Ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Μύρωνος, Ἐπισκόπου Κρήτης τοῦ θαυματουργοῦ

     Ὁ Ἅγιος Μύρωνας γεννήθηκε στὴν ἀρχαία Ραῦκο τῆς Κρήτης (στὴν σημερινὴ περιοχὴ τοῦ Μαλεβιζίου) περὶ τὸ 250 μ. Χ., ὅταν αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης ἦταν ὁ σφοδρὸς διώκτης τῶν χριστιανῶν Δέκιος.

     Οἱ γονεῖς τοῦ Ἁγίου Μύρωνα ἦταν ἰδιαίτερα εὐγενεῖς, εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι, ἀγωνιζόμενοι νὰ μείνουν ἀλώβητοι καὶ ἀκέραιοι ἀπὸ τὶς ἐπιδράσεις τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς πολυθεΐας.  Οἱ εὐαγγελικὲς ἀρετὲς ποὺ χαρακτήριζαν τὴ ζωή τους, ἔγιναν ὁδηγὸς καὶ γιὰ τὸν Ἅγιο Μύρωνα, ποὺ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἔδειχνε ποιὸς θὰ ἦταν ὁ δρόμος ποὺ θὰ ἀκολουθοῦσε στὴν ἐπίγεια πορεία του.

     Ὁ Ἅγιος, μετὰ ἀπὸ παραίνεση τῶν γονιῶν του, νυμφεύθηκε μὲ γυναίκα εὐσεβῆ καὶ πιστή. Ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γεωργοῦ. Ὡς ἐλεήμων, φιλόπτωχος καὶ φιλόξενος ποὺ ἦταν ὁ Ἅγιος, διέθετε στοῦ καρποὺς τῆς γής, ὄχι γιὰ νὰ πλουτίσει ὁ ἴδιος, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο καὶ τὴ δυστυχία τοῦ συνανθρώπου του. Ἔτσι, ἀκολουθώντας τὶς εὐαγγελικὲς προτροπές, χόρταινε τοὺς πεινασμένους, ἕντυνε τοὺς γυμνούς, μεριμνοῦσε γιὰ τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά, φιλοξενοῦσε τοὺς ξένους,  ὡς ἄλλος Ἀβραάμ.

     Κάποτε μοίρασε ὅλα τὰ σταφύλια στοὺς φτωχοὺς μὲ ἀποτέλεσμα ἡ μητέρα του νὰ γογγύζει καὶ νὰ διαμαρτύρεται ὅτι ὅλοι οἱ κόποι τῆς χρονιᾶς ἐκείνης πήγανε χαμένοι. Ὁ Ἅγιος, ἐπέστρεψε στὸ ἀμπέλι, μάζεψε τὰ ἐλάχιστα σταφύλια ποὺ εἶχαν ἀπομείνει καὶ τὰ ρίχνει στὸ πατητήρι, προσευχόμενος στὸν Κύριο. Λίγη ὥρα ἀργότερα ἄρχισε θαυματουργικὰ ἡ ροὴ ἄφθονου μούστου. Βλέποντας ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου τὸ θαῦμα, δόξασε τὸ Θεὸ καὶ ἐνίωσε ἀγαλλίαση γιὰ τὸν ἐλεήμονα υἱό της.

     Ὁ Ἅγιος Μύρωνας, εἶχε φθάσει σὲ τέτοιο πνευματικὸ ὕψος, ὥστε ὄχι μόνο νὰ μὴν ἀνταποδίδει τὸ κακὸ σὲ κάποιον, ἀλλὰ ἀντιθέτως νὰ εὐεργετεῖ καὶ αὐτὸν ποὺ τὸν ἔβλαπτε. Ἔτσι κάποτε, ἔχοντας μείνει νύχτα στὸ χωράφι γιὰ νὰ φυλάει τὸ σιτάρι,  τὸ ἐπισκέφτηκαν κλέφτες. Ἐκεῖνοι νόμιζαν ὅτι ὁ Ἅγιος κοιμόταν καὶ ἔτσι ἄρχισαν νὰ μαζεύουν τὸ σιτάρι στὰ σακιά. Τὰ γέμισαν τόσο πολὺ ὅμως ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ σηκώσουν. Ὁ Ἅγιος σηκώθηκε καὶ ἀντὶ νὰ τοὺς διώξει, ὅπως θὰ κάναμε ὅλοι μας, τοὺς βοήθησε νὰ μεταφέρουν τὸ στάρι. Τοὺς ζήτησε ὅμως νὰ διορθωθοῦν  καὶ νὰ ἀποσιωπήσουν τὸ γεγονός. Καὶ ἄλλα παρόμοια γεγονότα ἔχουν σημαδέψει τὴ θαυμαστὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Μύρωνα.

     Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ κοιμήθηκε ἡ σύζυγός του καὶ ἔτσι ὁ Ἅγιος ἀφοσιώθηκε ἀκόμη περισσότερο στὸν πνευματικό του ἀγώνα μελετώντας τὴν Ἁγία Γραφή, κάνοντας ἀδιάκοπη προσευχή, διακονώντας ἀγόγγυστα τὸν πλησίον του. Ἔτσι λίγο ἀργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἡ φήμη τοῦ ἐξαπλώθηκε γρήγορα παντοῦ. Ὅταν ἀποκαταστάθηκε ἡ ἠρεμία μὲ τὴν παύση τῶν διωγμῶν τῶν χριστιανῶν καὶ τὴν ἄνοδο στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο
τοῦ πρώτου χριστιανοῦ αὐτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ Ἅγιος Μύρωνας ἐπιδόθηκε μὲ ἀκόμη μεγαλύτερο ζῆλο στὴ διάδοση τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸ κήρυγμά του, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά του.

     Ὅταν κοιμήθηκε ὁ ἐπίσκοπος Κρήτης, σύσσωμος ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαὸς τῆς Κρήτης παρακάλεσε τὸν Ἅγιο ὥστε νὰ χειροτονηθεῖ ἐκεῖνος ὡς νέος ἐπίσκοπος. Ἀρχικὰ ὁ Ἅγιος δίσταζε νὰ δεχτεῖ, καθὼς ὁ ἴδιος ἦταν πολὺ ταπεινὸς καὶ ἀναλογίζονταν τὸ βάρος τῆς εὐθύνης. Ὁ ἴδιος τελικὰ δέχτηκε ὅτι ἡ κλήση αὐτὴ ἦταν ἐκ Θεοῦ καὶ ὅπως πάντα ἔκανε ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

     Ἡ ἄνοδος τοῦ Ἁγίου Μύρωνα στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Κρήτης, δὲν εἶχε ὡς συνέπεια τὴν ἀλλοτρίωσή του ἢ τὴν ἀλαζονική του στάση. Τὸ ἀντίθετο μάλιστα. Στὴν ταπείνωσή του πρόσθεσε περισσότερη ταπείνωση, στὴν πραότητα πραότητα, στὴν φιλαδελφία φιλαδελφία, στὴν ἐλεημοσύνη ἐλεημοσύνη, καὶ γενικότερα στὶς ἀρετὲς ποὺ τὸν χαρακτήριζαν καὶ πρὶν τὴν εἰς ἐπίσκοπον χειροτονία του, πρόσθεσε καὶ ἄλλες ἀρετές, μεγαλύτερες.

     Γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς ἀρετές, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν χριστομίμητη ζωὴ τοῦ ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι ἐλευθέρωνε δαιμονισμένους, θεράπευε ἀρρώστους καὶ γενικότερα βοηθοῦσε ὅσους εἶχαν τὴν ἀνάγκη του.

     Κάποτε, ἐνῶ πήγαινε σὲ κάποια περιοχὴ τῆς ἐπαρχίας του, ἔπρεπε νὰ περάσει ἀπὸ τὸν Τρίτωνα ποταμό, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶχε φουσκώσει καὶ ἡ διάβασή του ἦταν ἀπίθανη.  Ὅμως ὁ Ἅγιος Μύρωνας, ὡς ἄλλος Μωϋσῆς, χτύπησε μὲ τὴ ράβδο τοῦ τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ καὶ ὢ τοῦ θαύματος ἄνοιξε δρόμος γιὰ
νὰ περάσει! Ἡ ροὴ τοῦ ποταμοῦ ἀποκαταστάθηκε μόνο ὅταν ὁ Ἅγιος ἔφτασε στὸν ναὸ ποὺ πήγαινε καὶ ἔστειλε τὸ διάκο του μὲ τὴ ράβδο νὰ χτυπήσει ξανὰ τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ.

     Ἄλλοτε πάλι ἕνας φοβερὸς δράκος λυμαίνονταν μία περιοχὴ τῆς ἐπαρχίας του, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ κάτοικοι νὰ προσφύγουν μὲ ἀπελπισία στὸν Ἅγιο Μύρωνα ὥστε νὰ τοὺς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ κακὸ ποὺ τοὺς εἶχε βρεῖ. Πράγματι ὁ φιλόστοργος Ἅγιος τους εὐσπλαχνίστηκε καὶ προσευχήθηκε μὲ θέρμη στὸ Θεό. Καὶ πράγματι ὁ Ἅγιος Μύρωνας εἴτε ἐδίωξε τὸ δράκο, εἴτε κατὰ κάποιους ἄλλους τὸν ἀπολίθωσε.

     Ὅταν ἐπίσης στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁγίου ἔπεσε λειψυδρία ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε πολὺ ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴ συμφορὰ αὐτή. Καὶ πράγματι ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Μύρωνος εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀναβλύσει πηγὴ μὲ καθαρὸ νερὸ μέσα στὴ σπηλιά. Αὐτὴ ἡ πηγὴ ὑπάρχει μέχρι σήμερα ἀναβλύζοντας ἁγίασμα ποὺ θαυματουργεῖ ἀσταμάτητα, σὲ ὅσους τὸ ἀντλοῦν μὲ πίστη.

     Τέτοια καὶ μεγαλύτερα θαύματα ἔκανε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὴν ἐπίγεια πορεία τοῦ ὁ Ἅγιος Μύρωνας, ὁ ὁποῖος παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸ Θεὸ σὲ ἡλικία ἑκατὸ καὶ πλέον ἐτῶν.