλέπεις αὐτόν νά καυχιέται γι' αὐτά πολύ περισσότερο, παρά νά ὑπερηφανεύεται γιά τά λαμπρά στεφάνια καί γι' αὐτό νά λέγει, καί ὄχι μόνο, ἀλλά καυχόμαστε ἀκόμη καί στίς θλίψεις; Τί σημαίνει ὅμως τό ὄχι μόνο; Ὄχι μόνο, λέγει δέ λυποψυχοῦμε ὅταν θλιβόμαστε καί ταλαιπωρούμαστε, ἀλλά σάν νά προοδεύουμε σέ μεγαλύτερη τιμή καί δόξα καυχόμαστε περισσότερο γιά τά θλιβερά πού μᾶς συμβαίνουν. Στή συνέχεια, ἀφοῦ εἶπε πώς ἀπό τίς θλίψεις εἶναι πολύ μεγάλη ἡ δόξα καί ἡ καύχηση καί τό στόλισμα, καί ἡ δόξα εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἔχει καί ἡδονή, γιατί ὅπου ὑπάρχει ἡδονή ὁπωσδήποτε ὑπάρχει καί δόξα, καί ὅπου ὑπάρχει τέτοια δόξα ὁπωσδήποτε ὑπάρχει καί ἡδονή· ἀφοῦ λοιπόν ἔδειξε πώς τό νά θλίβεται κανείς εἶναι λαμπρό καί περίφημο καί προκαλεῖ καύχηση, λέγει ἄλλο πολύ μεγάλο κατόρθωμά του καί κάποιον καρπό πολύ μεγάλο καί παράδοξο. Ἄς δοῦμε λοιπόν ποιός εἶναι αὐτός. Γνωρίζοντας λοιπόν, λέγει, ὅτι ἡ θλίψη παρέχει ὑπομονή, ἡ ὑπομονή σταθερότητα, ἡ σταθερότητα ἐλπίδα, καί ἡ ἐλπίδα δέν ἀπογοητεύει.

        Τί σημαίνει, γνωρίζοντας ὅτι ἡ θλίψη παρέχει ὑπομονή; Αὐτό ἔχει πολύ μεγάλο τόν καρπό, αὐτό κάνει πιό δυνατό ἐκεῖνον πού θλίβεται. Γιατί, ὅπως ἀπό τά δένδρα αὐτά πού ἀναπτύσσονται στή σκιά καί βρίσκονται σέ ἀπάνεμα μέρη, ἐνῶ ἀκμάζουν στή μορφή, γίνονται πιό μαλακά καί καχεκτικά, ἀφοῦ βλάπτονται γρήγορα ἀπό κάθε φύσημα τῶν ἀνέμων, ἐνῶ αὐτά πού βρίσκονται στίς κορυφές τῶν πιό ψηλῶν βουνῶν καί δέρνονται ἀπό πολλούς καί δυνατούς ἄνεμους καί ὑποφέρουν συνέχεια τήν ἀκαταστασία τοῦ καιροῦ καί κλονίζονται ἀπό φοβερότατες θύελλες καί πλήττονται ἀπό πολύ χιόνι, γίνονται πολύ πιό δυνατά ἀπό κάθε σίδερο- καί ὅπως ἐπίσης τά σώματα πού ἀφοσιώνονται σέ πολλές καί ποικίλες ἡδονές καί στολίζονται μέ ἁπαλά ἠδύματα καί χρησιμοποιοῦν συνέχεια λουτρά καί μύρα καί ἀπολαμβάνουν πολλῶν εἰδῶν φαγητά πέρα ἀπό τήν ἀνάγκη τους, γίνονται ἐντελῶς ἄχρηστα γιά τούς ἀγῶνες καί τούς κόπους πρός ἀπόκτηση τῆς εὐσέβειας, ἐπειδή εἶναι ὑπεύθυνα γιά πολύ μεγάλη τιμωρία, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές- ἐκεῖνες πού περνοῦν ζωή χωρίς ταλαιπωρίες καί εἶναι γεμάτες ἄνεση καί προτιμοῦν νά αἰσθάνονται εὐχαρίστηση πρός τά παρόντα ἀγαθά καί διαλέγουν τήν ἀνάλγητη ζωή ἀπό τό νά θλίβονται, ὅπως θλίβονταν ὅλοι οἱ ἅγιοι, γιά τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή γίνονται πολύ πιό μαλακές καί πιό ἀδύνατες ἀπό κάθε κερί, πρόκειται νά καταφαγωθοῦν ἀπό τό αἰώνιο πῦρ· ἐκεῖνες ὅμως πού ἐπιδόθηκαν σέ κινδύνους καί κόπους καί ταλαιπωρίες καί δοκιμάζουν θλίψεις ἐξ αἰτίας τοῦ Θεοῦ καί ἀφοσιώνονται σ' αὐτές, εἶναι πολύ πιό σταθερές καί πιό γενναῖες ἀπό τό ἴδιο τό σίδερο ἡ τό διαμάντι, λόγω του ὅτι συνέχεια ὑποφέρουν, καί γίνονται ἀνίκητες στούς ἐχθρούς καί ἀποκτοῦν κάποια ἀκαταμάχητη δύναμη ὑπομονῆς καί ἀνδρείας.

