Δύο θαύματα πίστεως

2014-10-16 19:27

Μία πίστη πού σώζει

     Μόλις ἐπέστρεψε ὁ Κύριος στήν Καπερναούμ, Τόν ὑποδέχθηκαν πλήθη λαοῦ, διότι ὅλοι Τόν περίμεναν ἀνυπόμονα. Ἀνάμεσά τους ξεχώριζε ὁ Ἰάειρος, πού ἦταν ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς. Ἕνα πρόβλημα μεγάλο τόν εἶχε ἀναστατώσει. Γι' αὐτό καί ἔπεσε γονατιστός στά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί Τόν παρακαλοῦσε νά ἔλθει στό σπίτι του· ἡ μονάκριβη δωδεκάχρονη κόρη τοῦ ἦταν βαριά ἄρρωστη, ἑτοιμοθάνατη. Ὁ Κύριος σπλαχνίστηκε τόν πονεμένο πατέρα κι ἀμέσως τόν ἀκολούθησε.

     Στό δρόμο ὅμως τά πλήθη τοῦ λαοῦ Τόν πίεζαν ἀσφυκτικά. Κάποια στιγμή ἔγινε κάτι πού κανείς ἀπό τά πλήθη δέν τό πῆρε εἴδηση. Μία γυναίκα πού ὑπέφερε δώδεκα χρόνια ἀπό αἱμορραγία καί εἶχε ξοδεύσει ὅλη τήν περιουσία της σέ γιατρούς χωρίς νά βρεῖ πουθενά γιατρειά, πλησίασε τόν Κύριο κρυφά ἀπό πίσω, ἐπειδή ντρεπόταν νά γίνει φανερό τό νόσημά της, ἄγγιξε τήν ἄκρη τοῦ ἐνδύματος κι ἀμέσως τό θαῦμα ἔγινε, σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της. Ὅμως ὁ Κύριος ἄρχισε νά ρωτᾶ: Ποιός μέ ἄγγιξε; Κι ἐπειδή κανείς τριγύρω δέν ἀποκρινόταν, εἶπε ὁ Πέτρος καί οἱ ἄλλοι μαθητές: Διδάσκαλε, τόσα πλήθη λαοῦ Σέ ἔχουν περικυκλώσει καί Σέ πιέζουν, κι Ἐσύ ρωτᾶς: ποιός μέ ἄγγιξε; Μά ὁ Κύριος ἐπιμένει: Κάποιος μέ ἄγγιξε. Αἰσθάνθηκα νά βγαίνει ἀπό πάνω μου δύναμη θαυματουργική. Τότε ἡ γυναίκα, πού κατάλαβε ὅτι δέν ἔμεινε κρυφή ἡ πράξη της, ἦλθε τρέμοντας κι ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστή στά πόδια του, ὁμολόγησε μπροστά σ' ὅλους τό θαῦμα πού ἔγινε. Καί ὁ Κύριος της εἶπε: Κόρη μου, ἡ πίστη σου σέ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε στό καλό.

     Γιατί ὅμως ὁ Κύριος ρωτοῦσε ποιός Τόν ἄγγιξε; Δέν ἤξερε; Ἀσφαλῶς ἤξερε. Ἀλλά ἤθελε νά δείξει ὅτι δέν ἀγνοοῦσε τό γεγονός κι ὅτι ἡ γυναίκα αὐτή δέν ὑπέκλεψε τή θεραπεία της, ἀλλά τήν ἔλαβε ἀπό τήν πανάγαθη θέλησή του. Καί τήν ἔλαβε ἐπειδή ἔδειξε μία πολύ μεγάλη πίστη. Αὐτήν ἀκριβῶς τήν πίστη τῆς ἤθελε νά δημοσιοποιήσει καί νά ἐπιβραβεύσει· γιά νά διδαχθοῦν τά πλήθη πού ἦταν ἐκεῖ, καί πολύ περισσότερο ὁ ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς πού περνοῦσε μία πολύ μεγάλη δοκιμασία· ἀλλά καί γιά νά κάνει τή γυναίκα αὐτή αἰώνιο παράδειγμα πίστεως. Καί τήν ὀνομάζει «κόρη του», διότι μέ τήν πίστη τῆς αὐτή ἡ γυναίκα δέν βρῆκε μόνο τή θεραπεία τοῦ σώματός της ἀλλά καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς της. Ἔγινε κατά τήν Παράδοση πιστή χριστιανή. Πίστεψε ὁλοκληρωτικά στόν Κύριο καί ἔγινε ἁγία της Ἐκκλησίας μας, ἡ ἁγία Βερονίκη, καί σ' ὅλη τήν ὑπόλοιπη ζωή τῆς διακήρυττε τό θαῦμα πού τῆς ἔκανε ὁ Κύριος. Καί μᾶς ἐμπνέει ἡ ἁγία Βερονίκη νά ἔχουμε κι ἐμεῖς τήν πίστη της, τή βεβαιότητά της ὅτι μόνο στόν Χριστό μποροῦμε νά βροῦμε λύτρωση καί σωτηρία. Ἀκόμη κι ὅταν τρέχουμε στούς γιατρούς, νά ἔχουμε τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μέγας ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας.

