Γιατί ὁ Χριστός δέν ἄλλαξε τόν Ἰούδα;

2014-08-01 13:54

Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου

            «Τότε, ἀφοῦ πῆγε στούς ἀρχιερεῖς ἕνας ἀπό τούς δώδεκα, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, εἶπε, τί θέλετε νά μοῦ δώσετε γιά νά σᾶς τόν παραδώσω;»[...]
            Καί ἀκριβῶς ὅταν ἡ πόρνη μετανοοῦσε, ὅταν καταφιλοῦσε τά πόδια τοῦ Κυρίου, τότε πρόδινε τό Δάσκαλο ὁ μαθητής. Γι' αὐτό εἶπε «τότε», γιά νά μήν κατηγορήσεις γιά ἀδυναμία τό Δάσκαλο, ὅταν βλέπεις τόν μαθητή του νά τόν προδίνει. Γιατί τόσο μεγάλη ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Δασκάλου, ὥστε νά πείθει νά Τόν ἀκολουθοῦν ἀκόμη καί οἱ πόρνες.
            Θά ἀναρωτιόταν ὅμως κανείς, Ἐκεῖνος πού εἶχε τή δύναμη νά μεταστρέφει τίς πόρνες καί νά τίς κάνει νά Τόν ἀκολουθοῦν, δέν κατάφερε νά κερδίσει τήν ἀγάπη τοῦ μαθητῆ του; Εἶχε τή δύναμη νά κερδίσει τό μαθητή, ἀλλά δέν ἐπιθυμοῦσε νά τόν μεταβάλει ἀναγκαστικά στό καλό, οὔτε μέ τή βία νά τόν προσελκύσει κοντά Του.
            «Τότε, ἀφοῦ πῆγε». Καί τό «ἀφοῦ πῆγε» αὐτό δέν στερεῖται κάποιας σημασίας. Γιατί δέν κάλεσαν οἱ ἀρχιερεῖς τόν Ἰούδα, οὔτε ἀναγκάστηκε, οὔτε ὑποχρεώθηκε, ἀλλά ὁ ἴδιος μόνος του κι ἐλεύθερα γέννησε τήν πονηρή αὐτή σκέψη κι ἔβγαλε αὐτή τήν ἀπόφαση, χωρίς νά ἔχει κανέναν σύμβουλο σ' αὐτό τό πονηρό του ἔργο. «Τότε, ἀφοῦ πῆγε... ἕνας ἀπό τούς δώδεκα». Τί σημαίνει τό «ἕνας ἀπό τούς δώδεκα»; Καί αὐτός ὁ λόγος «ἕνας ἀπό τούς δώδεκα» δείχνει πώς ἡ κατηγορία τοῦ Ἰούδα εἶναι πολύ μεγάλη. Γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶχε καί ἄλλους μαθητές, ἑβδομήντα συνολικά. Ἀλλά ἐκεῖνοι βρίσκονταν σέ δεύτερη θέση καί δέν ἀπολάμβαναν τόση τιμή, οὔτε εἶχαν τόση οἰκειότητα μέ τόν Διδάσκαλο, οὔτε γνώριζαν τόσο τά μυστικά Τοῦ ὅσο οἱ δώδεκα. Αὐτοί προπάντων ἦταν οἱ ἐκλεκτοί, αὐτοί ἀποτελοῦσαν τόν στενό κύκλο τοῦ Βασιλιᾶ, αὐτοί ἀποτελοῦσαν τήν ὁμάδα πού ἦταν κοντά στό Δάσκαλο, καί ἀπό αὐτήν ξεπήδησε ὁ Ἰούδας. Γιά νά μάθεις, λοιπόν, ὅτι δέν Τόν πρόδωσε ἁπλῶς κάποιος ἀπό τούς μαθητές Του, ἀλλά ἕνας ἀπό τούς ἐκλεκτούς Του, γι' αὐτό ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής τό «ἕνας ἀπό τούς δώδεκα». Καί δέ ντρέπεται ὁ Ματθαῖος νά τό ἀναφέρει. Ἀλλά γιά ποιό λόγο νά ντραπεῖ; Τό ἀναφέρει γιά νά μάθεις πώς παντοῦ καί πάντα λένε οἱ Εὐαγγελιστές τήν ἀλήθεια καί δέν ἀποκρύπτουν τίποτα, ἀκόμη καί αὐτά πού