        Καί ὅπως ἐκεῖνοι πού γιά πρώτη φορά ἀνέβηκαν σέ πλοῖο αἰσθάνονται ναυτία καί ἴλιγγο, καθώς ταράζονται καί θορυβοῦνται ἐπειδή τούς πιάνει ἀηδία καί σκοτοδίνη, ἐνῶ ἐκεῖνοι πού πέρασαν πολλά καί μεγάλα πελάγη καί περιφρόνησαν ἄπειρα κύματα καί ἄντεξαν συνεχῆ ναυάγια, μέ θάρρος ἐπιχειροῦν ἕνα τέτοιο ταξίδι, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ ψυχή· ὑπομένοντας πολλούς πειρασμούς καί ἀντέχοντας μεγάλες θλίψεις, ἀποκτᾶ στή συνέχεια γνώση τῶν κόπων καί συνήθεια τῆς καρτερίας, χωρίς νά εἶναι δειλή, οὔτε νά τρομάζει εὔκολα, οὔτε νά ταράζεται ἀπό τά λυπηρά πού πέφτουν πάνω της, ἄλλ' ἀπό τή συνεχῆ ἄσκηση τῶν ὅσων συμβαίνουν καί τή συχνή μελέτη τῶν ὅσων γίνονται ὑποφέρει μέ πολλή εὐκολία ὅλα τά δεινά πού ἔρχονται. Αὐτό λοιπόν δηλώνοντας ὁ σοφός ἀρχιτέκτονας τῆς οὐράνιας πολιτείας ἔλεγε, καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καυχόμαστε ἀκόμη καί στίς θλίψεις· γιατί πρίν ἀπό τή βασιλεία καί τά οὐράνια στεφάνια κερδίζουμε ἀπό ἐδῶ πολύ μεγάλο μισθό, ἐπειδή ἀπό τίς ἀδιάκοπες θλίψεις ἡ ψυχή μᾶς γίνεται περισσότερο καρτερική καί οἱ λογισμοί μᾶς καθίστανται πιό ἰσχυροί.

        Γνωρίζοντας λοιπόν ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί, ἄς ὑποφέρουμε μέ γενναιόταητα τά λυπηρά πού μᾶς συμβαίνουν καί γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί γιά τό δικό μας συμφέρον, καί ἄς μή στενοχωρούμαστε, οὔτε νά χάνουμε τό θάρρος μας στήν ἐπίθεση τῶν πειρασμῶν, ἀλλά, στεκόμενοι μέ κάθε ἀνδρεία, ἄς εὐχαριστοῦμε διαρκῶς τό Θεό γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες πού γίνονται σέ μας, γιά ν' ἀπολαύσουμε καί τά παρόντα ἀγαθά καί νά ἐπιτύχουμε τίς μελλοντικές δωρεές μέ τή χάρη καί τήν εὐσπλαχνία καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζί μέ τόν ὁποῖο στόν Πατέρα καί συγχρόνως στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ δύναμη, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἀπό τό https://www.egolpion.com/xrusostomou_8lipseis.el.aspx