Ἡ ζωή καί ἡ ἀνάσταση

     Καθώς ὁ Κύριος συνέχιζε τήν πορεία του, ἦλθε κάποιος ἀπό τό σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου καί τοῦ εἶπε: Ἡ κόρη σου πέθανε· μήν κουράζεις ἄλλο τόν διδάσκαλο. Μποροῦμε ἄραγε νά φανταστοῦμε τί ἐνίωσε τή φοβερή ἐκείνη ὥρα ὁ δύστυχος πατέρας; Ὁ κύριος ὅμως, μόλις ἄκουσε τήν εἴδηση αὐτή, τοῦ εἶπε: Μή φοβᾶσαι, μόνο πίστευε, καί θά σωθεῖ ἡ κόρη σου. Ὅταν ἔφθασε στό σπίτι τοῦ Ἰαείρου, ἀντίκρισε ἕνα ὀδυνηρό θέαμα. Ἔκλαιγαν ὅλοι καί χτυποῦσαν τά στήθη τους καί τά κεφάλια τους γιά τή νεκρή. Κι Αὐτός τότε τούς εἶπε: Μήν κλαῖτε· δέν πέθανε, ἀλλά κοιμᾶται. Μία ἐκεῖνοι Τόν περιγελοῦσαν, διότι ἦταν βέβαιοι ὅτι τό κοριτσάκι ἦταν νεκρό. Αὐτός ὅμως, ἀφοῦ τούς ἔβγαλε ὅλους ἔξω, ἄφησε νά μείνουν στό δωμάτιο τῆς νεκρῆς μόνο ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης καί οἱ γονεῖς τοῦ παιδιοῦ. Κι ἐκείνη τή μοναδική ὥρα ἐπίασε τό χέρι τοῦ μικροῦ κοριτσιοῦ καί φώναξε: Κόρη, σήκω ἐπάνω! Ἡ στιγμή ἦταν συγκλονιστική. Τό πρόσωπο τῆς κορούλας ροδίζει, τά δύο μάτια τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Οἱ γονεῖς κοιτοῦν ἐκστατικοί, γεμάτοι ἀσυγκράτητη χαρά. Κι Ἐκεῖνος τούς προστάζει νά δώσουν στή μικρή φαγητό καί νά μήν ποῦν σέ κανένα τό γεγονός.

     Γιατί ὅμως τούς ἔδωσε αὐτή τήν ὁδηγία; Γιά νά μήν ἐρεθιστεῖ ὁ φθόνος τῶν ἐχθρῶν του, ἐξηγοῦν οἱ ἱεροί ἑρμηνευτές. Διότι τό θαῦμα αὐτό διαλαλοῦσε περίτρανα ὅτι ὁ Κύριος δέν εἶναι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, ἀλλά ἔχει τή δύναμη νά ἀνασταίνει νεκρούς, νά νικᾶ τό θάνατο. Αὐτή ἡ πραγματικότητα εἶναι ἀσύλληπτη. Δέν εἶναι μία λεπτομέρεια στήν Πίστη μας ἀλλά ἡ μεγαλύτερη ἀλήθεια. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ κύριος της ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Ἀνέστησε νεκρούς, ἀναστήθηκε καί ὁ ἴδιος γιά νά μᾶς δείξει ὅτι εἶναι ὁ Νικητής τοῦ θανάτου καί ὁ καθαιρέτης τοῦ Ἅδη, ἡ ζωή τῶν ἁπάντων.

     Ἡ πίστη αὐτή πρέπει νά κυριαρχεῖ διαρκῶς στή σκέψη μας, νά ἀλλάξει τή ζωή μας. Δέν ἔχουμε πλέον τό δικαίωμα ἐμεῖς νά τρέμουμε μπροστά στό θάνατο· νά τόν φοβόμαστε ὅπως ὅλοι ὅσοι ζοῦν χωρίς ἐλπίδα. Δέν εἴμαστε πλασμένοι γιά τά λίγα χρόνια της ἐπίγειας ζωῆς μας. Ὁ θάνατος δέν εἶναι τό τέλος μας ἀλλά ἡ ἀρχή μίας ἄλλης, ἀτελεύτητης ζωῆς. Ἡ ζωή μας ἐδῶ στή γῆ εἶναι ἕνα μικρό ἐπεισόδιο μπροστά στήν αἰωνιότητα. Κάποτε θά ἀναστήσει ὁ Κύριος κι ὅλους ἐμᾶς. Θά ἀκούσουμε ὅλοι μας τή φωνή του νά μᾶς καλεῖ καί πάλι στή ζωή, στήν αἰώνια ζωή. Μή φοβόμαστε τόν θάνατο. Ἡ ζωή μᾶς ἔχει νόημα μόνο ἐπειδή ὑπάρχει ὁ Χριστός, πού εἶναι «ἡ ζωή καί ἡ ἀνάστασις ἠμῶν». Ἄς ζοῦμε λοιπόν μέ προοπτική αἰωνιότητας, προσμένοντας καί τή δική μας ἀνάσταση.
Χριστιανική Φοιτητική Δράση, Περιοδικό "Ὁ Σωτήρ", τ. 1988