θεωροῦνται ἀξιοκατάκριτα. Γιατί αὐτά πού φαίνονται πώς εἶναι ἀξιοκατάκριτα, αὐτά ἀποδεικνύουν τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου. Ὅτι δηλαδή προσέφερε τόσα πολλά ἀγαθά στόν προδότη, τό ληστή, τόν κλέφτη (τόν Ἰούδα) καί συνέχιζε μέχρι τήν τελευταία στιγμή νά τόν ἔχει κοντά Του. Καί μάλιστα τόν νουθετοῦσε καί τόν συμβούλευε καί τόν φρόντιζε μέ κάθε τρόπο. Ἄν ἐκεῖνος δέν ἔδινε σημασία, δέν φταίει ὁ Κύριος. Καί μάρτυρας εἶναι ἡ πόρνη, καί μή πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τόν Ἰούδα. Γιατί καί τά δύο αὐτά εἶναι ὀλέθρια, καί τό ὑπέρμετρο θάρρος καί ἡ ἀπελπισία (ἀπόγνωση). Γιατί τό ὑπέρμετρο θάρρος κάνει νά πέσει κάτω αὐτός πού στέκεται ὄρθιος, καί ἡ ἀπελπισία ἐμποδίζει νά σηκωθεῖ αὐτός πού ἔχει πέσει. Γι' αὐτό καί ὁ Παῦλος συμβούλευε λέγοντας: «Αὐτός πού νομίζει πώς στέκεται, ἄς προσέχει μήν πέσει».
            Ἔχεις τά παραδείγματα καί τῶν δύο πώς ἔπεσε δηλαδή ὁ μαθητής, πού νόμιζε πώς στεκόταν ὄρθιος, καί πώς σηκώθηκε ἡ πόρνη πού εἶχε πέσει. Ἡ σκέψη μᾶς εὔκολα παρασύρεται καί ἡ θέλησή μας εἶναι εὐμετάβλητη. Γι' αὐτό πρέπει νά διαφυλάσσουμε καί νά ὀχυρώνουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό παντοῦ.[...]
            «Τί θέλετε νά μοῦ δώσετε, κι ἐγώ θά σᾶς Τόν παραδώσω». Πές μου Ἰούδα, αὐτά σου ἔμαθε ὁ Χριστός; Γι' αὐτό τό λόγο δέν ἔλεγε, «μήν ἀποκτήσετε χρυσά νομίσματα, οὔτε ἀσημένια, οὔτε χάλκινα πού νά τά φυλάγετε στίς ζῶνες σας», θέλοντας νά περιορίσει ἀπό πιό μπροστά τή φιλαργυρία σου;[...]
            «Τί θέλετε νά μοῦ δώσετε, κι ἐγώ θά σᾶς Τόν παραδώσω». Πολύ σκληρά εἶναι τά λόγια αὐτά. Πές μου, μπορεῖς ἐσύ νά παραδώσεις Ἐκεῖνον πού συγκρατεῖ τά πάντα, πού ἐξουσιάζει τούς δαίμονες, πού διατάσσει τή θάλασσα καί εἶναι ὁ Κύριος ὅλων ὅσων ὑπάρχουν στή φύση; Γιά νά περιορίσει λοιπόν τή παραφροσύνη του καί γιά νά δείξει πώς ἄν δέν ἤθελε, δέν θά προδιδόταν, ἄκουσε τί κάνει. Κατά τήν ὥρα ἀκριβῶς τῆς προδοσίας, ὅταν ἦρθαν ἐναντίον Τοῦ κρατώντας ξύλα, λαμπάδες καί πυρσούς, τούς λέει: «Ποιόν ζητᾶτε;» καί δέν γνώριζαν Ἐκεῖνον πού ἐπρόκειτο νά συλλάβουν. Τόσο πολύ ἔλειπε ἡ δύναμη ἀπό τόν Ἰούδα στό νά παραδώσει τόν Κύριο, ὥστε δέν Τόν ἔβλεπε τή στιγμή πού ἐπρόκειτο νά Τόν παραδώσει, ἐνῶ ἦταν παρών, καί ὅλα αὐτά τή στιγμή πού ὑπῆρχαν τόσες λαμπάδες καί τόση φωτοχυσία. Αὐτό βέβαια ὑπαινίχθηκε καί ὁ Εὐαγγελιστής λέγοντας ὅτι εἶχαν λαμπάδες καί πυρσούς καί δέν τόν ἔβλεπαν. Καί κάθε ἡμέρα τοῦ τό ὑπενθύμιζε καί μέ λόγια καί μέ ἔργα, ὅτι δηλαδή δέν θά μπορέσει νά Τόν προδώσει στά κρυφά. Καί μάλιστα δέν τοῦ ἔκανε (ὁ Κύριος) παρατηρήσεις φανερά μπροστά σέ ἄλλους, γιά νά μήν τόν κάνει πιό ἀδιάντροπο, οὔτε πάλι ἀποσιωποῦσε τά σφάλματά του, γιά νά μήν νομίζει ὅτι περνοῦν ἀπαρατήρητα καί ἐπιχειρήσει ἄφοβα τήν προδοσία, ἀλλά διαρκῶς ἔλεγε: «Ἕνας ἀπό ἐσᾶς θά μέ παραδώσει», δέν τόν φανέρωσε ὅμως.
            Εἶπε πολλά (ὁ Κύριος) καί γιά τήν κόλαση, πολλά καί γιά τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί ἀπέδειξε τή δύναμη πού εἶχε καί γιά τά δύο, καί γιά νά τιμωρεῖ τούς ἁμαρτωλούς καί γιά νά ἀνταμείβει τούς δικαίους. Ἀλλά ἐκεῖνος (ὁ Ἰούδας) ὅλα αὐτά τά περιφρόνησε, ὁ Θεός ὅμως δέν τόν ἀνακάλεσε μέ τή βία ἀπό αὐτό πού ἀποφάσισε. Ἐπειδή λοιπόν μᾶς δημιούργησε ἐλεύθερους νά διαλέγουμε τίς κακές ἤ τίς ἐνάρετες πράξεις, ἐπιθυμεῖ νά εἴμαστε καλοί μέ τή θέλησή μας. Γι' αὐτό ἄν ἐμεῖς δέν θέλουμε, οὔτε μᾶς πιέζει οὔτε μᾶς ἀναγκάζει. Ἐπειδή αὐτός πού γίνεται μέ τή βία ἐνάρετος, δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἐνάρετος. Ἀφοῦ λοιπόν κι ἐκεῖνος ἦταν ἐλεύθερος νά διαλέξει καί ἦταν σέ θέση νά μήν ὑποστεῖ βία γιά νά κλίνει πρός τή φιλαργυρία, γι' αὐτό τυφλώθηκε ἡ σκέψη του, πρόδωσε τή σωτηρία του καί εἶπε: «Τί θέλετε νά μοῦ δώσετε, κι ἐγώ θά σᾶς Τόν παραδώσω». Ἐπικρίνοντας τή διανοητική του τύφλωση καί τήν ἀναισθησία, ὁ Εὐαγγελιστής λέει ὅτι τήν ὥρα πού πῆγαν νά συλλάβουν τόν Κύριο, βρισκόταν μαζί τους καί ὁ Ἰούδας, ἐκεῖνος πού εἶπε «τί θέλετε νά μοῦ δώσετε, κι ἐγώ θά σᾶς Τόν παραδώσω». Καί ὄχι μόνο ἀπό αὐτό εἶναι δυνατόν νά δοῦμε τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἀπ' ὅτι μόλις Ἐκεῖνος ἁπλῶς μίλησε, ἀπομακρύνθηκαν κι ἔπεσαν κάτω. Ἐπειδή ὅμως οὔτε μ' αὐτόν τόν τρόπο δέν σταμάτησαν τό ἐπαίσχυντο ἔργο τους, παραδίνεται ἀμέσως σάν νά ἔλεγε: Ἐγώ ἔκανα τό καθῆκον μου, ἀποκάλυψα τή δύναμή μου καί ἀπέδειξα ὅτι ἐπιχειρεῖτε πράγματα ἀκατόρθωτα. Θέλησα νά περιορίσω τήν κακία σας, ἀλλά ἐπειδή ἐσείς δέν θελήσατε καί ἐπιμένετε στήν παραφροσύνη σας, νά, σᾶς παραδίνομαι.

            Τά ἀνέφερα ὅλα αὐτά, γιά νά μήν κατηγορήσουν μερικοί τόν Χριστό, καί ποῦν: γιατί δέν μετέστρεψε τόν Ἰούδα;

Ἀπό τό https://agiameteora.net/index.php/paterika/1748-giati-o-xristos-den-allakse-ton-ioyda-agiou-ioanni-tou-xrysostomou